Tuesday, November 17, 2015

ΟΛΗ Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ....Πόρισμα εἰσαγγελέως Δημητρίου Τσεβᾶ.


Πόρισμα εἰσαγγελέως Δημητρίου Τσεβᾶ.Πρὸς
Τὸν κ. Προϊστάμενον τῆς Εἰσαγγελίας
Πρωτοδικῶν Ἀθηνῶν
ΘΕΜΑ: «Ὑποβολὴ φακέλλου ἐνεργηθείσης προκαταρκτικῆς ἐξετάσεως».
Δία τῆς ὑπ’ ἀριθμ. 1868 / 5-9-1974 παραγγελίας ὑμῶν ἔλαβον τὴν ἐντολὴν ὅπως ἐνεργήσω προκαταρκτικὴν ἐξέτασιν πρὸς διακρίβωσιν τυχὸν τελέσεως, ἀξιοποίνων πράξεων ἐξ ἀφορμῆς τῶν περὶ τὸ Πολυτεχνεῖον γνωστῶν αἱματηρῶν ἐκδηλώσεων τοῦ Νοεμβρίου 1973. Ἐπιληφθεὶς οὕτω τῆς ἐρεύνης ἐξήτασα πλῆθος μαρτύρων, συνέλεξα ἔγγραφα, ἐνήργησα αὐτοψίας καὶ ἄλλας ἔρευνας, ἤκουσα μαγνητοταινίας καὶ παρηκολούθησα τὴν προβολὴν κινηματογραφικὼν ταινιῶν, ληφθεισῶν κατὰ τάς ἐρευνωμένας ἐκδηλώσεις. Ὑποβάλλων ἥδῃ ὑμῖν τὸν σχηματισθέντα ὀγκώδη φάκελλον ἀναφέρω τὰ ἀκόλουθα ἐπὶ τῶν ἐκ τῆς ἐρεύνης ταύτης διαπιστωθέντων:
ΙΣΤΟΡΙΚΟΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ
Α) ΠΡΟΗΓΗΘΕΝΤΑ
Τὴν 20ὴν Νοεμβρίου 1972
εἶχον διεξαχθῆ ἀρχαιρεσίαι εἰς ἅπαντας τοὺς φοιτητικοὺς Συλλόγους τῶν Ἀνωτάτων Ἐκπαιδευτικὼν Ἱδρυμάτων πρὸς ἀνάδειξιν νομίμων ἐκπροσωπήσεων. Ἀποτέλεσμα ὅμως τῶν ἀρχαιρεσιὼν τοῦτο ἧτο ἡ εἰς τὰς περισσοτέρας Σχολάς, πλὴν τῶν τοιούτων Τοπογράφων καὶ Χημικὼν Μηχανικῶν τοῦ Ἐθνικοῦ Μετσοβείου Πολυτεχνείου, ἀνάδειξις ἐκπροσώπων ἀσχέτων καὶ ξένων πρὸς τὴν ἀληθῆ βούλησιν τῶν ἐκπροσωπουμένων. Δι’ ὁ καὶ σταθερόν, ἀμετάθετον καὶ θερμὸν ἧτο τὸ σύνθημα μεταξὺ τοῦ σπουδαστικοὺ κόσμου διὰ γνησίας καὶ ἀδιαβλήτους ἀρχαιρεσίας. Τὸ εἰλικρινὲς καὶ δίκαιον τοῦτο αἴτημα ἀπετέλεσε τὴν ἀπαρχὴν τῶν κατὰ Νοέμβριον 1973 γνωστῶν αἱματηρῶν γεγονότων τοῦ Πολυτεχνείου. Ἀπὸ τῶν ἀρχῶν ἤδη τοῦ μηνὸς Νοεμβρίου, συμπληρουμένου τοῦ κατὰ νόμον ἐτησίου κύκλου τῶν φοιτητικὼν ἐκπροσωπήσεων, τὸ αἴτημα τίθεται, καθίσταται γενικὸν καὶ ἐμφανίζεται σταθερόν, ἐμπνέον τοὺς σπουδαστὰς εἰς ἀποφασιοτικήν, πρὸς ἰκανοποίησίν του, ἀγωνιστικότητα. Τὸ ἔναυσμα τοῦ ἀγῶνος δίδεται διὰ τῆς ὑπὸ τῶν Συλλογῶν Τοπογράφων καὶ Χημικὼν τοῦ ΕΜΠ δημοσιεύσεως διὰ τοῦ τύπου τοῦ ἀπὸ 8-11-1973 ψηφίσματος ἀναφερομένου εἰς σπουδαστικὰ μόνον ζητήματα καὶ αἰτήματα. Τὴν 13ην Νοεμβρίου 1973 ἐπισκέπτεται τὸ Πολυτεχνεῖον ὁ τότε Ὑπουργὸς Παιδείας καὶ Κυβερνήσεως Σπυρίδωνος Μαρκεζίνη Παναγιώτης Σιφναῖος, ὅστις εἰς μάτην προσπαθεῖ νὰ κατευνάση τὰ πνεύματα, να πείσῃ περὶ τῶν ἀγαθῶν τοῦ προθέσεων κα να ἀναβάλη πρὸς καιρὸν τάς ἀρχαιρεσίας, ἐλπίζων προφανῶς εἰς τὴν διὰ τῶν ἐνεργηθησομένων βουλευτικῶν ἐκλογῶν ἐκτόνωσιν τῆς καταστάσεως. Ἀπέρχεται τοῦ Πολυτεχνείου ἄπρακτος καὶ ἀνήσυχος, μὴ δυνηθεὶς νὰ ἐφοδιάση τὸν πρύτανιν διὰ τοῦ ὅπερ εἶχεν ὑποσχεθῆ διατάγματος περὶ ἀναβολῆς τῶν ἀρχαιρεσιῶν, ἵνα δυνηθῇ να ἀρνηθῇ τὴν ὑπὸ τῶν σπουδαστῶν αἰτηθεῖσαν ἥδῃ, ἐν τῷ πλαισίῳ τοῦ νόμου, ἄδειαν συγκλήσεως τῶν συνελεύσεων, διότι τὸ διάταγμα τοῦτο – κατὰ τὴν χαρακτηριστικὴν ἔκφρασιν τοῦ τότε Ὑπουργοῦ – «περιεπλανάτο εἰσέτι μεταξὺ Ἀγαθαγγέλου καὶ Παρασκευᾶ Ἰωαννίδη, καίτοι ὑπογραφὲν ὑπ’ αὐτοῦ ἀπὸ δεκαημέρου καὶ πλέον».
Β) ΤΕΤΑΡΤΗ, 14-11-1973
Καὶ τὴν 14-11-1973 αἱ ἐπίφοβοι Γενικοὶ Συνελεύσεις τῶν σπουδαστὼν πραγματοποιοῦνται νομίμως. Ἀπὸ 14.00 μέχρι 17.30 ὤρας περίπου 3.000 σπουδασταὶ τοῦ Πολυτεχνείου συνέρχονται εἰς τὰ κτίρια τῶν Σχολῶν τῶν καὶ πραγματοποιούνται Συνελεύσεις τῶν Συλλόγωνν: Ἀρχιτεκτόνων, Πολιτικῶν Μηχανικῶν, Μηχανολόγων – Ἠλεκτρολόγων καὶ Χημικῶν Μηχανικῶν. Εἰς ἁπάσας τάς Συνελεύσεις ταύτας συνεζητήθησαν σπουδαστικὰ μόνον θέματα καὶ ἀπεφασίσθη ἡ ἀποχὴ ἐκ τῶν μαθημάτων μέχρι καὶ τῆς Δευτέρας 19-11-1973. Τὸ προηγούμενον ὅμως τῶν περὶ τὴν Νομικήν, ἰδία, Σχολήν, γεγονότων τοῦ Φεβρουαρίου 1973 καὶ τῶν ἐξ αὐτῶν δυσμενῶν ἐξελίξεων, σοβαρὸς μὲν προεκάλει εἰς τοὺς τότε κρατοῦντος ἀνησυχίας, προάγγελος ὅμως ἧτο ἐλπίδων πολλῶν διὰ τάς νεανικὰς καρδίας τῶν σπουδαστών. Καὶ τὸ ἀντίθετον τοῦτο, δι’ ἕκαστον τῶν διισταμένων συναίσθημα σοβαρῶς ἐπετείνετο, τεχνιέντως ἑκατέρωθεν ὑπὸ ἀνησυχιῶν καὶ ἐλπίδων τροφοδοτούμενον. Τάς ἀπογευματινὸς ὥρας τῆς ἰδίας ἡμέρας, Τετάρτης 14-11-1973, ῥίπτεται ὑπὸ τίνων σπουδαστὼν ἡ ἰδέα τῆς παραμονῆς καὶ διανυκτερεύσεως τῶν ἐντὸς τοῦ Πολυτεχνείου, ἐνῶ πλῆθος φοιτητῶν ἐξ ἄλλων σχολῶν προσέρχονται εἰς τὸ Πολυτεχνεῖον καὶ συνενούνται μετὰ τῶν αὐτόθι παραμενόντων. Ἡ τοιαύτη περὶ παραμονῆς ἀπόφασις ὑπῆρξεν αὐθόρμητος καὶ ἧτο ξένη – ἀρχικὼς τουλάχιστον – πρὸς πᾶσαν ἰδέαν πολιτικῆς ἐκμεταλλεύσεως τῶν ἐκδηλώσεων. Περὶ τὴν 18.00 ὤραν πραγματοποιείται ἐκτὸς τοῦ Πολυτεχνείου καὶ ἐπὶ τῶν ὁδῶν Πατησίων καὶ Στουρνάρα συνάντησις τοῦ Πρυτάνεως τοῦ Πολυτεχνείου μετὰ τοῦ τότε Ἀστυνομικοῦ Διευθυντοῦ Ἀθηνῶν, παρισταμένου ἐκπροσώπου τῆς Εἰσαγγελικῆς Ἀρχῆς καὶ ζητεῖται ἄδεια τοῦ πρυτάνεως, διὰ τὴν ἐντὸς τοῦ ἱδρύματος εἴσοδον τῶν ἀστυνομικῶν πρὸς ἐκδίωξιν τῶν σπουδαστῶν. Ὁ πρύτανις ὅμως ἀρνεῖται κατηγορηματικώς, διερμηνεύων ἐν τούτῳ καὶ τὴν ὁμόφωνον καὶ ὁμόρρυθμον γνώμην τῆς τε Συγκλήτου καὶ τοῦ Συλλόγου τῶν καθηγητῶν τοῦ Πολυτεχνείου. Ἡ τοιαύτη ὑπεύθυνος θέσις τῶν καθηγητῶν τοῦ Πολυτεχνείου ἐξεφράσθη καὶ ἐπισήμως διὰ τῆς ἀπὸ 15-11-1973 ἀποφάσεως τῆς Συγκλήτου, δι’ ἧς κατηγορηματικῶς ἀπεκρούετο πᾶσα ἰδέα ἐπεμβάσεως διότι θὰ κατελύετο δι’ αὐτῆς τὸ ἀκαδημαϊκὸν ἄσυλον καὶ σοβαρὸς ὑφίστατο κίνδυνο, αἱματοχυσίας. Ἐξεφράζετο δὲ ἐν ταυτῷ ἡ ἐλπὶς τῆς ὑπὸ τῶν ἰδίων τῶν καθηγητῶν, ὡς καὶ κατὰ τὸ παρελθόν, εἰρηνικῆς ἀντιμετωπίσεως τῶν γεγονότων. Νέα προσπάθεια τῆς Ἀστυνομίας δι’ ἀπ’ εὐθείας συνεννοήσεως μετ’ ἐκπροσώπων τῶν σπουδαστὼν πρὸς εἰρηνικὴν ἀποχώρησιν τῶν ἐκ τοῦ Πολυτεχνείου ἀποτυγχάνει. Ὁριστικοποιείται οὕτω ἡ ἀπόφασις τῆς αὐτόθι παραμονῆς τῶν σπουδαστὼν καὶ ἀπὸ 22.00 ὤρας λαμβάνονται τὰ πρῶτα τοῦ ἐκ τῶν ἔσω ἀποκλεισμοὺ τῶν. Οὐδὲν ὅμως ἐκ τῶν ἔξω ἡ Ἀστυνομία πραγματοποιεί. Ἀποσύρεται καὶ ἀπρακτεῖ, οἰονεὶ ἀπαθῶς θεωμένη τῶν γιγνομένων, παρὰ τὸν σαφῶς διαφαινόμενον κίνδυνον διεισδύσεως στοιχείων ξένων καὶ ἐπιρροῶν ἐπιβλαβῶν ἀσχέτων πρὸς τὰ σπουδαστικὰ αἰτήματα, μεταξὺ τοῦ φοιτητικοὺ κόσμου, κίνδυνον, ὃν ἀντελήφθησαν ἢ θὰ ἔδει να ἀντιληφθοὺν πολυπλεύρως καὶ οὐχὶ μονομερῶς αἱ ὑπηρεσίαι πληροφοριῶν τῆς Ἀστυνομίας. (Ὁρᾶτε σχετικὴν ἀναφορὰν ἁρμοδίας ὑπηρεσίας). Καὶ οὕτω δεν ἐπιχειρεῖται εὐθὺς ἐξ ὑπαρχῆς τὸ λογικώτερον καὶ ἁπλούστερο, ὁ ἀποκλεισμὸς δηλονότι τοῦ τετραγώνου τοῦ κτιριακοὺ συγκροτήματος τοῦ Πολυτεχνείου καὶ ἡ ἀπαγόρευσις ἢ ὁ ἔλεγχος, ἔστω, τῶν εἰς τὸ Πολυτεχνεῖον εἰσερχομένων καὶ ἐξερχομένων αὐτοῦ. Οὕτω καὶ τὸ πανεπιστημιακὸν ἄσυλον θὰ διετηρεῖτο καὶ τὰ ἐπακολουθήσαντα ἔκτροπα θὰ προελαμβάνοντο. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα ὑπῆρξεν ἀληθῶς τραγικόν. Στοιχεῖα ξένα, ἄσχετα καὶ ἐχθρικὰ πρὸς τοὺς σπουδαστὰς εἰσέρχονται εἰς τὸ Πολυτεχνεῖον, ὁ ἱερὸς χῶρος τοῦ ὁποίου μεταβάλλεται εἰς αἱματοβαφὴ ὀτίβον ἑνὸς ἀπηνοῦς ἀγῶνος φανατικὼν πολιτικῶν ἀντιθέσεων. Ἐκπρόσωποι τῶν ποικίλων ἀποχρώσεων τῆς ἀριστερᾶς διασταρούνται μετὰ πρακτόρων τῆς ΚΥΠ καὶ ἀνυποψίαστοι ἁγνοὶ σπουδασταὶ συνεργάζονται μετὰ πρακτόρων μυστικῶν ὑπηρεσιών. Καὶ πάντες οὖτοι ἰδίας ἔχουν ἐπιδιώξεις, αἱ ὁποῖοι συμπορεύονται εἰς τὴν πρὸς ἴδιον ὄφελος ἀδίστακτον ἐκμετάλλευσιν τοῦ ἁγνοῦ ἰδεαλισμοὺ τῶν νέων (κατάθεσις ὑπ’ ἀρ. 176 καὶ μαγνητοταινία). Ἀπὸ τοῦ ἀπογεύματος τῆς Τετάρτης 14-11-1973, τὸ καθαρῶν σπουδαστικῶν αἰτημάτων φοιτητικὸν κίνημα, μεταλλάσσεται εἰς πολιτικὸν καὶ ἐκφράζεται ὡς ἀντίθεσις πρὸς τὴν κρατοῦσαν τότε δικτατορίαν. Τὰ ῥιπτόμενα δὲ ἀρχικὰ συνθήματα δηλοποιοὺν τὴν ἑνότητα εἰς αὐτὴν τὴν ἀντίθεσιν «ψωμὶ – παιδεία – ἐλευθερία – δημοκρατία, Λαϊκὴ Κυριαρχία, ἔξω ἀπὸ τὸ NATO, Δημοκρατικὴ παιδεία, κάτω ἡ Χούντα, ὄχι στον ἐμπαιγμὸ ἑνὸς τρελού» κ.ἅ. Ἡ τοιαύτη πρὸς τὸν πολιτικὸν χῶρον μετατόπισις τοῦ ἀγῶνος σωρευτικὰ προκαλεῖ γεγονότα καὶ ῥαγδαίας συνεπάγεται ἐξελίξεις. Ἡ βαρεῖα πολιτικὴ ἀτμόσφαιρα τῆς ἐποχῆς καὶ ἡ ἐπὶ ἔτη συμπιεζομένη πολιτικὴ βούλησις εὗρον ἄνοιγμα ἐκτονώσεως ἔντονον εἰς τὰ διὰ τῶν ἐκδηλώσεων προκαλούμενα ῥήγματα εἰς τὸν δικτατορικὸν μονολιθισμόν, ἐνῶ ὁ κατὰ τὴν ἰδίαν ἑσπέραν τεθεὶς εἰς λειτουργίαν πρόχειρος ῥαδιοφωνικὸς σταθμὸς τοῦ Πολυτεχνείου μεταβάλλει εἰς κήρυγμα εὔγλωττον, ἰσχυρῶν συγκινησιακῶν δονήσεων, γενεσιουργόν, τὴν κραυγήν: «Ἐδῶ Πολυτεχνεῖον, ἐδῶ Πολυτεχνεῖον, ἐδῶ ὁ ῥαδιοφωνικὸς Σταθμὸς τῶν ἐλευθέρων ἀγωνιζομένων Ἑλλήνων»! Ἡ στιγμὴ ἧτο κρίσιμος διότι ἡ ἐκδήλωσις ἧτο αὐτόχρημα ἐπαναστατικὴ – καὶ τὸ ἔτι σπουδαιότερον – ἐξεδηλοῦτο εἰς χῶρον ἐλευθερίας πνευματικῆς καὶ κατέκλυζε τάς ψυχὰς ἀμετανοήτων ἰδεολόγων ὅλων τῶν ἐποχῶν, τῶν νέων! Ἀπῃτεῖτο γνῶσις τοῦ ἀναφυομένου ἥδῃ προβλήματος καὶ ἐχρειάζετο σύνεσις, ἀντικειμενικότης, διορατικότης καὶ ψύχραιμος ἀποφασιστικότης διὰ τὴν ἀντιμετώπισιν καὶ ἐπίλυσιν τούτου. Καὶ ὡς πρὸς μὲν τὴν γνῶσιν σοβαρῶς ἐδοκιμάσθη, διότι οὐδεὶς τῶν ἀναλαβόντων τὴν εὐθύνην τῶν γεγονότων ἐκ τῶν τότε κρατούντων ἐδείχθη ὅτι κατενόει σοβαρῶς τὰ σπουδαστικὰ αἰτήματα καὶ τὴν ἰδιότυπον καὶ ἰδιόμορφον ψυχολογίαν τῶν νέων, οἱ ὁποῖοι εἰς τὰς προοδευτικὰς καὶ ἀνακαινιστικὰς τάσεις των ἐμφανίζονται ἀνέκαθεν ὡς ἀντιφρονοῦντες, ἀντικυβερνητικοὶ καὶ οὐχὶ σπανίως ἐπαναστατικοί. Ὡς πρὸς δὲ τὴν σύνεσιν, τὴν ψυχραιμίαν καὶ διορατικότητα τραγικὴ ἐπηκολούθησεν ἡ ἐκ τῶν ἐξελίξεων διάψευσις αὐτῆς τῆς ἐλπίδος.
