Ένας πατέρας από το Καμισλί της Συρίας, διηγείται ζωντανά στον Γ.
Μικαλεσίν πως απήγαγαν το γιό του, πως πέθανε η γυναίκα του, πως έχασε
το σπίτι του… Συντετριμμένος και μόνος ελπίζει με την πίστη του
χριστιανού ότι θα ξαναδεί το παιδί του….
Η
ιστορία του Ντάνυ Γκόρι, είναι η ιστορία ενός ανθρώπου που ο πόλεμος
του τα στέρησε όλα. Η ιστορία του είναι η ιστορία πολλών χριστιανών της
Συρίας:
“Ήταν Ιούνιος,
τον περασμένο χρόνο. Ο Γκάμπι (υποκοριστικό του Γαβριήλ) βρισκόταν σπίτι
εκείνο το βράδυ μαζί μας μέχρι τη στιγμή που τον ειδοποίησαν από την
εταιρεία των λεωφορείων ότι πρέπει να αναπληρώσει έναν συνάδελφο. Να
πάει το λεωφορείο στο Deir El Ezzor, στο νοτιότερο τμήμα στα μέρη των
ισλαμιστών. Ο Γκάμπι ποτέ δεν έλεγε “όχι”. Ακόμα το θυμάμαι. Με
αγκάλιασε, φίλησε τη μητέρα του και μας υποσχέθηκε ότι “αύριο το βράδυ,
το αργότερο μεθαύριο, θα είμαι πίσω”.
“Το
επόμενο βράδυ δεν επέστρεψε και την μεθεπόμενη ημέρα δεν τηλεφώνησε. Δυο
μέρες μετά πήρα εγώ τηλέφωνο στην Εταιρεία. Ένας κύριος μου είπε ότι
τον απήγαγαν μέλη της Αλ Νουσρα, ότι τον πήραν μαζί με το λεωφορείο .
Μου είπε ότι αυτό συνέβη στα νότια του Ντέιρ ελ Ζορ, αλλά “να μην
ανησυχώ γιατί ήδη πλήρωσαν κάποια λεφτά για να τον φέρουν πίσω”. Μου
είπε να περιμένω ακόμα μερικές μέρες “για να δούμε τι θα γίνει”. Μετά
από μια εβδομάδα ο Γκάμπι δεν είχε επιστρέψει. Ήξερα ακούγοντας το όνομα
της Τζαμπχάτ Αλ Νούσρα ότι τα νέα δεν θα ήταν καλά. Την εποχή εκείνη συνεργάζονταν με την Αλ Κάιντα, τώρα έχουν όλοι περάσει στο Ισλαμικό Κράτος.
“Παρ’
όλα αυτά αποφάσισα να τους εμπιστευτώ. Πάντα επέλεγα την ελπίδα. Η
γυναίκα μου η Σάρα δεν τους εμπιστευόταν:Ούρλιαζε και θρηνούσε όλο το
βράδυ. Φώναζε σαν τρελλή ότι “ο Γκάμπι δεν θα γυρίσει ποτέ” ενώ εγώ την
παρακαλούσα να ηρεμήσει. Της υποσχόμουν ότι “θα πληρώσω και θα τον φέρω
πίσω”.
Ένα μήνα μετά, χτύπησε και πάλι το
τηλέφωνο. Στη γραμμή άκουσα την ίδια φωνή του ανθρώπου που είχα μιλήσει
από την εταιρεία. Η γυναίκα μου με κοιτούσε σιωπηλή όση ώρα άκουγα. Ο
άντρας μου έλεγε: “ζητάνε πάρα πολλά λεφτά…δεν έχουμε να πληρώσουμε
τόσα…” Η Σάρα με κοιτούσε και την κοιτούσα και εγώ. Δεν έλεγα τίποτα.
Από την άλλη γραμμή ο άντρας φώναζε: “Με ακούτε; δεν μπορούμε να
πληρώσουμε τόσα; καταλαβαίνετε;”
Αλλά εγώ
σκεφτόμουνα μονάχα τη γυναίκα μου, τι να της έλεγα. Ο άντρας φώναζε
δυνατά: “Ακούτε; Κάντε ό,τι νομίζετε”…προσπαθείστε και εσείς”. Και μου
έκλεισε το τηλέφωνο. Η Σάρα άρχισε πάλι να ουρλιάζει. Από τότε για 12
μήνες δεν σταμάτησε. Σηκωνόταν κάθε νύχτα, έκλαιγε , φώναζε…Το κρεβάτι
γινόταν ένα λουτρό από δάκρυα, το δωμάτιο ο τάφος της ελπίδας μας. Κάθε
πρωί ήμουνα όλο και πιο γερασμένος. Κάθε πρωί της έδινα την ίδια
υπόσχεση: ότι ο Γκάμπι θα επιστρέψει στο σπίτι και ότι πρέπει να μου
έχει εμπιστοσύνη.
Περνούσαν εβδομάδες,
μήνες και οι διαμεσολαβητές μου επαναλάμβαναν την ίδια φράση: “είναι
ζωντανός, όλα είναι θέμα χρημάτων, μπορούμε να τα καταφέρουμε”. Στο
τέλος πήρα την απόφαση. Δεν είχα λεφτά, αλλά είχα το σπίτι. Οι
διαμεσολαβητές μου είπαν ότι σε δυο εβδομάδες θα το πουλήσουν. Εγώ
ήμουνα χαρούμενος. Ήταν η πρώτη μέρα μετά από τόσους μήνες που η Σάρα
δεν ούρλιαξε. Η πρώτη μέρα που δεν έκλαψε. Με αγκάλιασε. Για πρώτη φορά
αρχίζει να ελπίζει. Το σπίτι πουλήθηκε αλλά ο Γκάμπι πάλι δεν επέστρεψε.
Μετά από μια εβδομάδα, ο διαμεσολαβητής χτύπησε την πόρτα. Μπήκε μέσα, σήκωσε τα χέρια ψηλά και είπε: “Δυο επέστρεψαν αλλά όχι το παιδί σας. Δεν ξέρουμε τίποτα για αυτόν. Χάσαμε τα ίχνη του”. Αυτό το πρωινό δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Ήταν πριν 3 μήνες. Πηγαίνω στο δωμάτιο και η Σάρα ακόμα κοιμάται. Αμέσως ανοίγει τα μάτια. Της λέω μόνο: “Δεν επέστρεψε”. Μετά από λίγο, σηκώνεται όρθια. Με κοιτάει με ένα άδειο βλέμμα. Τα μάτια της κοιτάζουν το κενό και με τα χείλη ουρλιάζει “ΓΚΑΜΠΙ- ΓΚΑΜΠΙ- ΓΚΑΜΠΙ”. Το επαναλαμβάνει 3 φορές και μετά πέφτει κάτω.
Πέθανε με το όνομα του γιού μας στα χείλη. Τα έχασα όλα και είμαι μόνος και ακόμα ελπίζω. Κάτι στην καρδιά μου , μου λέει ότι είναι ακόμα ζωντανός και να έχω ελπίδα. Μας τα έκλεψαν όλα. Δεν μπορούν να μας κλέψουν και την καρδιά. Είμαι χριστιανός και η τελευταία μου ελπίδα είναι η πίστη.
No comments:
Post a Comment