Monday, December 21, 2009

Ο Ντάνιελ Φράιντ υιοθετεί την προπαγάνδα του ΤΙΤΟ


Ο Αμερικανός υφυπουργός εξωτερικών για τις ευρωπαϊκές και ευρωασιατικές υποθέσεις, Daniel S. Fried, είναι «Εβραίος σιωνιστής»,και ανήκει στον σκληρό πυρήνα του σιωνιστικού λόμπι στις ΗΠΑ .Δεν είναι πολιτικός, αλλά διπλωμάτης καριέρας και μπήκε στην αμερικανική διπλωματική υπηρεσία το 1977.
Βασική «διπλωματική» του αποστολή ήταν και παραμένει, η ανάπτυξη του σιωνιστικού κινήματος στην Ρωσία και τις τέως σοσιαλιστικές χώρες.
Είναι από τα πρόσωπα «κλειδιά», στην «επιχείρηση» για την ανεξαρτητοποίηση του Κοσσυφοπεδίου για την οποία συνεργάστηκε στενά με τον επίσης σιωνιστή κατάσκοπο Φράνκ Βάισνερ.
Η επίθεση που εξαπέλυσε κατά του ελληνικού έθνους και της Ελλάδος στις 7 Απριλίου από την Ουάσιγκτον λέγοντας ότι, «η μακεδονική γλώσσα και ο μακεδονικός λαός υπάρχουν, και δεν είναι επονομαζόμενοι», και μάλιστα τονίζοντας ότι, η «μακεδονική γλώσσα» διδάσκεται στη Σχολή των Διπλωματών του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, δεν ήταν τυχαία και ούτε εκβιαστική.





Ο σιωνιστής κ. Φράιντ επανέλαβε την προπαγάνδα του διεθνούς συντονισμού του 19ου αιώνα, για την ύπαρξη μιας «ενιαίας Μακεδονίας» και ενός Μακεδονικού λαού, που έπρεπε να αποκτήσει την αυτονομία του, για να κυβερνηθεί από τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης και τους μεταλλαγμένους Νεότουρκους Μουσουλμανό-Εβραίους.

Ο σιωνιστής Φράιντ επανέλαβε μάλιστα κατά λέξη, τα επιχειρήματα για δήθεν «ιστορική» και «γεωγραφική» Μακεδονία. « Η ιστορική επαρχία της Μακεδονίας είναι διαφορετική από τη σημερινή χώρα της Μακεδονίας», υπογράμμισε και πρόσθεσε ότι δεν είναι ανθρωπολόγος, για να μιλήσει για θέματα εθνοτήτων.

Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ -διά του εκπροσώπου του Τομ Κέισι- την επόμενη,(8η Απριλίου) , διευκρίνισε ότι, «οι ΗΠΑ δεν παρέχουν επίσημη αναγνώριση γλώσσας ή εθνότητας και κάθε συζήτηση περί μακεδονικής γλώσσας ή εθνότητας δεν πρέπει να έχει καμία συνέπεια στην επίλυση του ζητήματος της ονομασίας μεταξύ της Ελλάδας και της Μακεδονίας».

Ακολουθώντας κατά γράμμα την «γραμμή» του κ. Κέισι, στην Αθήνα ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών Γ. Κουμουτσάκος δήλωσε: «Δεν θα παρασυρθούμε σε συζητήσεις που εκτρέπουν την διαπραγμάτευση από τον πραγματικό της σκοπό».
Επομένως η Αθήνα συμφώνησε να αφήσει στην άκρη τον « μακεδονικό λαό».

Ωστόσο η ουσία δεν βρίσκεται στο όνομα, το οποίο χρησιμοποίησε εσφαλμένα η ελληνική εξωτερική πολιτική ως ανάχωμα για την αντιμετώπιση του πραγματικού ζητήματος. Του αλυτρωτισμού. Του «μακεδονικού έθνους» δηλαδή, που ζει «σκλαβωμένο» και διασκορπισμένο στην « γεωγραφικά ενιαία Μακεδονία» που τριχοτομήθηκε στο Βουκουρέστι το 1913.
Το τραγικό είναι, ότι τα περί «τριχοτομήσεως» επαναλαμβάνει και η υπουργός εξωτερικών κυρία Μπακογιάννη, που αγνοεί όπως φαίνεται, ή δεν θέλει να γνωρίζει τα πραγματικά περιστατικά.

Επομένως από τη στιγμή που δεχόμαστε τον «μακεδονικό λαό» , η διαπραγμάτευση για το όνομα χάνει κάθε ουσία και απομένει ένας συμβιβασμός που θα σώσει τα προσχήματα και την αξιοπρέπεια της ελληνικής κυβερνήσεως.

Ο πρωθυπουργός Κ.Καραμανλής το βράδυ τις 8ης Απριλίου από το βήμα του συνεδρίου του Economist , απηύθυνε δημόσια πρόσκληση στην πολιτική ηγεσία των Σκοπίων να συνεχιστεί το ταχύτερο δυνατό η συζήτηση στο πλαίσιο του ΟΗΕ.
Ο κ.Φράιντ είχε προαναγγείλει την σπουδή των Αθηνών, λέγοντας «ειλικρινά βλέπω με ικανοποίηση ότι η ελληνική κυβέρνηση δείχνει έτοιμη να εμπλακεί εντατικά σε συνομιλίες» .