Γ) ΠΕΜΠΤΗ 15-11-1973
Τὴν Πέμπτην, 15-11-1973, ἡ συγκέντρωσις λαμβάνει ἀμιγῶς πολιτικὸν χαρακτῆρα. Πλήθη λαοῦ κατέρχονται πρὸς τὸ Πολυτεχνεῖον, αἱ ἐκτὸς αὐτοῦ συγκεντρώσεις ὀγκοῦνται καὶ αὐξάνονται γεωμετρικὼς οἱ ἐντὸς αὐτοῦ εἰσερχόμενοι σπουδασταί, ἀλλὰ καὶ ἐργάται. Μαχητικά, ἀναρχικὰ καὶ ἀριστερὰ στοιχεῖα ἐπηρεάζουν πρὸς στιγμὴν τὸ διὰ τοῦ Ρ / Σ καὶ τῶν μεγαφώνων ῥιπτόμενα συνθήματα, ἐνῶ πράκτορες τῆς ΚΥΠ, τῆς ΕΣΑ καὶ ἄλλων μυστικῶν ὑπηρεσιὼν νοθεύουν τὴν καθαρότητα τῶν φοιτητικὼν συνθημάτων διὰ τῆς διαδόσεως ἀναρχικὼν καὶ ἀνατρεπτικῶν τοιούτων ὅπως: ΚΚΕ – κάτω τὸ Κράτος, Λαοκρατία, ζήτω ἡ σεξουαλικὴ ἐπανάστασις κ.ἅ. (κακότεχνος προβοκάτσια κατὰ Σιφναῖον καὶ Δασκαλόπουλον) καὶ προσπαθοὺν να ἐξωθήσουν καὶ παρασύρουν τοὺς σπουδαστὰς εἰς παντοίας πράξεις βίας καὶ δολιοφθορών. (Καταθέσεις ὑπ’ἀρ. 33, 61, 75, 130, 155, 159, 187, 202 καὶ 213). Καὶ οἱ σπουδασταὶ ἀμύνονται πρὸς πᾶσαν κατεύθυσιν. Ἐπαναφέρουν τὸν Ρ / Σ εἰς τὴν ὀρθὴν ἀντιδικτατορικὴν θέσιν τοῦ, ἁπαλείφουν ἀναρχικὰ καὶ ἐξτρεμιστικὰ συνθήματα, ἀποκαλύπτουν καὶ ἐκδιώκουν ἐκ τοῦ Πολυτεχνείου τοὺς πράκτορας, τοποθετοὺν φρουρὰς εἰς ἅπαντα τὰ ἐργαστήρια καὶ χώρους ὀργάνων πρὸς διαφύλαξιν τῶν ἔναντι πάσης φθορᾶς ἢ ζημίας, ὀργανώνουν ἐπιμελῶς τὴν αὐτόθι παραμονὴν τῶν διὰ τοῦ ὁρισμοῦ εἰδικῶν ἐπιτροπῶν κατὰ τομεῖς, ἐπιμελούμενοι καὶ αὐτῆς τῆς καθαριότητος, καταστρέφουν ὅμως ἀπὸ συμφώνου οἱ ἴδιοι τὸ γραφεῖον τοῦ Κυβερνητικοῦ Ἐπιτρόπου καὶ καλοῦν τὸν λαὸν εἰς συμπαράστασιν καὶ ἐξέγερσιν. (Ὁρᾶτε καταθέσεις ἁπάντων τῶν καθηγητῶν τοῦ Πολυτεχνείου καὶ τοῦ ἐπιμελητοῦ Ἰατρίδη). Ἐκτὸς τοῦ Πολυτεχνείου ἡ κατάστασις ἐμφανίζεται περισσότερον ἔκρυθμος, διότι ἡ εὐρύτης τῶν χώρων καὶ ἡ ἐντεῦθεν ἐλευθερία κινήσεων διευκολύνει τάς μαζικὸς συγκεντρώσεις καὶ μαχητικὰς ἐκδηλώσεις εἰς διάφορα σημεῖα τοῦ κέντρου τῆς πόλεως. Κινήσεις διαδηλωτών, συγκεντρώσεις, μικροσυμπλοκαὶ μὲ ἀστυνομικούς, διανομὴ προκηρύξεων, ἐπικόλλησις ἢ ἀναγραφὴ συνθημάτων εἰς αὐτοκίνητα κ.λπ. μεταφοραὶ τροφίμων καὶ φαρμάκων εἰς τοὺς ἐντὸς τοῦ Πολυτεχνείου, μεμονωμένα περιστατικὰ προπηλακισμοῦ εἰς βάρος ἀστυνομικῶν καὶ στρατιωτικῶν καὶ διακοπὴ τῆς ἔμπροσθεν τοῦ Πολυτεχνείου κυκλοφορίας κατὰ τάς ἐσπερινὸς ὥρας εἶναι τὰ κύρια χαρακτηριστικὰ τῆς ἡμέρας ταύτης. Ἀπὸ πλευρὰς ὑπευθύνων συνεχίζετο, περιέργως, ἡ ἀπραξία καὶ ἐφεκτικότης. Πραγματοποιείται συνάντησις τοῦ Ὑπουργοῦ Παιδείας μετὰ τοῦ Πρωθυπουργοῦ καὶ ἀμφοτέρων, ἀκολούθως μετὰ τοῦ τότε Προέδρου τῆς Δημοκρατίας, παρισταμένου καὶ τοῦ Ὑπουργοῦ Δημοσίας Τάξεως. Ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας – καθ ἃ ὑπὸ τοῦ Πάν. Σιφναίου κατατίθεται – ἐξεδηλώθη ἀντίθετος πρὸς πᾶσαν ἐπέμβασιν εἰς τὸ Πολυτεχνεῖον, συμφωνῶν ἐν τούτῳ μὲ τὴν ἀπόφασιν τῆς Συγκλήτου. Καὶ εἰς τὴν γενομένην πρὸς αὐτὸν παρατήρησιν περὶ κινδύνου προκλήσεως μεγάλων καταστροφῶν ἀπήντησεν: «Ἂς τὰ σπάσουν. Ἂς κάψουν καὶ τὸ Πολυτεχνεῖον. Ἔχομε λεπτὰ διὰ να τὰ ξαναφτιάξω μέν. Ἂς κατεβοὺν καὶ στους δρόμους. Ἂς σπάσουν τις βιτρίνες». Ἐπεδίωκε προφανῶς – ἐπιλέγει ὁ αὐτὸς πάντοτε τότε Ὑπουργὸς Παιδείας – πολιτικὰ ὀφέλῃ. Ποία καὶ πῶς ὅμως; Ἰδοὺ τὸ ἐρώτημα!
Δ) ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 16-11-1973
Τὸ δρᾶμα τῶν γεγονότων τοῦ Πολυτεχνείου ὁδηγείται εἰς τὴν τραγικὴν τοῦ κορύφωσιν καὶ τὴν αἱματηρὰν τοῦ κατάληξιν. Ἐντὸς μὲν τοῦ Πολυτεχνείου ἡ θέσις τῶν ὡς εἴρηται, ποικιλωνύμων φατριῶν καὶ πολιτικῶν τάσεων σκληρύνεται, ἐνῶ τὰ διὰ τοῦ Ρ / Σ ἐκπεμπόμενα συνθήματα συγκινούν, προκαλοῦν, διεγειροῦν καὶ κινητοποιοὺν μάζας λαοῦ εἰς ὁμαδικὰς συγκεντρώσεις. Κατὰ τάς μεσημβρινὰς ὥρας πραγματοποιοῦνται αἱ πρῶτοι μεγάλοι πορεῖαι πρὸς Ὁμόνοιαν καὶ Πολυτεχνεῖον διὰ τῶν μεγάλων ἀρτηριῶν: Αἰόλου, Σταδίου, Πανεπιστημίου, Πατησίων καὶ Ἀλεξάνδρας. Τὴν 18.00ην ὤραν μέγα πλῆθος διαδηλωτῶν πορεύεται πρὸς τὸ Σύνταγμα.
Ἀνακόπτεται ὅμως ὑπὸ ἀστυνομικῶν δυνάμεων ἡ πορεία του καὶ εἰς τὴν συμβολὴν τῶν ὁδῶν Σταδίου – Δραγατσανίου καὶ Κοραῆ ἐπιχειρεῖται ἡ βιαία διάλυσίς του. Κατὰ τὴν ἐπανακολουθήσασαν συμπλοκὴν ῥέει τὸ πρῶτον αἷμα, διότι ὑπῆρξαν ἑκατέρωθεν τραυματίαι. Κατά τινας μάλιστα μαρτυρίας, μὴ πλήρως ἐξελεγχθείσας, ἐτραυματίσθησαν θανασίμως νεαρὰ διαδηλώτρια καὶ διαδηλωτὴς καὶ ἐπυροβολήθη δὶς Ὑπαστυνόμος ἀνεπιτυχῶς (καταθέσεις ὑπ’ ἀριθ. 215, 216 καὶ 217). Στοιχεῖα ὕποπτα καὶ ἀνεύθυνα, ὁμαδικῶς ἢ καὶ ἀτομικῶς ἐνεργούντα, προβαίνουν εἰς πράξεις βιαιοπραγίας κατὰ πολιτῶν καὶ εἰς καταστροφὰς περιουσιῶν (θραύσεις βιτρινῶν καὶ προθηκῶν καταστημάτων – κατάθεσις 239). 
Ὁμὰς διαδηλωτῶν ἐπέτυχε καὶ εἰσῆλθε εἰς τὸ ἐπὶ τῆς ὁδοῦ Αἰόλου ἀρ. 104 Μέγαρον τῆς Νομαρχίας Ἀττικῆς καὶ μετὰ κόπου ἐξεβλήθη ὑπὸ τῶν ἀστυνομικῶν. Ἡ κατάστασις συνεχῶς ἐκτραχύνεται καὶ καθίσταται ἐπικίνδυνος. Τὴν 19.30 ὤραν ζητεῖται ὑπὸ τῆς Ἀστυνομίας ἡ ἐπικουρία τῆς Χωροφυλακῆς, ἥτις καὶ ἀναλαμβάνει τὴν φρούρησιν διαφόρων δημοσίων καταστημάτων, (ἔγγραφον τῆς ὑπ’ ἀρ. Ἒ 34356 Φ 0025 / 16-11-1973).
Περὶ ὤραν 20.30 ἀρχίζουν αἱ πρῶτοι συγκεντρώσεις καὶ ἐπιθέσεις τῶν διαδηλωτῶν κατὰ τοῦ ἐπὶ τῆς συμβολῆς τῶν ὁδῶν Γ΄ Σεπτεμβρίου καὶ Μάρνη κτιρίου τοῦ Ὑπουργείου Δημοσίας Τάξεως, αἵτινες καὶ κατὰ τρεῖς διαδοχικὸς φάσεις συνεχίζονται μέχρι τῆς 22.30 ὥρας. Ἐπιτυγχάνεται ἀρχικῶς ἡ ἀπόκρουσις καὶ διάλυσις τῶν διαδηλωτῶν δι’ ἁπλῶν ἀπωθήσεων καὶ χρήσεως ἀστυνομικῶν ῥάβδων, ὡς καὶ δακρυγόνων ἀερίων. Κατὰ τάς τελικὰς ὅμως φάσεις τῶν ἐπιθέσεων τούτων γίνεται χρῆσις πυροβόλων ὅπλων, τῇ ἐντολῇ τοῦ Διοικητοῦ τοῦ Μικτοῦ Ἐπιτελείου τοῦ Ὑπουργείου Στρατηγοῦ Βαρνάβα. 
Ὡς πρὸς τὸν χαρακτῆρα τῆς τοιαύτης χρήσεως τῶν ὅπλων τὰ ὑπὸ τῶν ἁρμοδίων ὑποστηριζόμενα σοβαρῶς πρὸς τὴν πραγματικότητα ἀντιτίθενται. Ὁμιλοῦν οὕτω περὶ πυροβολισμῶν εἰς τὸν ἀέρα πρὸς ἐκφοβισμὸν ἐνῶ οἱ δύο (2) πρῶτοι νεκροὶ ἐκ τοῦ καταλόγου τῶν γνωστῶν θυμάτων ἔπεσαν εἰς τὸν γύρωθεν χῶρον καὶ ἀκόμη ὑπῆρξαν πολλοὶ τραυματίαι. Ἐν τῇ ἐρεύνῃ ἀκολούθως τῆς νομιμότητος τῆς οὕτω γενομένης χρήσεως τῶν ὅπλων σοβαρὰ διαπιστοῦται ἀντίθεσις ἀπόψεων τῶν τότε ὑπευθύνων ὑπηρεσιακῶν παραγόντων, τῶν μὲν ὑποστηριζόντων ὅτι νομίμως ἐγένετο ἡ χρῆσις τῶν ὅπλων (κατάθεσις ὑπ’ ἀρ. 151), τῶν δὲ τουναντίον ὅτι μεταξὺ τῶν νομίμων μέσων δὲν ἧτο καὶ ἡ χρῆσις τῶν ὅπλων κατὰ τοῦ πλήθους (κατάθεσις ὑπ’ ἀριθ. 180). 
Ἡ κατὰ τοῦ πλήθους ὅμως χρῆσις τῶν ὅπλων διαπιστούται, ὡς ἐτονίσθη ἤδη, κατὰ τρόπον ἀναμφισβήτητον. Πέραν τῶν συγκεκριμένων καὶ ἐπωνύμων θυμάτων, τὰ ἐπὶ τῶν κατέναντι τοίχων καὶ τῶν αὐτόθι ἐπὶ τῶν ὁδῶν ἐσταθμευμένων αὐτοκινήτων διαπιστωθέντα καὶ εἰσέτι ὑπάρχοντα ἴχνη ἐκ προσκρούσεως βλημάτων πυροβόλων ὅπλων, εἰς μακρὸν μάλιστα ἀπὸ τοῦ ἐδάφους ὕψος καταδεικνύουν τὸ ἕωλον τοῦ περὶ ἐκφοβιστικῶν βολῶν ἰσχυρισμοῦ. Ἡ ὕπαρξις τέλος ἐλευθέρων σκοπευτῶν, ἐλευθέρως εἰς τὸν χῶρον τοῦ Ὑπουργείου κινουμένων, καθιστᾲ ὕποπτον πᾶσαν ἀντίθετον θέσιν. Διότι ὑπῆρξεν ἀληθῶς τραγικὴ ἐν τῇ ἐνεργηθείσῃ ἐρεύνῃ ἡ ἀκόλουθος ἀποκάλυψις: Ἄτομον ἐν πολιτικῇ περιβολῇ, φέρον κόμην μακρὰν καὶ γενειάδα, ἐκράτει μακρύκανον πυροβόλον ὅπλον καὶ οὐ μόνον ἐλευθέρως καὶ ἀνεμποδίστως ὡς εἰς οἰκεῖον καὶ γνώριμον χῶρον, ἐκινεῖτο μεταξὺ τῶν ὀργάνων τοῦ Ὑπουργείου Δημοσίας Τάξεως, ἀλλὰ καὶ ἐπυροβόλει διὰ τοῦ ὅπερ ἔφερε φονικοῦ ὅπλου ἐκ διαφόρων σημείων τοῦ κτιρίου καὶ ἀπὸ τῆς ταράτσας, ἀλλὰ καὶ ἐκτὸς αὐτοῦ, κατὰ τοῦ πλήθους ἢ καὶ μεμονωμένων διαδηλωτῶν πρὸς τὸ Πολυτεχνεῖον καὶ τὴν ὁδὸν Ἀβέρωφ. Τὰ στοιχεῖα ταυτότητος καὶ ἡ κακοῦργος συμπεριφορὰ τοῦ ἀδιαστάκτου τούτου φονέως βεβαιοῦνται ἐκ τῶν συλλεγεισῶν ἀποδείξεων (ὁρᾶτε καταθέσεις ὑπ’ ἀρ. 25, 151, 181 καὶ 251). 
Ἀπὸ τῆς 20.00 ὤρας περίπου ἤρχισεν ἡ ἐντὸς καὶ ἐκτὸς τοῦ Πολυτεχνείου ῥῖψις βομβίδων δακρυγόνων ὑπὸ τῆς Ἀστυνομίας, ἐνῶ ἡ ψυχραιμία καὶ ἡ ὑπευθυνότης εἶχον ἐγκαταλείψει πολλὰ ἀπὸ τὰ κατώτερα ἰδία, ὄργανά της. Οὐ μόνον ἐκτύπων ἀνηλεῶς καὶ βαναύσως τοὺς διαδηλωτάς, σοβαρὰς προκαλοῦντες εἰς τούτους κακώσεις, ἀλλὰ καὶ ἐπυροβόλουν διὰ τῶν ὅπλων των (καταθέσεις ὑπ’ ἀριθ. 209, 227, 228 καὶ 258). Καὶ εἶναι εὔκολον νὰ κρίνῃ τις καὶ νὰ παρακολουθήσῃ τὴν κατεύθυνσιν των ὑπὸ τὴν δόνησιν παρομοίων ψυχικῶν ἐκρήξεων ἐξαπολυομένων βολίδων!
Εἰς ἕτερα σημεῖα τῶν ὁδῶν Πατησίων καὶ Ἀλεξάνδρας πυραὶ ἠνάπτοντο, ὀχήματα μετεκινοῦντο καὶ ἀνετρέποντο, ὀδοφράγματα ἀνεγείροντο, φθοραὶ καὶ καταστροφαὶ περιουσιῶν προεκαλοῦντο. Καὶ μέσα εἰς τὸν ὀρυμαγδὸν αὐτὸν τῆς καταστροφῆς καὶ τοῦ ἐλλοχεύοντος θανάτου ἔπιπτον οἱ πρῶτοι νεκροὶ καὶ τραυματίαι. Εἶναι ἔργον δικαιοσύνης δὲ ἐξ ὑπαρχῆς νὰ τονισθῇ ὅτι ἡ τραγωδία δὲν ὑπῆρξεν μονόπλευρος καὶ δεν ἐβάρυνεν μόνον τὸ ἄοπλον πλῆθος καὶ τοὺς νέους διαδηλωτάς, διότι ὑπῆρξαν καὶ περιπτώσεις τραυματισμοῦ ἀστυνομικῶν. Κατὰ δεκάδας οἱ τραυματίαι διακομίζονται εἰς τὸν πρόχειρον ὑγειονομικὸν σταθμὸν τοῦ Πολυτεχνείου καὶ ἐκεῖθεν πρὸς τὸν ΣΑΒ καὶ τὸ Ῥυθμιστικὸν Κέντρον Ἀθηνῶν. Πολλοὶ δὲ ἐξ αὐτῶν εἰσήρχοντο εἰς τὰς γύρωθεν κατοικίας ὅπου εὐγενεῖς συνάνθρωποί τους περιέθαλπον καὶ προσέφερον τὰς ὑπηρεσίας των. Εἶχεν ἀρχίσει ἤδη ἡ κίνησις τῶν ἀσθενοφόρων. Δεν ὑπῆρξεν ὅμως ἡ ἀναμενομένη, οὔτε ἀνάλογος πρὸς τὸ μέγεθος τῆς καταστροφῆς. 
Δισταγμός, ἐπιφυλακτικότης, φόβος; Ἴσως, διότι καὶ ἀσθενοφόρα ἐβλήθησαν καὶ παρημποδίσθησαν ὑπὸ ὁμάδων πολιτῶν καὶ τῆς Ἀστυνομίας να ἐκτελέσουν τὸ ἔργον των (καταθέσεις ὑπ’ ἀριθ. 68 καὶ 227). Ἄγνωστόν τι ἀκριβῶς ἐπηρέασε τὴν βούλησιν τῶν ὑγειονομικῶς ὑπευθύνων. Ὑπῆρξαν ὅμως καὶ ἐνθαρρυντικοὶ ἐξαιρέσεις διακεκριμένων πράξεων φιλαλληλίας καὶ ἀλτρουισμού. Ἰατροὶ τῶν γύρῳ περιοχῶν προσέτρεξαν εἰς τὸ Πολυτεχνεῖον, ὑπείκοντες εἰς τὴν φωνὴν τοῦ ἀνθρωπιστικοῦ καὶ ἰατρικοῦ των καθήκοντος, ἄγνωστοι καὶ ἀνώνυμοι ἰδιῶται κινητοποιοῦνται, ἀδελφοὶ νοσοκόμοι προσφέρονται καὶ ἰατροὶ ἐκ τοῦ Ῥυθμιστικοῦ Κέντρου κατέρχονται εἰς τὸ Πολυτεχνεῖον διὰ νὰ προσφέρουν τὰς ὑπηρεσίας των καὶ παραλάβουν τραυματίας. 
Ὅτε ὅμως ἤρχισεν ἡ διακομιδὴ τῶν πρώτων τραυματιῶν, εἰς τὸ Ῥυθμιστικὸν Κέντρο Ἀθηνῶν ἡ ἀνθρώπινη βαρβαρότης ἔδειξε τὸ ἀληθὲς προσωπεῖον τῆς, ἠμαύρωσε καὶ διέσυρε πᾶσαν ἔννοιαν φιλαλληλίας καὶ ἀνθρωπισμοῦ. Οἱ τραυματίαι δὲν ἀπετέλουν ἐκεῖ ἀντικείμενον περιθάλψεως καὶ μερίμνης, ἀλλὰ στόχον καννιβαλικῶν ἐκδηλώσεων ἐκ μέρους εὐαρίθμων, ἐκ τῶν αὐτόθι ὑπηρεσιακῶς εὑρισκομένων, ἀστυνομικῶν ὑπαλλήλων, ὑπὸ τάς εὐλογίας καὶ παροτρύνσεις τοῦ τότε διοικητικοῦ Διευθυντοῦ τοῦ Νοσοκομείου, ὅστις κραδαίνων παρανόμως περίστροφον, ὑβρίζων καὶ ἀπειλῶν καὶ βλασφημῶν, περιεφέρετο εἰς τοὺς χώρους τοῦ Νοσοκομείου ἐνσπείρων τὸν τρόμον (ὁρᾶτε καὶ κατάθεσιν τοῦ ἰδίου). Ὑβρίζοντα ἀναιδῶς καὶ ἐκακοποιοῦντο βαναύσως οὐ μόνον οἱ τραυματίαι ἀλλὰ καὶ οἱ σύνοδοί των. Καὶ ὑπῆρξαν πολλοὶ περιπτώσεις βαρυτάτων τραυματισμῶν, ὑπὸ τῶν «γενναίων» αὐτῶν ἀστυνομικῶν προκληθέντων. 
Τὸ ἀνήκουστον ὅμως καὶ φοβερὸν εἶναι ὅτι ἐδολοφονήθη ἄνθρωπος ἐν ψυχρῷ ἐκ τῆς κακουργίας των ταὔτης: 
«Γύρῳ στα μεσάνυκτα τῆς Παρασκευῆς – κατατίθεται ὑπὸ ὑπαλλήλου τοῦ Ῥυθμιστικοῦ (κατάθεσις ὑπ’ ἀρ. 78) – ἔνας νέος ἄνθρωπος, ᾖλθε στὸ Ῥυθμιστικό, ζητῶντας πληροφορίες γιὰ τοὺς δικούς του. Ἔπεσαν ἐπάνω του τρεῖς ἀστυφύλακες ποὺ ἦσαν στὸ Ῥυθμιστικὸ καὶ τὸν κομμάτιασαν κυριολεκτικῶς στὸ ξύλο μὲ ἀποτέλεσμα νὰ πεθάνῃ. Τὸν μετέφεραν ἐν συνεχείᾳ, στὸν νεκροθάλαμο». Τοῦ τραγικοῦ περιστατικοῦ ὑπῆρξαν καὶ ἄλλοι αὐτόπται, οἱ ὁποῖοι καταθέτουν ὁμοίως καὶ ἀποκαλύπτουν μερικοὺς ἐκ τῶν δολοφόνων (καταθέσεις ὑπ’ ἀριθ. 69, 70, 77, 79, 86 καὶ 94). Ἰατρὸς χειρουργὸς Ῥυθμιστικοῦ καταθέτει ὅτι ὑπέκυψεν εἰς τάς χεῖρας του τραυματίας διὰ πυροβόλου ὅπλου, συνεπείᾳ βαρείας κρανιοεγκεφαλικῆς κακώσεως ἐκ ξυλοδαρμοῦ (κατάθεσις ὑπ’ ἀριθ. 86) καὶ ὑπάλληλος τοῦ ἰδίου Νοσοκομείου τονίζει ὅτι: «τὸ θέαμα ἦτο φοβερὸ καὶ μᾶς ἔκανε νὰ ντρεπόμαστε γιὰ τὴν κατάντια μας» (κατάθεσις ὑπ’ ἀριθ. 79). 
Ἐν ὅψει τῆς θλιβερᾶς ταύτης πραγματικότητας οἱ μὲν ἰατροὶ ἐφυγάδευσαν τοὺς τραυματίας ἢ κατεσκεύασαν ψευδῶς τὰ στοιχεῖα τῆς ταυτότητός των, ἵνα ἀποφύγουν οὗτοι τὰς ἐν συνεχείᾳ βεβαίας κακοποιήσεις των, οἱ δὲ τραυματίαι ἀπέφευγαν νὰ μεταβοῦν εἰς Νοσοκομεῖα ἢ Κλινικός. Καὶ οὕτῳ τὴν ἐνροπήν, περὶ ᾖς ἡ ἀνωτέρω κατάθεσις, διεδέχθη ὁ φόβος τῶν ἀσθενῶν καὶ ἡ ἐκ τῶν Ναῶν τῆς Ὑγείας ἀπομάκρυνσίς των! Δεῖγμα καὶ τοῦτο τῆς πολιτιστικῆς ἐξελίξεως μιᾶς ἐποχῆς.
Ποία ὅμως ἦτο ἡ ἐξέλιξις τῶν γεγονότων κατὰ τὴν ἡμέραν ταύτην ὑπὸ ἄποψιν ὑπευθύνου ἀντιμετωπίσεώς των. Περὶ ὤραν 11.00η πραγματοποιεῖται σύσκεψις εἰς τὸ γραφεῖον τοῦ Πρωθυπουργοῦ, παρισταμένων τῶν Ἀντιπροέδρων τῆς Δημοκρατίας καὶ Κυβερνήσεως, τῶν Ὑπουργῶν Παιδείας καὶ Δημοσίας Τάξεως, τοῦ Ὑφυπουργοῦ παρὰ τῷ Πρωθυπουργῷ καὶ τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς Ἀστυνομίας. 
Μετὰ 10λεπτον προσέρχεται εἰς τὴν σύσκεψιν καὶ ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας. Καὶ κατὰ τὴν σύσκεψιν ταύτην ἀποφασίζεται καθ’ ᾆ ὑπευθύνως ὑπὸ τότε Κυβερνητικῶν παραγόντων ὑποστηρίζεται καὶ κατατίθεται, ὅτι ἐπ’ οὐδενὶ λόγῳ θὰ ἐχρησιμοποιοῦντο ὅπλα, ἂν προεβάλλετο ἀντίδρασις καὶ μόνον ἐν ἐσχάτῃ ἀνάγκῃ θὰ ἐπετρέπετο ἡ χρῆσις δακρυγόνων, ἀπαγορευομένης ὅμως τῆς ῥίψεως τούτων ἐντὸς τοῦ Πολυτεχνείου. 