Το ερώτημα είναι με ποιον μπορεί να συνομιλεί η ελληνική κυβέρνηση αφού στα Σκόπια όλοι ετοιμάζονται για εκλογές. Να συνομιλεί με τον κ. Φράιντ;

Το μόνο λογικό θα ήταν να χαρακτηρίσουμε εχθρική προς την Ελλάδα την πολιτική της κυβέρνησης Μπούς , να χαρακτηρίσουμε ανεπιθύμητο συνομιλητή τον κ. Φράιντ, που υιοθετεί τα επιχειρήματα της κομμουνιστικής Γιουγκοσλαβίας, και ουσιαστικά δικαιώνει την ΣΝΟΦ και την πλευρά του Τίτο στον ελληνικό εμφύλιο. Το 1946 οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστήριξαν την Ελλάδα. Τώρα υποστηρίζουν τα εγγόνια του Τίτο και του Τέμπο. Το λογικό θα ήταν να περιμένουμε τις αμερικανικές εκλογές και τις εκλογές στα Σκόπια για να συνεχίσουμε τη συζήτηση.

Ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής τόνισε στο συνέδριο του Economist ότι στόχος είναι μια σύνθετη ονομασία, κοινά αποδεκτή και για όλες τις χρήσεις, μια «λύση με το βλέμμα στο ευρωπαϊκό μέλλον και όχι στο βαλκανικό παρελθόν, που δεν θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως φορέας για ανιστόρητες, εθνικιστικές και αλυτρωτικές λογικές».

Το πρόβλημα είναι ότι η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών έχει στραμμένο το βλέμμα στο «βαλκανικό παρελθόν» ,υιοθετεί την πολιτική της κομμουνιστικής διεθνούς, και αποδέχεται τις «ανιστόρητες» «εθνικιστικές» λογικές. Το μόνο που μας προσφέρει η Ουάσιγκτον είναι η προφορική διαβεβαίωση, ότι «η Μακεδονία δεν έχει αλυτρωτικές βλέψεις».

Μιλώντας στο συνέδριο του Economist ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα Ντάνιελ Σπέκχαρντ χαρακτήρισε την Ελλάδα, «σύμμαχο και ανεκτίμητο εταίρο στην περιοχή».

Η αλήθεια είναι ότι η Ουάσινγκτον θεωρεί την Ελλάδα σαν πρόβλημα, που εμποδίζει την υλοποίηση των στρατηγικών της επιδιώξεων. Οι ΗΠΑ δεν είναι φιλική προς την Ελλάδα δύναμη, αλλά εχθρική. Και αυτό πρέπει να το συνειδητοποιήσουν όλοι.

Η ελληνική αντίδραση θα έπρεπε να επικεντρωθεί στα ζητήματα που ενοχλούν τις ΗΠΑ.

Η Ελλάδα, θα πρέπει να αποσύρει αμέσως τις στρατιωτικές της δυνάμεις από το Αφγανιστάν και το Κοσσυφοπέδιο επειδή η στρατιωτική παρουσία του ΝΑΤΟ, συνδυάζεται με τον πολλαπλασιασμό της παραγωγής ηρωίνης η οποία διακινείται στην Ευρώπη από την αλβανική μαφία. Η Ελλάδα πρέπει να καταγγείλει την ανοχή του ΝΑΤΟ στην παραγωγή και διακίνηση των ναρκωτικών, και την έμμεση υποστήριξη που παρέχει στην μαφία του Κοσσυφοπεδίου. Θα έπρεπε επίσης το ελληνικό κοινοβούλιο να υιοθετήσει ψήφισμα που θα τονίζει ότι δεν υπάρχει «μακεδονικό έθνος» διότι δεν υπάρχει «γεωγραφική Μακεδονία». Η ελληνική κυβέρνηση θα έπρεπε να έχει εκδώσει χθες, έναν τόμο με τις συμφωνίες του Βουκουρεστίου (1913), του αγίου Στεφάνου (1878) και του συνεδρίου του Βερολίνου (1878) για να θυμίσει σε όλους τους «ανιστόρητους», (και στην κυρία Μπακογιάννη) ότι σε κανένα διπλωματικό κείμενο δεν αναφέρεται η «γεωγραφική Μακεδονία».
Η καριέρα του κ. Φράιντ

Ο Φράιντ ορκίστηκε ως υφυπουργός εξωτερικών στις 5 Μαίου 2005. Προηγουμένως, από τις 20 Ιανουαρίου 2001, είχε διοριστεί από την κυρία Κοντολίζα Ράις, ως ειδικός σύμβουλος του προέδρου Μπούς και διευθυντής της διεύθυνσης ευρωπαϊκών ευρωασιατικών υποθέσεων. Το 1993, αμέσως μετά την εκλογή του προέδρου Κλίντον είχε διοριστεί επίσης σύμβουλος του ,για την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη και μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας , όπου παρέμεινε ως το 1997.
Ο Φράιντ έχει υπηρετήσει στο προξενείο στο Λένινγκραντ (1980-81),στο Βελιγράδι (1982-1985), στην διεύθυνση σοβιετικών υποθέσεων (1985 -87). Στην συνέχεια ανέλαβε τον χειρισμό της τελικής φάσης της «επανάστασης» στην Πολωνία και μετά την ανατροπή του κομμουνισμού, τοποθετήθηκε στην πρεσβεία της Βαρσοβίας, μέχρι το 1993. Ξαναγύρισε στην Πολωνία σαν πρεσβευτής το 1997-2000.

ΠΗΓΗ


No comments:

Post a Comment