Ἡ διὰ τῶν γεγονότων ὅμως ἀναφανεῖσα ἀκολούθως πραγματικότης παρουσιάζεται ἄντικρυς ἀντίθετος τῶν ἐκτεθέντων θεωρητικῶν ἐξορκισμῶν, διότι ἰσχυροὶ στρατιωτικαὶ δυνάμεις ἐκλήθησαν, χρῆσις ὅπλων ἐγένετο καὶ ἀληθὴς βομβαρδισμὸς διὰ δακρυγόνων τῶν ἐντὸς τοῦ Πολυτεχνείου ἔλαβε χώραν. Καὶ εἰς τὸ ἀνάκυπταν εὔλογον, ἐκ τῶν ἀνωτέρῳ ἐρώτημα δίδεται ἡ ἀκόλουθος – ὑπὸ τοῦ τότε ἀρχηγοῦ τῆς Ἀστυνομίας – ἀπάντησις: «Αἱ ὑπάρχουσαι ἀστυνομικαὶ δυνάμεις, παρὰ τὴν ἐνίσχυσιν τῆς Χωροφυλακῆς, δὲν ἠδύνατο νὰ ἀνταποκριθοῦν διὰ τὴν ἀποκατάστασιν τῆς τάξεως. Ἐνημερώθη σχετικῶς τὸ γραφεῖον Προέδρου Δημοκρατίας (ταξίαρχος Παρασκευᾶς Ἰωαννίδης), ὅστις μετ’ ὁλίγον καὶ περὶ ὤραν 23.15 μοῖ ἀνεκοίνωσε τηλεφωνικῶς ὅτι ἀπεφασίσθη ὑπὸ τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας ἡ ἐνίσχυσις τῶν ἀστυνομικῶν δυνάμεων ὑπὸ τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων, ἤτοι διὰ τριῶν ἢ τεσσάρων ἁρμάτων μάχης, ἅτινα διὰ τῆς ἐντυπωσιακῆς ἐμφανίσεώς των καὶ μόνον εἰς τὸν χῶρον τοῦ Πολυτεχνείου, θὰ ἐξηνάγκαζον ψυχολογικῶς τοὺς ἐντὸς εὑρισκομένους νὰ ἐγκαταλείψουν τὰς αἰθούσας καὶ τὸ προαύλιον τοῦ ΕΜΠ» (ὁρᾶτε κατάθεσιν ἀνωτέρῳ).
Καὶ οὕτω ἡ εἰς ἀδυναμίαν εὑρισκομένη Ἀστυνομία δὲν συνειδητοποιεῖ ἡ ἰδία τὴν ἀνάγκην τῆς ἐνισχύσεώς της, ἀλλὰ τῆς ἐμπνέεται ἄνωθεν καὶ διατάσσεται νὰ διαβιβάσῃ τὸ ἔγγραφον ἵνα πληρωθῇ ὁ τύπος τοῦ νόμου, διότι – ὡς ἐπιλέγει εἰς τὴν κατάθεσίν του ὁ τότε Διευθυντὴς τῆς Ἀστυνομίας – «εἶχεν ἀποφασισθῆ πρὸ πολλοῦ ἡ ἐπέμβασις τοῦ Στρατοῦ καὶ τὰ ἅρματα, ὅτε ἑγὼ ὑπέγραφον ἦσαν ἕτοιμα, ἢ καὶ ἐκινοῦντο» (ὁρᾶτε κατάθεσιν) καὶ πρὸς τὴν ἄποψιν ταύτην πλήρως στοιχεῖται καὶ ἡ ὑπὸ τοῦ τότε Ἀρχηγοῦ Ἐνόπλων Δυνάμεων λαμβανομένη θέσις ἔναντι τῶν γεγονότων (ὁρᾶτε κατάθεσιν).
Εὔγλωττοι καὶ ἀληθῶς ἀποκαλυπτικοὶ διὰ τὴν ἔρευναν οἱ προεκτεθεῖσαι λογικοὶ καὶ πραγματικοὶ ἀντιθέσεις! Ὑποβάλλει πράγματι, κατὰ διαταγὴν τοῦ Ἀρχηγοῦ, ὁ Διευθυντὴς τῆς Ἀστυνομίας τὴν 23.30 ὤραν τὸ ὑπ’ ἀριθμὸν Β 34258 Φ 0025 /16-11-1973 ἔγγραφον τοῦ πρὸς τὴν ΑΣΔΕΝ πρὸς παροχὴν ἀναλόγου ἐνισχύσεως, συμφώνως τῷ ὑπ’ ἀριθ. 341 κανονισμῷ «περὶ τῆς ἐν πόλεσι καὶ φρουρίοις ὑπηρεσίας τῶν στρατευμάτων (Β.Δ. ἀπὸ 4-9-1949)». Καὶ ἡ πρὸς ψυχολογικὸν ἐκφοβισμὸν ἀποβλέπουσα ἀνάλογος αὔτη ἐνίσχυσις τὸ μὲν διέτρεξαν ὅλα τὰ ἀπὸ τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας μέχρι τοῦ ΣΔΑ ἱεραρχικὼς ἀνώτερα στρατιωτικὰ κλιμάκια, τὸ δὲ περιελάμβανε τάς ἀκολούθους στρατιωτικὰς δυνάμεις: 
α) Μίαν διλοχίαν τοῦ 28ου συντάγματος, ἐδρεύοντος ἐν Χαϊδαρίῳ μὲ 10-12 τεθωρακισμένα ὀχήματα μεταφορᾶς προσωπικοῦ τοῦ ΚΕΒΟΠ. Ἡ κίνησις τῶν μονάδων τούτων πρὸς τὰ στρατόπεδα: Αὐξεντίου, Σταθμοῦ Λαρίσης καὶ 951 Λόχου ΕΣΑ διετάχθη τὴν 21.30 – 22.00 ὥραν. (Ὁ τοιοῦτος χρόνος κινήσεως ἐπιβεβαιοῖ τὸ ἀνωτέρῳ κατατεθὲν ὑπὸ τοῦ τότε Ἀστυνομικοῦ Διευθυντοῦ Ἀθηνῶν), 
β) Δυνάμεις καταδρομῶν καὶ δὴ τὴν Διοίκησιν τοῦ συντάγματος Ἀλεξιπτωτιστῶν, 1ην καὶ 2αν μοῖραν Ἀλεξιπτωτιστῶν, τμῆμα τῆς Σχολῆς Ἀλεξιπτωτιστῶν μετὰ τεθωρακισμένων ὁμοίως ὀχημάτων μεταφορᾶς προσωπικοῦ. Ἡ κίνησις τῶν τμημάτων τούτων διετάχθη περὶ τὴν 23.00 ὤραν καὶ 
γ) Οὐλαμοὺς ἁρμάτων μάχης τοῦ ΚΕΤΟ, ἀνήκοντος πιθανῶς εἰς τὴν 30ήν ΕΜΑ. Ὁ συντονισμὸς κινήσεως τῶν δυνάμεων τούτων ἀνῆκεν εἰς τὸν Διοικητὴν τῆς ΑΣΔΕΝ, ὅστις καὶ ὥρισεν Συνταγματάρχην ὡς ἐπικεφαλῆς διὰ τὴν ἐπὶ τόπου ἐφαρμογὴν τῶν διαταγῶν τοῦ. Ἀποστολή του, ὡς αὕτη προσδιορίζεται ὑπὸ τοῦ τότε Ἀρχηγοῦ Ἐνόπλων Δυνάμεων, ἧτο ἡ ἐν συνεργασίᾳ μετὰ τοῦ Διευθυντοῦ τῆς Ἀστυνομίας ἀποκατάστασις τῆς τάξεως καὶ ἡ ἐκκένωσις τοῦ Πολυτεχνείου. Ὁ τρόπος ἐκτελέσεως τῆς ἀποστολῆς ταύτης ἐναπέκειτο εἰς τὴν διακριτικὴν τοῦ εὐχέρειαν κατ’ ὀρθὴν ἐκτίμησιν τῆς ἣν ἀντιμετώπιζε καταστάσεως, ἐντὸς τῶν πλαισίων πάντοτε τοῦ κυρίως ἐπιδιωκομένου ψυχολογικοῦ ἐπηρεασμοῦ καὶ τῆς μὴ χρήσεως ὅπλων. 
Ἐβεβαιώθησαν πλήρως ὑπὸ τῆς ἐνεργηθείσης ἐρεύνης τὰ στοιχεῖα ταυτότητος ἁπάντων τῶν ἐπικεφαλῆς τῶν ἀνωτέρῳ στρατιωτικῶν τμημάτων Ἀξιωματικῶν, ὡς καὶ τοῦ ὑπὸ τοῦ Διοικητοῦ τῆς ΑΣΔΕΝ ὁρισθέντος Συνταγματάρχου ὡς συνδέσμου, μεταξὺ αὐτοῦ καὶ τῆς Ἀστυνομικῆς Διευθύνσεως Ἀθηνῶν (περὶ τῶν στοιχείων τούτων καὶ πάντων τῶν ἐκτεθέντων ὁρᾶτε καταθέσεις ὑπ’ ἀριθ. 105, 110, 133 καὶ 164 ὡς καὶ 72, 76, 116 καὶ 159).
Ε) ΣΑΒΒΑΤΟΝ, 17-11-1993
Ὁδηγούμεθα ἤδη ῥαγδαίως εἰς τὴν λῦσιν τοῦ δράματος. Περὶ τὸ μεσονύκτιον τῆς Παρασκευῆς, 16-11-73, αἱ μὲν ἀστυνομικαὶ δυνάμεις ἔχουν ἀποκλείσει τὸ οἰκοδομικὸν τετράγωνον τοῦ Πολυτεχνείου διὰ τῆς τοποθετήσεως ἀνδρῶν εἰς ἐπίκαιρα σημεῖα προσβάσεων ὑπὸ τοὺς Ἀστυνομικοὺς Διευθυντὰς, ὁ δὲ στρατὸς εὑρίσκεται ἤδη ἐν κινήσει ἐγγὺς τοῦ Πολυτεχνείου. Τὸ τριήμερον τῶν συνεχῶν συγκρούσεων καὶ ὁ κάματος ἔχουν ὑπερφορτίσει μέχρις ἐκρηκτικότητος τὴν ψυχολογίαν τῶν συμμετεχόντων εἰς τὴν ἐπιχείρησιν ἀστυνομικῶν ὑπαλλήλων. 
Περὶ τὴν 01.30 ὤραν τοῦ Σαββάτου, 17-11-73, τὰ ἐκ τῆς Λεωφόρου Ἀλεξάνδρας κατερχόμενα ἅρματα ἐστάθμευσαν εἰς τὴν πλατεῖαν Αἰγύπτου, ἐνῶ ὄγκος διαδηλωτῶν εὑρίσκετο εἰς τὸ ὕψος τῶν πρὸ τοῦ ΟΤΕ κτισμάτων καὶ καθ’ ὅλον τὸ πλάτος τῆς Λεωφόρου Πατησίων. 
Νεαρὸς Ἀξιωματικὸς ἀγνώστου ταυτότητος, κατελθὼν ἐνὸς τῶν ἁρμάτων μετὰ τοῦ ὀπλοπολυβόλου του, τοποθετεῖται εἰς τὸ μέσον τῆς Πατησίων καὶ ὑβρίζων πυροβολεῖ πρὸς τὴν κατεύθυνσιν τῶν διαδηλωτῶν (ὁρᾶτε κατάθεσιν ὑπ’ ἀριθ. 49). Καὶ καθ’ ὅλην ὅμως τὴν ἐντὸς τῆς πόλεως διαδρομὴν τῶν ἁρμάτων ῥίπτονται πυροβολισμοὶ ἐξ αὐτῶν. «Διεπίστωσα μετ’ ἐκπλήξεως – καταθέτει ὁ τότε Διευθυντὴς τῆς Ἀστυνομίας – ὅτι τὰ ἅρματα ἦσαν οὐχὶ 2 ἢ 3 ἀλλὰ εὐάριθμα. Μερικὰ τούτων ἐκινήθησαν ἐπὶ τῶν πέριξ τοῦ Πολυτεχνείου ὁδῶν, ἔρριπτον δὲ ῥιπὰς πολυβόλων. Τελικὼς παρετάχθησαν πρὸ τοῦ Πολυτεχνείου μὲ ἀνημμένους τοὺς προβολεῖς καὶ τὰ πολυβόλα ἐστραμμένα πρὸς τὸ Πολυτεχνεῖον. Ἐρρίπτοντο παρ’ αὐτῶν ἐκφοβιστικαὶ βολαί. Ἐπλησίασα Ἀξιωματικὸν καὶ τοῦ εἶπον ὅτι ὁ πυροβολισμὸς εἶναι ἐπικίνδυνος διὰ τοὺς εἰς τάς παρυφὰς τοῦ Λυκαβηττοὺ καὶ τοῦ λόφου Στρέφη κατοικοῦντας.
Μοῦ ἀπήντησε: «Μὴν ἀνησυχεῖς εἶναι ἄσφαιρα». Ὁ ἴδιος ὅμως ἀκολούθως ἐπείσθη ἐκ τῆς ἀποκοπῆς ἠλεκτροφόρων συρμάτων τῶν τρόλεϊ, ὅτι ἦσαν ἔνσφαιρα! (Ὁρᾶτε κατάθεσίν του ὑπ’ ἀριθ. 84).
Τὴν 01.45 ὤραν τὰ ἅρματα ἐνοῦνται εἰς τὸν πρὸ τοῦ Πολυτεχνείου χώραν καὶ αἱ μονάδες καταδρομῶν τοποθετοῦνται καταλλήλως. Οἱ ἰσχυροὶ προβολεῖς τῶν ἁρμάτων καταυγάζουν ὁλόκληρον τὴν περιοχὴν τοῦ Πολυτεχνείου καὶ οἱ ἐντὸς αὐτοῦ ἐγκλεισμένοι ἀναρτῶνται ἐπὶ τῶν κιγκλιδωμάτων καὶ χειροκροτοῦν τοὺς στρατιώτας ῥίπτοντες διάφορα συνθήματα, ὅπως «ἀδέλφια μας φαντάροι, εἴμαστε ἄοπλοι, μὴν μᾶς κτυπᾶτε, κ.ἅ.». Καὶ ἄρχονται οἱ ἀγωνιώδεις διαπραγματεύσεις. Ἐκπρόσωποι τῶν σπουδαστῶν, μέλη τῆς Συντονιστικῆς Ἐπιτροπῆς αὐτῶν, προσέρχονται περὶ ὤραν 02.30 εἰς τὴν κεντρικὴν πύλην τοῦ Πολυτεχνείου.
Δηλοῦν ὅτι ἀποδέχονται τὴν ἄμεσον καὶ εἰρηνικὴν ἐκκένωσιν, ὑπὸ τὴν ἐγγύησιν ὅμως καὶ παρουσίᾳ ἐκπροσώπων τῆς Ἐκκλησίας, τῆς Δικαιοσύνης, τῶν καθηγητῶν των, τοῦ Διεθνοῦς Ἐρυθροῦ Σταυροῦ καὶ τοῦ τύπου. 
Προσπαθοῦν νὰ ἀποφύγουν τὴν μετὰ βεβαιότητος ἀναμενομένην κακοποίησιν καὶ ἐπιζητοῦν νὰ σωθοῦν. Οἱ ὅροι των ὅμως ἀπορρίπτονται καὶ ἀκολουθεῖ ἠμίωρον περίπου ἐκνευρισμοῦ, ἀπειλῶν, ἀγωνίας, φόβου καὶ ἀπογοητεύσεων. Κατὰ τὸν ἴδιον χρόνον εἰς τὸν πρὸ τοῦ Πολυτεχνείου χῶρον, ἔμπροσθεν τοῦ ξενοδοχείου ΑΚΡΟΠΟΛ, εὑρίσκονται ὁ Ὑποστράτηγος Διοικητὴς τῆς ΣΔΑ, ὁ Γενικὸς Γραμματεὺς τοῦ Ὑπουργείου Δημοσίας Τάξεως καὶ ὁ Ἀστυνομικὸς Διευθυντὴς Ἀθηνῶν. Οὐδεὶς ὅμως ἐκπρόσωπος τῆς πνευματικῆς ἡγεσίας τοῦ τόπου εἶναι παρών. 
Καὶ οἱ ἐγκλεισμένοι, ἀτακτήσαντες ἔστῳ, νέοι αἰσθάνονται ἀνασφαλεῖς, διότι πάντας τοὺς ἐκτεθέντας θεωροῦν διώκτας καὶ ἀντιπάλους των. Ἧτο ἀνάγκη ἑπομένως οἴκοθεν νὰ ληφθῇ πᾶν μέτρον διασφαλίσεως τῆς εἰρηνικῆς καὶ ἀναιμάκτου ἐξόδου. 
Πέραν ὅμως καὶ ἀνεξαρτήτως οἱασδήποτε πολιτικῆς, ἠθικῆς καὶ κοινωνικῆς δεοντολογίας ὡς ἐκ τῆς φύσεως τῶν ἐκδηλώσεων καὶ τῆς συμμετοχῆς νέων εἰς ταύτας, ἐπεβάλλετο νὰ τηρηθοῦν ἀπαρεγκλίτως τὰ νόμιμα. Καὶ ἦσαν ταῦτα τὰ ὑπὸ τοῦ Ν.Δ. 794 /1971 καὶ τοῦ Β.Δ. 269 /1972 προσδιοριζόμενα: διάλυσις τῆς παρανόμου ἢ ἐξελθούσης τοῦ σκοποῦ τῆς δημοσίας συναθροίσεως ὑπὸ τῆς Ἀστυνομίας διὰ τῆς χρήσεως ὅλων τῶν – κατ’ ἐκτίμησιν τῆς καταστάσεως – προσφορῶν πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον μέσων, παρουσίᾳ ὅμως καὶ μετὰ γνώμην τῶν ἐκπροσώπων τῆς Διοικητικῆς καὶ Δικαστικῆς Ἀρχῆς ἤτοι τοῦ Νομάρχου καὶ Εἰσαγγελέως Πρωτοδικῶν. Καὶ τὰ νόμιμα ταῦτα δεν ἐτηρήθησαν. Δι’ ὁ καὶ ἐπὶ τοῦ σημείου τούτου ἐζητήθησαν σαφεῖς διευκρινίσεις ἀπὸ τὸν ἔχοντα τὴν κατὰ νόμον εὐθύνην τῆς ἀντιμετωπίσεως τῶν γεγονότων τότε, Ἀστυνομικὸν Διευθυντὴν Ἀθηνῶν, ὅστις καὶ κατέθεσεν τὰ ἀκόλουθα: 
«Ἐπικειμένης τῆς ἐνεργείας μας πρὸς ἐκκένωσιν τοῦ Πολυτεχνείου, ἡτησάμην διὰ τοῦ ἀσυρμάτου τὴν ἀποστολὴν ἐπιτόπου τοῦ Εἰσαγγελέως καὶ τοῦ Νομάρχου. Ἔλαβα μετ’ ὀλίγον τὴν ἀπάντησιν τοῦ Κου Ἀρχηγοῦ, ὅτι οὖτοι δὲν ἀνευρίσκονται καὶ ὅτι ὀφείλω νὰ ἐνεργήσῳ ἄνευ τῆς παρουσίας αὐτῶν. 
Τοῦτο ἀνέφερα καὶ εἰς τὸν παριστάμενον Γενικὸν Γραμματέα τοῦ Ὑπουργείου Δημοσίας Τάξεως κ. Χαράλαμπον Παπαδόπουλον, ὁ ὁποῖος προφορικῶς μοῦ ἔδωσε τὴν ἐντολὴν νὰ ἐνεργήσῳ ἄνευ τῆς παρουσίας τῶν εἰρημένων». Πλήρως ὅμως ἐβεβαιώθη ὅτι ὁ Εἰσαγγελεὺς ἀπὸ ἐνωρὶς εὑρίσκετο εἰς τοὺς τόπους τῶν ἐπεισοδίων καὶ εἰς τὴν Ἀστυνομικὴν Διεύθυνσιν καὶ εἰδικῶς ἐρωτηθεὶς ὑπῆρξεν ἀνενδοιάστως καὶ ἀπεριφράστως ἀντίθετος πρὸς πᾶσαν σκέψιν παραβιάσεως τοῦ Πανεπιστημιακοῦ ἀσύλου (ὁρᾶτε συμπληρωματικὴν κατάθεσιν Δασκαλοπούλου).
Αἱ ἐντεῦθεν προκύπτουσαι διαπιστώσεις καὶ ἡ κατὰ τὴν ἀντιμετώπισιν τῶν διαδηλωτῶν ἐν τῷ Ὑπουργείῳ Δημοσίας Τάξεως ἐφαρμοσθεῖσα τακτική, ὡς ἀνωτέρῳ αὕτη λεπτομερῶς ἐξετέθη, καταδεικνύουν σαφῶς τάς πολλαπλὰς παραβιάσεις τοῦ Νόμου καὶ τὸ κατὰ τὴν ἀντιμετώπισιν τῶν γεγονότων κράτησαν πνεῦμα αὐτοσχεδιασμοῦ καὶ αὐθαιρεσίας. Διότι ὁ νόμος εἶναι σαφὴς καὶ ἡ ἀπαιτουμένη ὑπ’ αὐτοῦ παρουσία τοῦ Νομάρχου καὶ τοῦ Εἰσαγγελέως δὲν εἶναι στοιχεῖον διακοσμητικόν, ἀλλ’ ἐνέχει σημασίαν οὐσιαστικήν, ἐφ’ ὅσον «μετὰ γνώμην αὐτῶν» διατάσσεται ἡ διάλυσις τῆς συναθροίσεως. Καὶ δεν δύναται να ὑποστηριχθῇ ὅτι συνέτρεχαν προϋποθέσεις τῆς παρ. γ τοῦ ἀρθρ. μόνου Β.Δ. 269 / 72, ἧτοι ὅτι ἐπρόκειτο περὶ περιστάσεως κατεπειγούσης καὶ παρίστατο ἄμεσος κίνδυνος διασαλεύσεως τῆς τάξεως, καθ’ ᾆς ἐπιτρέπεται ἡ ἐν ἀπουσίᾳ τῶν ἀνωτέρω ἐκπροσώπων τῆς Διοικήσεως καὶ τῆς Δικαιοσύνης ἐνέργεια.
Διότι τὸ τριήμερον τῶν γεγονότων ἀφαιρεῖ ἐξ αὐτῶν πᾶσαν ἔννοιαν κατεπείγοντος, τουθ’ ὅπερ καὶ κατενοήθη ὑπὸ τῶν ὑπευθύνων, δι’ ὁ καὶ ἐκλήθη ἀρχικῶς ὁ Εἰσαγγελεὺς καὶ ἧτο δεδομένη, γνωστὴ σὲ τοῖς πᾶσιν, ἡ κατὰ τὴν διαδρομὴν ταύτην παρουσίᾳ Εἰσαγγελέως. Ἀποδεικνύεται τοῦτο ἐκ τῶν ἐκτεθέντων καὶ πιστοποιεῖται ἐκ τῶν ἀνταλλαγέντων σημάτων μετὰ τοῦ κέντρου ἀμέσου δράσεως τῆς Ἀστυνομικῆς Διευθύνσεως Ἀθηνῶν, καθ’ ἃ περὶ ὤραν 02.30 τῆς 17-11-1973 εὑρίσκετο εἴς τὶ σημεῖον τοῦ γύρωθεν χώρου Ἀντεισαγγελεὺς Πρωτοδικῶν ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ Εἰσαγγελέως. 
Εἰς τὰ ἐκτεθέντα προσθετέον εἰσέτι ὅτι ἡ δοθεῖσα ἐντολὴ πρὸς τὸν Διευθυντὴν τῆς Ἀστυνομίας παρὰ τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς Ἀστυνομίας Πόλεων καὶ τοῦ Γενικοῦ Γραμματέως τοῦ Ὑπουργείου Δημοσίας Τάξεως εἶναι παράνομος καὶ ἐντεῦθεν δεν καλύπτει αὐτόν, διότι κατὰ τὴν ῥητὴν ἐπιταγὴν τῆς παρ. δ’ τῆς ὡς εἴρηται διατάξεως ἡ μετὰ χρήσεως τῶν ὅπλων, ἔστω καὶ πρὸς ἐκφοβισμόν, διάλυσις συναθροίσεων ἐπικινδύνων διὰ τὴν ζωὴν καὶ σωματικὴν ἀκεραιότητα τῶν συμμετεχόντων εἰς ταύτας, ἐπιχειρεῖται πάντοτε καὶ μόνον παρουσίᾳ καὶ μετὰ γνώμην τοῦ Νομάρχου καὶ τοῦ Εἰσαγγελέως, μὴ παρεχομένης ἐντευθάτης εὐχερείας ὡς κατὰ τὴν παρ. γ’ τῆς ἄνευ αὐτῶν ἐνεργείας! 
Ταῦτα, ὅμως, πάντα προϋπέθετον εἰλικρίνειαν προθέσεων, μετὰ συνέσεως, ψυχραιμίας καὶ ὑπευθυνότητας ἐκδηλουμένων. Καὶ δυστυχῶς δὲν συνέτρεξαν αἱ στοιχειώδεις αὖται προϋποθέσεις ἀλλὰ τὸ ὅλον πρόβλημα ἀντιμετωπίσθη ὑπὸ μορφὴν στρατιωτικῆς ἐπιχειρήσεως, αἱ κρισιμώτεραι φάσεις τῆς ὁποίας ἐκτυλίσσονται ἐν ἀπουσίᾳ, ὡς μὴ ἔδει, τῶν ἐκπροσώπων τῆς Διοικήσεως καὶ τῆς Δικαιοσύνης καὶ βεβαίως οὐ μόνον ἄνευ γνώμης αὐτῶν, ἀλλὰ καὶ παρὰ τὴν ῥητῶς ἐκφρασθείσαν ἀντίθετον γνώμη τοῦ Εἰσαγγελέως διὰ τὸν σεβασμόν τοῦ πανεπιστημιακοῦ ἀσύλου. 
Ὁ ἐπικεφαλῆς τῶν στρατιωτικῶν τμημάτων Ἀξιωματικός, ἀντὶ να προσφέρῃ τὴν βοήθειάν του εἰς τὸν ἔχοντα τὴν εὐθύνην τῆς ὅλης ἐνεργείας Διευθυντὴν τῆς Ἀστυνομίας Ἀθηνῶν, τὸν καταργεῖ καὶ ἐνεργεῖ αὐτοβούλως. 
Ἔκτοτε ἡ Ἀστυνομία δὲν ἔχει τὴν πρωτοβουλίαν τῶν κινήσεων, ἀλλ’ ἀκολουθεῖ καὶ αἱ προβλέπουσαι καὶ ῥυθμίζουσαι τὸ πρόβλημα τῆς συνεργασίας στρατιωτικῶν καὶ ἀστυνομικῶν δυνάμεων διατάξεις τῆς κειμένης νομοθεσίας ἀγνοοῦνται καὶ παραβιάζονται. 
Διότι κατὰ τάς παρ. 121 καὶ 128 τοῦ Κανονισμοῦ  τῆς ἐν πόλεσιν Ὑπηρεσίας τῶν Στρατευμάτων, τὰ μὲν στρατεύματα τίθενται ὑπὸ τάς διαταγὰς ἢ εἰς τὴν διάθεσιν τοῦ προϊσταμένου τῆς Δημοσίας Ἀσφαλείας ἢ τοῦ Διοικητοῦ Χωροφυλακῆς, ἔχοντας πλήρη τὴν εὐθύνην ἀπέναντι τῆς Διοικητικῆς Ἀρχῆς διὰ τὴν λῆψιν πάντων τῶν ἐνδεικνυομένων μέτρων πρὸς τήρησιν τῆς τάξεως καὶ πρόληψιν τῶν ταραχῶν, ἡ ἐκτίμησις δὲ τῆς ἀνάγκης προσφυγῆς εἰς τὴν χρῆσιν τῶν ὅπλων παρὰ τῶν πρὸς τήρησιν τῆς δημοσίας τάξεως προσεπικαλουμένων στρατευμάτων καὶ ἡ πρωτοβουλία τῆς τοιαύτης ἐνόπλου ἐπεμβάσεως, ἀνήκει εἰς τὴν Διοικητικὴν Ἀρχήν, ἀντιπρόσωπος τῆς ὁποίας μεταβαίνει εἰς τὸν τόπον τῆς συγκεντρώσεως. Καὶ ἀποτέλεσμα τῆς αὐθαιρεσίας ταύτης ὑπῆρξεν ἡ ἀναστάτωσις, ἡ σύγχυσις, ἡ ἀνωμαλία καὶ ἡ ἐμφανὴς παρανομία, ὡς τὸ σοβαρῶς ὑπὸ τῆς ἐρεύνης πιθανολογηθὲν ὅτι Συνταγματάρχης τοῦ Στρατοῦ ἐξετέλεσε ἐν ψυχρῷ νέον ἡλικίας 17 ἐτῶν ἔμπροσθεν τοῦ Πολυτεχνείου (ὁρᾶτε καταθέσεις ὑπ’ ἀριθ. 99 καὶ 242 ἔνθα καὶ τὰ στοιχεῖα ταυτότητος τοῦ Συνταγματάρχου αὐτοῦ).
Τὴν 02.43 ὤραν τάσσεται μικρά, ἴσως 15λεπτος, προθεσμία εἰς τοὺς σπουδαστὰς διὰ νὰ ἐξέλθουν. Μερικοὶ ἐκ τῶν ἐγκλείστων ἤρχισαν να ἀπασφαλίζουν τὴν εἴσοδον καὶ τελικὼς τὸ ἐπέτυχαν. Ἐδυσχεραίνετο ὅμως ἡ ἔξοδος διότι ὄπισθεν τῆς πύλης εἶχεν τοποθετηθῆ καὶ εὑρίσκετο αὐτοκίνητον Μερσεντές. Καὶ ἐνῶ ἡ μὲν πρόθεσις τῶν ἐγκλείστων πρὸς ἔξοδον εἶχε καταστῇ ἐμφανής, προσπάθεια δὲ κατεβάλλετο διὰ τὴν ἀπομάκρυνσιν τοῦ φράσσοντος τὴν πύλην αὐτοκινήτου, ἀνυπόμονος Ἴλαρχος, αὐτόθι ἱστάμενος, ἀπώλεσε τὴν ψυχραιμίαν τοῦ καὶ ἐν ὀργῇ ἀνεφώνησεν: «Τσογλάνια ῥεζιλεύετε τὸ στράτευμα…» καὶ ἀμέσως ἔδωσε τὴν διαταγὴν τῆς εἰσόδου (ὁρᾶτε κατάθεσιν τοῦ τότε Διευθυντοῦ τῆς Ἀστυνομίας – ὑπ’ ἀριθ. 84). Τὸ ἅρμα ἐκινήθη μετὰ δυνάμεως, συνεκλόνισε τὴν πύλην, κατέστρεψε τοὺς μαρμαρίνους κίονας τῆς εἰσόδου, συνέτριψε καὶ κατέρριψε τὴν ἐξώθυραν καὶ ἀκολούθως κυριολεκτικῶς ἰσοπέδωσεν τὸ προεκταθὲν αὐτοκίνητον, εἰσελθὸν εἰς βάθος 10 περίπου μέτρων ἐντὸς τοῦ προαυλίου τοῦ Πολυτεχνείου.
Δημοσιογράφος, ἐπὶ ἐνὸς τῶν κιόνων εὑρισκόμενος, κατεκρημνίσθη μετ’ αὐτοῦ εἰς τὸ ἔδαφος, τραυματισθεὶς ἐλαφρῶς (κατάθεσις ὑπ’ ἀριθ. 172), νεαρὸς σπουδαστὴς ἐπὶ τῶν κιγλιδωμάτων τῆς πύλης ἱστάμενος ἐκτινάσσεται, ἄγνωστον ποῦ ἐνῶ σιδηροῦν ἀντικείμενον συνθλίβει τοὺς πόδας νεαρὰς σπουδάστριας (κατάθεσις ὑπ’ ἀριθ. 83).
Καὶ εἰς τὸ ἀγωνιῶδες ἐρώτημα περὶ τοῦ ἐὰν συνεθλίβησαν ἢ ἐτραυματίσθησαν ἄνθρωποι ἐκ τῆς εἰσόδου τοῦ ἅρματος διάφορα καὶ ἀντίθετα προέκυψαν ἐκ τῆς ἐρεύνης στοιχεῖα. 
Οἱ παριστάμενοι τότε ἐπικεφαλῆς τῶν δυνάμεων, στρατιωτικῶν καὶ ἀστυνομικῶν, ἀρνητικήν, μετὰ κατηγορηματικότητος μάλιστα, δίδουν εἰς τὸ ἐρώτημα τοῦτο ἀπάντησιν (ὁρᾶτε καταθέσεις), ἕτερος ὅμως αὐτόπτης, δημοσιογράφος αὐτός, καταθέτει τὰ ἑξῆς: 
«Προσποιούμενος τὸν ἀδιάφορον ῥώτησα ἔναν ἀστυνομικόν: Τί ἔγινε; Πατήσαμε πολλούς; Μοῦ ἀπήντησε: Δὲν βαριέσαι μόνον δύο – τρεῖς ἀλῆτες».
Καὶ εἰς ἕτερον σημεῖον τῆς καταθέσεώς του προσθέτει:
«Καθὼς προχωροῦσα σαστισμένος, λίγο ἔλειψε να σκοντάψω ἐπάνω σὲ ἕνα σῶμα ποὺ ἦταν πεσμένο δίπλα ἀπὸ τὴν Μερσεντές. Δύο μέτρα πιὸ πέρα ἤταν πεσμένος ἄλλος ἔνας φοιτητής» (Κατάθεσις ὑπ’ ἀριθ. 218 καὶ 81 καὶ 82).
Αἱ τελευταῖοι αὖται καταθέσεις ἔχουν βεβαίως ὑπὲρ αὐτῶν τὴν λογικότητα τῶν πραγμάτων, ὅταν ληφθῇ ὑπ’ ὄψιν, ὅτι τὸ ἅρμα ἐκινήθη αἰφνιδίως καὶ μετὰ δυνάμεως, καθ’ ὃν χρόνον συνεχίζοντα αἱ διαπραγματεύσεις καὶ πλῆθος σπουδαστῶν εὑρίσκοντο ἐπὶ τῶν κιγκλιδωμάτων ἢ ὄπισθεν αὐτῶν καὶ ἐν ἐπαφῇ σχεδὸν πρὸς τὴν πύλην. 
Παραμένει, ὅμως, μόνον λίαν πιθανὴ καὶ ἀνεπιβεβαίωτος. Ὁμὰς Ἀξιωματικῶν καὶ ἄνδρες τῆς δυνάμεως καταδρομῶν, ἀκολουθοῦντες τὸ ἅρμα εἰσέρχονται εἰς τὸ Πολυτεχνεῖον πυροβολοῦντες. Ἔντρομοι καὶ ἐμβρόντητοι οἱ ὀπουδασταὶ κυριεύονται ἀπὸ τὴν ἐνώπιον τοῦ ἐσχάτου κινδύνου φοβερὰν ἀγωνίαν. 
Καὶ ἄρχεται ἀκολούθως ἡ ἔξοδος. Οἱ ἐγγὺς τῆς κατακρημνησθείσης πύλης εὑρισκόμενοι ἐξέρχονται πρῶτοι. Οἱ περισσότεροι, ὅμως, πηδοῦν ἐκ τῶν παραθύρων καὶ τῶν κιγκλιδωμάτων. Ὑπὸ τὴν πίεσιν πλήθους ἀνθρώπων καταῤῥίπτεται τμῆμα τῶν πρὸς τὴν ὁδὸν Στουρνάρα κιγκλιδωμάτων. 
Καὶ διὰ τοῦ δημιουργηθέντος ἀνοίγματος ἐξέρχονται οἱ σπουδασταὶ κατὰ μάζας. Κατευθύνονται πρὸς ὅλα τὰ σημεῖα, ἀπομακρυνόμενοι. Νέον, ὅμως, δι’ αὐτοὺς ἀρχίζει μαρτύριον. Ὕβρεις κατ’ αὐτῶν ἐκτοξεύονται καὶ καταδιωκόμενοι βαναύσως κακοποιοῦνται. Πολλοὶ ἐκ τῶν κατωτέρων Ἀστυνομικῶν Ὑπαλλήλων, ὡς ἐτονίσθη ἤδη, εἶχον ἀπολέσει τὴν ψυχραιμίαν των. Εἰς μάτην οἱ Ἀρχηγὸς καὶ Διευθυντὴς τῆς Ἀστυνομίας διατάσσουν νὰ μὴν προβαίνουν εἰς βιαίας ἐκδηλώσεις κατὰ τῶν ἐξερχομένων. 
Πολλοὶ Ἀξιωματικοὶ καὶ στρατιῶται παρεμβαίνουν πρὸς προστασίαν τῶν φοιτητῶν. Καὶ ὑπῆρξε πηγαία καὶ βαθεῖα ἡ εὐγνωμοσύνη πολλῶν ἐξ αὐτῶν πρὸς τοὺς ἀγνώστους σωτῆρας τῶν, ὡς εἰς τάς καταθέσεις των τοὺς ἀποκαλοῦν μὲ συγκίνησιν. Ἔμπροσθεν μὲ τὴν πύλη τοῦ Πολυτεχνείου δημιουργεῖται διάδρομος ὑπὸ τῶν στρατιωτῶν μέσῳ τοῦ ὁποίου διέρχονται οἱ ἐξερχόμενοι, κατευθυνόμενοι πρὸς τὴν ὁδὸν Τοσίτσα, ἐντὸς δὲ τοῦ Πολυτεχνείου βοηθοῦν, προστατεύουν καὶ εἰς τοὺς ὤμους των πολλοὺς ἀδυνάτους κρατοῦν διὰ νὰ δυνηθοῦν νὰ ὑπερπηδήσουν τὸ ὑψηλὸν κιγκλίδωμα. Καὶ ἐπεισόδια μεταξὺ στρατιωτικῶν καὶ ἀστυνομικῶν λαμβάνουν χώραν ἐν τῇ προσπαθείᾳ τῶν πρώτων νὰ προστατεύσουν τοὺς φοιτητὰς ἀπὸ τὸ διωκτικὸν μένος τῶν ἄλλων. Ἀπομακρυνόμενοι, ὅμως, τοῦ Πολυτεχνείου ἀγωνιώδεις τοὺς ἀναμένουν ἐκπλήξεις.
Ἀπὸ παντοῦ τοὺς καταδιώκουν καὶ τοὺς κτυποῦν. 
Εἰς τὴν γωνίαν τῶν ὁδῶν Τοσίτσα καὶ Μπουμπουλίνας ἄνδρες τῆς ΚΥΠ ἐν πολιτικῇ περιβολῇ τοὺς κτυποῦν ἀνηλεῶς καὶ πυροβολοῦν κατ’ αὐτῶν (καταθέσεις ὑπ’ ἀριθ. 84α καὶ 225), ἐνῶ εἰς τὴν ταράτσαν ἑνὸς τῶν αὐτόθι κτιρίων ἔχουν ἐγκαταστήσει πολυβόλον (κατάθεσις ὑπ’ ἀριθ. 199).
Εἰς τὴν συμβολὴν τῶν ὁδῶν Πατησίων καὶ Στουρνάρα ἄνδρες ἐν πολιτικῇ περιβολῇ, κραδαίνοντες ῥόπαλα, ἐξῆλθον ἀπὸ ὁμάδα αὐτόθι εὑρισκομένων ἀστυνομικῶν καὶ ἐκακοποίησαν σεβάσμιον καθηγητὴν Πανεπιστημίου, τὴν σύζυγόν του καὶ νεαρὸν σπουδαστὴν διότι ἐξήρχοντο τοῦ Πολυτεχνείου, ἔνθα ὁ Καθηγητὴς – ἰατρὸς καὶ ἡ σύζυγος τοῦ εἶχον μεταβῆ πρὸς ἐκπλήρνσιν τοῦ ἀνθρωπιστικοῦ καὶ ἰατρικοῦ των καθήκοντος. Καὶ οἱ ῥοπαλοφόροι οὗτοι ἦσαν ἄνδρες τῆς ΕΣΑ ἐν πολιτικῇ περιβολῇ (ὁρᾶτε καταθέσεις ὑπ’ ἀριθ. 30, ἀλλὰ καὶ τοῦ τότε Διευθυντοῦ τῆς Ἀστυνομίας περὶ τοῦ ῥόλου τῶν ἀνδρῶν τῆς ΕΣΑ γενικώτερον κατὰ τὰ ἐπεισόδια τῆς ἑπταετίας καὶ εἰδικώτερον εἰς τὸ Πολυτεχνεῖον). 
Εἰς τάς ταράτσας τῶν γύρῳ κτιρίων ἐπισημαίνονται ἐλεύθεροι σκοπευταὶ ὑπὸ τοῦ ἰδίου Διευθυντοῦ τῆς Ἀστυνομίας νὰ ἐπιτελοῦν τὸ φονικὸν ἔργον των (στοιχεῖον προκύπτον ἐκ τῶν μαγνητοταινιῶν καὶ κατάθ. ὑπ’ ἀριθμ. 31), ἐνῶ ὁμάδες ἀνευθύνων καὶ ἀνωνύμων «τραμπούκων» καὶ ἐπικινδύνων τρωκτικῶν τῆς γαλήνης τοῦ τόπου ἐκδηλώνουν τὸ ἐγκληματικὸν μένος τῶν κατὰ τῶν ἀτυχῶν σπουδαστῶν ποὺ κατὰ μάζας ἐξέρχονται τοῦ Πολυτεχνείου. Καὶ εἰς τὸ πανδαιμόνιον τοῦτο τῆς ἐξόδου τῶν φωνῶν, τῶν κραυγῶν, τῶν οἰμωγῶν, τῶν καταδιώξεων καὶ τῶν πυροβολισμῶν ἔπεσαν οἱ περισσότεροι ἐκ τοῦ πλήθους τῶν τραυματιῶν τῶν αἱματηρῶν αὐτῶν γεγονότων. Εἰδικῶς δέον ἐνταύθα νὰ σημειωθῇ ὅτι πολλὰ ἐκ τῶν ῥιφθέντων βλημάτων ἦσαν τῆς κατηγορίας τῶν ἐκρηκτικῶν τοιούτων ντουμ – ντουμ (κατάθ. ὑπ’ ἀριθ. 122).
Τῇ ἐντολῇ τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς Ἀστυνομίας Πόλεων ἐνεργοῦνται ἀκολούθως συλλήψεις «τῶν πρωταιτίων καὶ ὑπευθύνων». Καὶ ἐπειδὴ ἧτο ἀδύνατον να ἐπισημανθοῦν οἱ πρωταίτιοι καὶ ὑπεύθυνοι οὖτοι εἰς τὸ πλῆθος τῶν ἐξερχομένων συνελήφθησαν 866 ἄτομα καὶ μετήχθησαν ἁρμοδίως! 
Τέλος ἡ ὅλη ἐπιχείρησις λήγει για τῆς ἐν ἄσμασιν ἀποχωρήσεως τῶν στρατιωτικῶν τμημάτων συντεταγμένων ὑπὸ τὰ χειροκροτήματα τῶν ἀστυνομικῶν (κατάθεσις ὑπ’ ἀρ. 224 καὶ 227). 
Μετὰ τινας ὥρας κηρύσσεται ὁ στρατιωτικὸς νόμος καὶ νέον ἀνοίγει κεφάλαιον δολοφονιῶν καὶ αἱμάτων. Ἀστυνομικοὶ πυροβολοῦν ἐν ψυχρῷ ἀνυπόπτους διαβάτας, ἐνῶ τὰ ἐπὶ τῶν κεντρικῶν ἀρτηριῶν τῶν Ἀθηνῶν κινούμενα ἅρματα μάχης σκορπίζουν τὸν θάνατον. Οἱ ἐπ’ αὐτῶν πυροβοληταὶ ἀσκοῦνται εἰς τὴν σκοποβολὴν ἐπὶ κινουμένων ἀνθρωπίνων στόχων. Πυροβολοῦντες κατὰ τρόπον σκληρὸν καὶ ἀνάγλητον. 
Οἱ ἐπὶ τοῦ κτιρίου τοῦ ΟΤΕ, τῆς ὁδοῦ Πατησίων, ἐγκατεστημένοι στρατιῶται πυροβολοῦν, πρὸς πᾶσαν κατεύθυνσιν καὶ δύο (2) τουλάχιστον νεκροὶ συγκαταλέγονται μεταξὺ τῶν θυμάτων τῶν (ὁρᾶτε κατωτέρῳ εἰδικὸν κεφάλαιον).
Νεαρὸς Ἀνθυπίλαρχος, εἰς τὰς ἀνωτέρῳ περιπολίας τῶν ἁρμάτων συμμετασχῶν, ἐκόμπαζε μεταξὺ τῶν συναδέλφων τοῦ Ἀξιωματικῶν, διότι «πολλοὺς ἐγάζωσε καὶ μιὰ κοπέλα τὴν ἔκοψε στὴν μέση»! Τὰ στοιχεῖα ταυτότητος τοῦ Ἀξιωματικοῦ τούτου βεβαιοῦνται πλήρως ὑπὸ τῆς παρούσης ἐρεύνης (Κατάθ. ὑπ’ ἀριθ. 241 καὶ 242). 
Καὶ ὅμως οἱ ὑπεύθυνοι, τότε, ἡγέται τοῦ στρατεύματος οὐδὲν ἤκουσαν καὶ τεθέντες κατὰ τὴν ἔρευναν πρὸ τῆς τραγικότητος τῶν γεγονότων ἐξέφρασαν τὴν ἔκπληξίν των καὶ τὴν ὀδύνην των. Δεῖγμα μικρὸν τῆς κρατούσης κατὰ ἔκπληξίν των καὶ τὴν ὀδύνην των. Δεῖγμα μικρὸν τῆς κρατούσης κατὰ τάς φοβερὰς ἐκεῖνας στιγμὰς καταστάσεως αὐθαιρεσίας καὶ ἀνευθυνότητος ἀντλείται ἐκ τῆς καταθέσεως τοῦ Ἀστυνομικοῦ Διευθυντοῦ Ἀθηνῶν.
Ὑποστηρίζονται οὕτω ὑπ’ αὐτοῦ, πλὴν ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς: 
«Τὴν 19ην ὥραν τῆς Κυριακῆς 18-11-1973 ἐκλήθην εἰς τὴν ΑΣΔΕΝ, ἶνα μετάσχῳ συσκέψεως. Μὲ συνώδευσεν ὁ Ἀστυνομικὸς Διευθυντὴς Καραθανάσης. Συνεκεντρώθημεν περὶ τοὺς 15 Ἀξιωματικοὶ Ἀστυνομίας καὶ Στρατοῦ. Παρευρέθησαν καὶ οἱ ἐπὶ κεφαλῆς στρατιωτικῶν μονάδων, ἐκ τῶν διατεθέντων εἰς τὸ Πολυτεχνεῖον. Τῆς συσκέψεως προήδρευσεν ὁ Στρατηγὸς Μαυροειδής. 
Πρὸ πάσης συζητήσεως ἠγέρθην καὶ διεμαρτυρήθην ἐντόνως διὰ τοὺς ἀσκόπους πυροβολισμούς, εἰπὼν ὅτι εἶναι ἀπαράδεκτον νὰ πυροβολοῦ τὰ τὰανκς στὸν γάμο τοῦ Καραγκιόζη καὶ να σκοτώνεται ὁ κόσμος. Ὁ Στρατηγὸς ἐθύμωσεν μὲ τὴν διατύπωσίν μου καὶ μὲ παρετήρησεν αὐστηρά, προσθέσας ὅτι δὲν εἶναι ἀληθὴς ὁ ἰσχυρισμός μου καὶ ὅτι ἔχει δώσει ἐντολὴν καὶ ἔχουν σταματήσει οἱ ἄσκοποι πυροβολισμοί.
Τὴν στιγμὴ ἐκείνην ἠκούσθη ῥιπὴ πολυβόλου πλησίον μας εἰς τὴν περιοχὴ Πλάκας. Τὸν ἠρώτησα μὲ σχετικὴν αὐθάδειαν «αὐτό τί εἶναι Στρατηγέ»;. Ἔγινε ὠχρὸς καὶ διέταξεν ἄμεσον ἔρευναν. Διεπιστώθη ὅτι εἶχεν πυροβολήσει Ἀνθυπολοχαγός. Ἐπείσθην ὅτι ἄλλα διέτασσεν ὁ Στρατηγὸς καὶ ἄλλα ἐποίουν οἱ ὑπὸ τάς διαταγάς του»! Ὡς ἀπίθανα ἐμφανίζονται καὶ εἶναι τῷ ὄντι ἀπίστευτα, ἀλλὰ κατὰ τρόπον ἀναμφισβήτητον βεβαιοῦνται καὶ πλήρως ἀποδεικνύονται! Ἦσαν πολλὰ ὁμοίως τὰ θύματα τοῦ Σαββάτου, 17-11-1973 καὶ τῆς Κυριακῆς 18-11-1973.
Τὸ πλῆθος τῶν ληφθεισῶν μαρτυρικῶν καταθέσεων καὶ τὰ συλλεγέντα ἔγγραφα στοιχεῖα παρέχουν τὴν πλήρη ἐπὶ τοῦ προκειμένου ἀπόδειξιν.
Τάς ἀμέσως ἑπομένας ἡμέρας συνελήφθησαν ὁ Πρύτανις τοῦ Πολυτεχνείου Κωνσταντῖνος Κονοφάγος καὶ οἱ καθηγηταί: Σκουληκίδης, Βέης, Κουμοῦτσος καὶ Σακελλαρίδης, ἐπὶ μακρὸν στερηθέντες τῆς ἐλευθερίας τῶν εἰς τὰ κρατητήρια τῆς ΕΣΑ καὶ εἰς μαρτύρια ὑποβληθέντες. 
Ἀνεξαρτήτως ἤδη τῆς ἐκτάσεως τῶν συγκεκριμένων ζημιογόνων ἀποτελεσμάτων ἐκ τῆς ἐκτεθείσης συμπεριφορᾶς στρατιωτικῶν καὶ ἀστυνομικῶν, δέον ἰδιαιτέρως ἐν τῷ σημείῳ τούτῳ να τονισθὴ ὅτι ὁ ἐπιλεγεὶς καὶ ἐφαρμοσθεὶς τρόπος ἐνεργείας ἐν τῇ ἐκτελέσει τῆς ἐντολῆς οὔτε ψυχολογικὸν ἐκφοβισμὸν συνιστᾴ, οὔτε ὑπακοὴν εἰς δοθείσης, δῆθεν, αὐστηρὰς διαταγὰς διὰ μὴ πυροβολισμοὺς ὑποδηλοῖ. Καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ πλήθους τῶν ἀντιφάσεων, ἀντιθέσεων καὶ παλινωδῶν περὶ τὴν ἀντιμετώπισιν τοῦ προβλήματος ἀγωνιῶδες, ἀλλὰ καὶ ἀμείλικτον ὀρθοῦται εἰς τὴν ψυχὴν παντὸς – ὄντος ἀνθρώπου – τὸ ἐρώτημα: Ποία, τέλος, πάντων, ἧτο ἡ θέσις τῶν τότε κρατούντων ἔναντι τῆς ἐξεγέρσεως τοῦ Πολυτεχνείου; 
Διότι ἡ πρόθεσις τῆς ἰκανοποιήσεως τῶν φοιτητικῶν αἰτημάτων, περὶ ᾖς ὡμίλουν, εἶναι ἀντίθετος πρὸς τὴν ἀπαγόρευσιν τῶν φοιτητικῶν ἀρχαιρεσιῶν ἤ τὶς ἐπηκολουθήσασαν ἀπηνῆ καταδίωξιν.
Ἡ ἀπαγόρευσις παντὸς πυροβολισμού, ὡς θεωρητικὴ ἐντολή, ἐμυκτηρίσθη δεινῶς ἀπὸ τὸ ὄργιον τῶν ῥιπτομένων βολῶν. Ὁ σεβασμὸς τοῦ Πανεπιστημιακοῦ ἀσύλου, ὑπὲρ οὗ οἱ πάντες ἐκόπτοντο, ἐξηυτελίσθη ὑπὸ τάς ἐρπυστρίας τοῦ παραβιάσαντος τάς πύλας τοῦ Πολυτεχνείου ἅρματος μάχης. Ἡ περὶ κινήσεως τριῶν ἢ τεσσάρων μόνον ἁρμάτων δῆθεν ἐντολὴ τοῦ τότε πανισχύρου Δικτάτορος κατεπνίγη εἰς τὸν ὀρυμαγδὸν τοῦ πλήθους τῶν κατελθόντων εἰς τὸ Πολυτεχνεῖον ἁρμάτων.
Ὁ ἐπιδιωκόμενος δῆθεν ψυχολογικὸς ἐπηρεασμὸς μετεβλήθη εἰς οἰονεῖ στρατιωτικὴν ἐπιχείρησιν εἰς βάρος ἀόπλων, ἡ προστασία τῶν ἐξερχομένων τοῦ Πολυτεχνείου σπουδαστῶν δὲν συμβιβάζεται μὲ τάς καταξιώσεις, τοὺς προπηλακισμούς, τοὺς ἐξευτελισμούς, τάς κακοποιήσεις καὶ τὸ ὄργιον τῶν συλλήψεων. 
Ὁ σεβασμὸς τῆς αὐτοτελείας τῶν Ἀνωτάτων Πνευματικῶν Ἱδρυμάτων διὰ τῆς συλλήψεως καὶ τοῦ βασανισμοῦ Ἀκαδημαϊκῶν Διδασκάλων, ἡ διατυμπανισθεῖσα, τέλος, μὲ πολλὴν αὐταρέσκειαν, ἀναίμακτος ἐπιχείρησις κατεκλύσθη ἀπὸ τὸ αἷμα τῶν ἀθῴων θυμάτων της. Διατί λοιπόν πάντα ταῦτα; 
Διότι τὸ τότε καθεστὼς καὶ αἱ ὄπισθεν αὐτοῦ κρυπτόμεναι τάσεις ἐπεδίωκαν μόνον νὰ διατηρήσουν, ἀντὶ πάσης θυσίας, τὴν ἐξουσίαν οἱ μέν, ἢ να ἐπιβοῦν ταύτης οἱ δὲ καὶ ἐμφανῶς ἠδιαφόρουν διὰ τὴν τύχην τῶν φοιτητῶν! 
Καί τίς πταίει; 
Πάντες αἱ ἐξαπολύσαντες τάς δυνάμεις αὐτὰς τοῦ ὀλέθρου καὶ ἐμπνεύσαντες τὴν πολιτικοποίησιν τῆς κινήσεως, ὀργανώσαντες ἢ ἐκμεταλλευθέντες τὴν ὅλην ἐπιχείρησιν ἐμφανεῖς ἢ ἀφανεῖς δρᾶσται, περὶ ᾦν, ὅμως, κατωτέρῳ.
  1. ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ
Α. ΝΕΚΡΟΙ:
Βαρὺς ὑπῆρξεν ὁ φόρος τοῦ αἵματος εἰς νεκροὺς καὶ τραυματίας ὁ καταβληθεὶς διὰ τὴν καταστολὴν τῆς ἐξεγέρσεως τοῦ Πολυτεχνείου. Καὶ τῶν μὲν τραυματιῶν τὸν ἀριθμόν, ἤγγισε, μετὰ βεβαιότητος μᾶλλον, ἡ ἔρευνα. Ἀνεξιχνίαστος, ὅμως, παραμένει εἰσέτι ὁ ἀκριβὴς ἀριθμὸς τῶν νεκρῶν. 
Σύντονοι κατεβλήθησαν πρὸς τὴν κατεύθυσιν ταύτην προσπάθειαι καὶ πέραν τῶν ἀμέσως ἡ ἐμμέσως περιερχομένων εἰς γνῶσιν μου ἔκκλησις διὰ τοῦ Τύπου δημοσίᾳ διετυπώθη, ὅπως καταγγελθῶσιν ἢ ἀναφερθώσι περιπτώσεις θανάτων ἢ καὶ ἐξαφανίσεων ἀτόμων συνεπείᾳ τῶν γεγονότων τοῦ Πολυτεχνείου. 
Καὶ εἶναι ἀληθὲς ὅτι οὐδὲν περισατικὸν κατηγγέλθη.
Δεν ἀντλείται, ὅμως ἐντεῦθεν ἀπόδειξις περὶ ἀνυπαρξίας τοιούτων. Διότι κατὰ τὴν διαδρομὴν τῆς ἐρεύνης ἐβεβαιώθησαν ἢ καὶ ἁπλῶς ἐπιθανολογήθησαν περιστατικὰ ἐδραιοῦντα παρ’ ἐμοῖ τὴν πεποίθησιν ὅτι οἱ νεκροὶ ἐκ τῶν γεγονότων τοῦ Πολυτεχνείου ὑπῆρξαν περισσότεροι τῶν ἐπισήμως ἀνακοινωθέντων. Δι’ ὁ καὶ κατανοὼ τὰ ἐλατήρια τῆς σιωπῆς τῶν παθόντων.
Περὶ πάντων τούτων, ὅμως, ἀναλυτικώτερον, ὡς ἀκολούθως, ἀφοῦ προηγουμένως τονισθεῖ ὅτι οὐδεὶς ἀπολύτως ἐκ τῶν σπουδαστῶν τοῦ Πολυτεχνείου ἐφονεύθη κατὰ τὸ ἀνωτέρῳ τριήμερον (ὁρᾶτε ὑπ’ ἀριθμ. 33437 /11.10.74 ἔγγραφον τῆς Συγκλήτου τοῦ Πολυτεχνείου πρὸς ὑμᾶς).
α) Ἐπισήμως ἀνακοινωθέντες νεκροὶ εἶναι οἱ ἀκόλουθοι:
  1. Διομήδης Ἰωάννου Κομνηνός, ἐτῶν 17, μαθητής. Ἐφονεύθη ἔξωθι τοῦ Πολυτεχνείου περὶ ὤραν 22.15′ τῆς 16.11.73. Βασίμως πιθανολογείται ὅτι δράστης τοῦ φόνου τούτου εἶναι ὁ προεκτεθεὶς Συνταγματάρχης.
  2. Βασίλειος Παναγιώτου Φαμέλλος, ἐτῶν 26. Ἐφονεύθη ἐγγὺς τοῦ ὑπουργείου Δημοσίας Τάξεως περὶ ὤρα 22.30′ τῆς 16.11.73, βληθεὶς προφανῶς ὑπὸ τίνος τῶν ἐκ τοῦ ὑπουργείου πυροβολούντων.
  3. Toril Engelend, σπουδάστρια, Νορβηγίς. Ἐφονεύθη εἰς τὴν πλατείαν Αἰγύπτου περὶ ὤραν 23.30′ τῆς 16.11.1973 παρ’ ἀγνώστου δράστου.
  4. Γεώργιος Ἀνδρέου Σαμούρης, σπουδαστής, ἐτῶν 22. Ἐφονεύθη ὑπ’ ἀγνώστου εἰς ἄγνωστον σημεῖον ἐξ ἐπαφῇς περὶ τὸ μεσονύκτιον τῆς 16.11.1973 καὶ τὸ πτῶμα τοῦ μετεφέρθη καὶ ἀπερρίφθη εἰς τὴν διασταύρωσιν τῶν ὁδῶν Καλλιδρομίου καὶ Ζωσιμάδων (Κατάθεσις ὑπ’ ἀριθμ. 137).
  5. Ἀλέξανδρος Εὐστρατίου Σπαρτίδης, ἐτῶν 16, μαθητῆς. Ἐφονεύθη ἐπὶ τῆς ὁδοῦ Κότσικα (παρόδου Πατησίων) τὴν 10.20 ὤραν τῆς 17.11.1973, βληθεὶς ὑπὸ στρατιωτῶν ἐκ τοῦ κτιρίου τοῦ ΟΤΕ.
  6. Μᾶρκος Δημητρίου Καραμάνης, ἐτῶν 23. Ἐφονεύθη εὑρισκόμενος εἰς τὴν ἐπὶ τῆς ὁδοῦ Πατησίων καὶ Αἰγύπτου 1 πολυκατοικίαν τὴν 10.30 ὤραν τῆς 17.11.1973, βληθεὶς ὁμοίως ὑπὸ στρατιωτῶν ἐκ τοῦ κτιρίου τοῦ ΟΤΕ.
  7. Βασίλειος Καράκας, Τοῦρκος ὑπήκοος, ἐτῶν 43. Ἐφονεύθη εἰς τὴν πλατεῖαν Αἰγύπτου περὶ ὤραν 13.00′ τῆς 17.11.1973, βληθεὶς ἐκ διερχομένου ἅρματος μάχης.
  8. Δημήτριος Θεοφ. Θεοδώρας, ἐτῶν 6. Ἐφονεύθη ἐπὶ τῆς ὁδοῦ Ὀρεινῆς Ταξιαρχίας Ζωγράφου περὶ ὤραν 13.30 τῆς 17.11.1973, βληθεὶς ὑπὸ στρατιώτου εὑρισκομένου ἔμπροσθεν τοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Θεράποντος.
  9. Βασιλικὴ Φωτίου Μπεκιάρη, ἐτῶν 17. Ἐφονεύθη εὑρισκομένη εἰς τὴν ταράτσα τῆς ἐπὶ τῆς ὁδοῦ Μεταγένους 8 – Νέος Κόσμος οἰκίας τῆς περὶ ὤρα 12.30′ τῆς 17.11.1973, δεχθεῖσα εἰς τὴν κεφαλὴν τῆς βλῆμα ἀδέσποτον ἅρματος.
  10. Γεώργιος Ἀλεξάνδρου Γεριτσίδης, ἐτῶν 48, ἐφοριακὸς ὑπάλληλος. Ἐφονεύθη εὑρισκόμενος ἐν Ν. Λιοσῖοις πρὸς ἐκτέλεσιν ὑπηρεσίας περὶ ὤραν 12.15′ τῆς 17.11.1973 δεχθεὶς ὁμοίως βλῆμα ἀδέσποτον ἅρματος μάχης εἰς τὴν κεφαλήν.
  11. Νικόλαος Πέτρου Μαρκουλῆς, ἐτῶν 25. Ἐφονεύθη παρὰ τὴν πλατεῖαν Βάθης περὶ ὤραν 11.00′ τῆς 17.11.1973, βληθεὶς ἐκ διερχομένου ἅρματος μάχης.
  12. Στυλιανὸς Ἀγαμ. Καραγεώργης, ἐτῶν 19, ἐργάτης. Ἐτραυματίσθη θανασίμως ἐπὶ τῆς ὁδοῦ Πατησίων, ἔμπροσθεν τοῦ κινηματογράφου ΕΛΛΗΝΙΣ, περὶ ὤρα 10.00’τῆς 17.11.1973, βληθεὶς ἐκ διερχομένου ἅρματος καὶ ἀπεβίωσεν εἰς τὸ ΚΑΤ τὴν 30.11.1973.
  13. Ἀνδρέας Στεργίου Κοῦμπος, ἐτῶν 63. Ἐτραυματίσθη σοβαρῶς διερχόμενος τὴν ὀδὸν Καποδιστρίου περὶ ὤρα 14.00′ τῆς 18.11.1973, βληθεὶς ἐκ διερχομένου ἅρματος καὶ ἀπεβίωσε τὴν 30.1.1974.
  14. Μιχαὴλ Δημήτριου Μυρογιάννης, ἐτῶν 20. Ἐφονεύθη εἰς τὴν διασταύρωσιν τῶν ὁδῶν Πατησίων καὶ Στουρνάρα περὶ ὤραν 13.30′ τῆς 18.11.73, βληθεὶς διὰ περιστρόφου εἰς τὴν κεφαλὴν καὶ
  15. Κυριάκος Δημητρίου Παντελάκης, ἐτῶν 45, δικηγόρος. Ἐτραυματίσθη σοβαρῶς ἐπὶ τῆς ὁδοῦ Γλάδστωνος περὶ ὤραν 12.40′ τῆς 18.11.1973, βληθεὶς ἐκ διερχομένου ἐπὶ τῆς ὁδοῦ Πατησίων ἅρματος καὶ ἀπεβίωσεν τὴν 18.12.1973.
β) Νεκροὶ πλήρως βεβαιωθέντες:
  1. Σπύρος Κοντομάρης, δικηγόρος. Ἀπεβίωσεν τάς ἀπογευματινὸς ὥρας τῆς 16.11.73 εὑρισκόμενος ἐπὶ τῆς ὁδοῦ Γεωργίου Σταύρου, συνεπείᾳ θανατηφόρου ἐπενεργείας τῶν ῥιπτομένων ὑπὸ τῆς ἀστυνομίας ἀερίων (κατάθ. ὑπ’ ἀριθμ. 93).
  2. Αἰκατερίνη Ἀργυροπούλου, ἐτῶν 75. Ἐτραυματίσθη σοβαρῶς ἐνῶ εὑρίσκετο εἰς τὴν ἐν Ἀγ. Ἀναργύρους οἰκίαν της περὶ ὤραν 11.00′ τῆς 17.11.1973, δεχθεῖσα ἀδέσποτον βλῆμα ἅρματος καὶ ἀπεβίωσεν κατὰ μῆνα Μάιον 1974 καὶ
  3. Δημήτριος Παπαϊωάννου, ἐτῶν 60, ἰδιωτικὸς ὑπάλληλος. Ἀπεβίωσεν τὴν μεσημβρίαν τῆς 17.11.1973 ἐκ προσφάτου ἐμφράγματος τοῦ μυοκαρδίου κατὰ τὴν ἰατροδικαστικὴν ἔκθεσιν σοβαρῶς ὅμως, ὑπὸ τῆς συζύγου του ἀμφισβητουμένης καὶ ὑποστηριζούοης ὅτι ὁ σύζυγος τῆς ἀπεβίωσεν εἴτε βληθεὶς δι’ ὅπλου, εἴτε ὑποστὰς συγκοπὴν ἐκ τῶν ῥιπτομένων ἀερίων, καταθεσάσης δὲ ὅτι μόνον εἰς τὸ Νεκροταφεῖον τῆς ἐπετράπη να πλησιάσει ἁπλῶς καὶ νὰ ἀτενίσῃ τὸ πρόσωπον τοῦ νεκροῦ συζύγου της.
γ) Νεκροὶ βασίμως προκύπτοντες:
  1.  Ὁ ἰατρὸς – χειρουργὸς Γεώργιος Γρηγοριάδης, μετὰ λόγου γνώσεως καταθέτει ὅτι ὁ ἴδιος προσωπικῶς ἀντελήφθη καὶ διεπίστωσεν ἰατρικὼς τὸν θάνατον (2) δύο ἀγνώστων νέων, πληγέντων: Τοῦ μὲν ἐνὸς εἰς τὴν πλατεῖαν Βικτωρίας περὶ ὤραν 11.00′ τῆς 17.11.1973 διὰ βλήματος περιστρόφου ὑπὸ Ἀνθυπασπιστοῦ τῆς Χωροφυλακῆς ῥιφθέντος, τοῦ δὲ ἑτέρου εἰς τὴν ὁδὸν Γ Σεπτεμβρίου περὶ ὤραν 12.00′ τῆς 18.11.1973 διὰ βλήματος διερχομένου ἅρματος (κατάθ. ὑπ’ ἀριθμ. 25).
  2. Ἡ μάρτυς Παναγ. Παπακυριακοῦ καταθέτει περὶ θανασίμου τραυματισμοῦ μικρᾶς κορασίδος, ἡλικίας 9 περίπου ἐτῶν, εἰς τὴν γωνίαν τῶν ὁδῶν Πατησίων καὶ Κλωναρίδου περὶ ὥραν 14.00 τῆς 17.1.1.1973 ἐκ βλημάτων διερχομένου ἅρματος, ἐξ ὢν καὶ ἡ ἰδία ἐτραυματίσθη βαρύτατα (κατάθ. ὑπ’ ἀριθμ. 168).
  3. Ὁ φοιτητὴς Λεωνίδας Ἀνωμερίτης, καταθέτει περὶ θανασίμου τραυματισμοῦ νεαρᾶς μαθητρίας, ἐντὸς τοῦ χώρου τοῦ Πολυτεχνείου εὑρισκομένης, περὶ ὤρα 11.45′ τῆς 16.11.1973, διὰ βλήματος ῥιφθέντος ἐκ τοῦ ἐκτὸς τοῦ Πολυτεχνείου χώρου (κατάθ. ὑπ. ἀριθμ. 32).
  4. Ὁ Φαρμακοποιὸς Ἀλέξανδρος Παναγόπουλος καταθέτει ὅτι, ὅτε πρὸ τοῦ μεσονυκτίου τῆς Παρασκευῆς 16.11.1973, ἐπεσκέφθη μετὰ τῆς συζύγου του τὸ Πολυτεχνεῖον πρὸς παροχὴν ὑπηρεσιῶν εἰς τοὺς τραυματίας καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸ αὐτόθι ὑπάρχον πρόχειρον ἰατρεῖον, ἰδίοις ὄμμασιν ἀντελήφθη τὴν ὕπαρξιν (3) τριῶν νεκρῶν καὶ μιᾶς γυναικὸς θανασίμως τραυματισθείσης, τὰ τραύματα τῶν ὁποίων σαφῶς περιγράφει. Προσθέτει δὲ ὅτι ἐκ μελῶν τῆς Συντονιστικὴς Ἐπιτροπῆς Φοιτητῶν ἔλαβε τὴν πληροφορίαν ὅτι εἴχαν καὶ ὀκτὼ (8) εἰσέτι νεκρούς, τὰ πτώματα τῶν ὁποίων εἶχον τοποθετηθεῖ καὶ ἐφυλάσσοντο εἰς παρακείμενον χῶρον ἵνα μὴ ὑποπέσουν εἰς ἀντίληψιν τῶν σπουδαστῶν καὶ προκληθῆ πανικὸς (κατάθ. ὑπ’ ἀριθμ. 245).
  5. Περὶ τῶν ἀνωτέρῳ νεκρῶν σαφῶς καταθέτουν καὶ σπουδασταί, μέλη τῆς Συντονιοτικῆς Ἐπιτροπῆς, οἱ ὁποῖοι καὶ περιγράφουν μὲ ἐνάργειαν τὰ τραύματα τὰ ὁποῖα ἕκαστος τῶν νεκρῶν συναδέλφων των ἔφερεν (Ὁρᾶτε καταθέσεις ὑπ’ ἀριθμ. 41,45 καὶ 217). Καὶ ναὶ μὲν ὁ εἰς ἐκ τῶν ἀνωτέρῳ μαρτύρων (217) καταθέτει καὶ περὶ τὰ εἴκοσι δύο (22) πτωμάτων, ἅτινα ὁ ἴδιος οὖτος προσωπικῶς ἀντελήφθη, περιστατικὸν ὅπερ δὲν ἐπεβεβαιώθη, πλὴν σοβαροὶ διὰ τὴν ἀληθείαν τῶν κατατιθεμένων προκύπτουν ἐνδείξεις ἐκ τῆς προεκταθείσης καταθέσεως Ἀλέξ. Παναγοπούλου, ὅστις καὶ ἀναφέρει ὅτι ἀντελήφθη θάλαμον ὑπὸ τοῦ περιβοήτου Πίμπα – πράκτορος τῆς ΚΥΠ (κατάθ. ὑπ’ ἀριθμ. 29 καὶ 176 μετὰ μαγνητοταινίας) – φρουρούμενον, εἰς ὂν ὑπῆρχον ἄνθρωποι δῆθεν κοιμώμενοι, ὧν, ὅμως, ἡ στάσις καὶ ἡ ὅλη ἐμφάνισις εἰς πολλὰς τὸν ἀνωτέρῼ μάρτυρα ἐνέβαλεν ὑποψίας (ὁρᾶτε κατάθεσιν). Ἀνακύπτει βεβαίως τὸ ἐρώτημά τὶ ἐγένοντο οἱ νεκροὶ αὐτοὶ καὶ σοβαρὰ διὰ τοὺς ἀντιλέγοντας ἀντλοῦνται ἐντεῦθεν ἐπιχειρήματα. 
    Ὅμως προσφέρουν ἴσως ἀπάντησιν τὰ ὑπὸ τῶν φυλάκων τοῦ νεκροθαλάμου τοῦ Ῥυθμιστικοῦ Κέντρου Ἀθηνῶν κατατιθέμενα. 
    Ὁ μὲν Νικ. Νίκας καταθέτει ὅτι κατὰ τὴν διάρκειαν τῆς ὑπηρεσίας του μέχρι τῆς 23.00′ ὤρας τῆς 16.11.1973 παρέλαβε καὶ ἐτοποθέτησε εἰς τὸν νεκροθάλαμον ἑπτὰ (7) πτώματα νέων ἀνδρῶν, ἡλικίας 22-25 ἐτῶν, τὰ ὁποῖα δὲν συνωδεύοντο ἀπὸ πιοτοποιητικὸν θανάτου καὶ κάρταν περὶ τῆς ταυτότητος τοῦ νεκροῦ (κατάθ. ὑπ’ ἀριθμ. 80).
    Ὁ ἐκ τοῦ ἀνωτέρῳ παραλαβῶν ἀκολούθως ὑπηρεσίαν Ἰωάννης Μάρας, καταθέτει ὅτι ἀπὸ τῆς 23.00′ ὤρας τῆς 16.11.1973 μέχρι 7.00′ τῆς 17.11.1973 παρέλαβεν καὶ ἐτοποθέτησεν εἰς τὸν νεκροθάλαμον ἑπτὰ (7) πτώματα, νέων ὁμοίως ἀνδρῶν, ἡλικίας 20-35 ἐτῶν, ἐκ τῶν ὁποίων τὰ τέσσερα (4) ἦταν ἀγνώστου ταυτότητος (κατάθ. ὑπ’ ἀριθμ. 89). 
    Καὶ οὕτω κατὰ τὴν τραγικὴν ἐκείνην νύκτα τῶν γεγονότων, 16 πρὸς 17 Νοεμβρίου 1973, ἕνδεκα (11) πτώματα ἀγνώστων νέων διακομίζονται εἰς τὸ Ῥυθμιστικὸν Κέντρον Ἀθηνῶν, ἅτινα, ὅμως, πλὴν ἐνὸς (κατὰ τὰ ἐπίσημα στοιχεῖα τοῦ Νοσοκομείου) οὐδαμοῦ ἐμφανίζονται, οὔτε καταχωρίζονται! Καὶ ἡ ἀνυπαρξία ἐπισήμων στοιχείων ἐν τῷ Νοσοκομείῳ δεν ἀποδεικνύει βεβαίως τὴν ἀνυπαρξίαν πτωμάτων, διότι αἱ καταθέσεις εἶναι κατηγορηματικοὶ καὶ σαφεῖς καὶ πλήρως ἐκ τῆς ἐρεύνης ἐβεβαιώθη ὅτι οὐδεμία ἐγένετο ἐπίσημος ἐγγραφὴ τοῦ πλήθους τῶν εἰσαγομένων τότε τραυματιῶν εἰς τὸ Γενικὸν βιβλίον τῆς πύλης.
    Μόνον οἱ αὐτόθι εὑρισκόμενοι ἀστυνομικοὶ ἐμερίμνων διὰ τὰ καθ’ ἑαυτοὺς περὶ τούτου καὶ τὰ ὑπ’ αὐτῶν συλλεγέντα στοιχεῖα, κατὰ τὸ μᾶλλον ἀκριβῆ, μετὰ τῶν ἐν συνεχείᾳ εἰς τὰ βιβλία τῶν κλινικῶν τοῦ Νοσοκομείου ἐγγραφῶν, προσέφεραν ἠμῖν ἀποδείξεις περὶ τοῦ ἀριθμοῦ τῶν διακομισθέντων εἰς τὸ Ῥυθμιστικὸν τραυματιῶν! Θὰ ἧτο μάταιον ἑπομένως νὰ ἐρευνηθῇ περαιτέρῳ, μολονότι ἐπεχειρήθη, τὶ ἐγένοντο οἱ νεκροὶ οὖτοι! 
    Ἐπισημαίνομεν μόνον τὸ πρόβλημα καὶ τονίζομεν ὅτι τὰ ὑπὸ τῶν ἀνωτέρῳ κατατιθέμενα πλήρως ἐναρμονίζονται πρὸς τὰ ὑπὸ τῶν σπουδαστῶν ὑποστηριζόμενα ὡς πρὸς τὸν ἀριθμὸν τῶν δέκα (10) περίπου νεκρῶν.
  6. Πλήρως ἐκ τῶν ἐκτεθέντων ἐβεβαιώθη ἡ ἐν ψυχρῷ δολοφονία νέου ἀνδρὸς εἰς τὸ Ῥυθμιστικὸν Κέντρον Ἀθηνῶν ὑπὸ τῶν αὐτόθι ὑπηρετούντων, κατὰ τὴν τραγικὴν αὐτὴν νύκτα, ἀστυνομικῶν (καταθέσεις ὑπ’ ἀριθμ. 69, 70, 77, 79, 86 καὶ 94), ἀλλὰ καὶ δευτέρα τοιαύτη θανατώσεως τραυματίου συνεπείᾳ ξυλοδαρμοῦ, εἰς χεῖρας τοῦ ἰατροῦ χειρουργοῦ Λέων. Παπασταματίου (κατάθ. ὑπ’ ἀριθμ. 86) ἀποβιώσαντος. Τί ἐγένοντο οἱ δύο (2) οὗτοι νεκροί; Διότι εἶναι πλήρως βεβαιωμένον ὅτι οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν εὑρίσκεται εἰς τὸν κατάλογον τῶν ἐξ (6) ἐπισήμων νεκρῶν τοῦ Ῥυθμιστικοῦ, ἐξ ὧν μάλιστα μόνον εἰς (ὁ ἄγνωστος ἀρχικῶς καὶ γνωστὸς ἀκολούθως Βασ. Φαμέλλος) διεκομίσθη κατὰ τὸν ἐπίμαχον χρόνον τῆς νυκτὸς τῆς 16ης πρὸς 17ην Νεομβρίου 1973. Ἐπίτασις τῆς ἀγωνίας ἐκ τοῦ τιθεμένου προβλήματος! Δι’ ὁ καὶ ὁ προεκτεθεὶς ἰατρὸς – χειρουργός, προσωπικῶς παρακολουθήσας τὰ γεγονότα εἰς τὸ Ῥυθμιστικὸν καὶ εἰς τὴν ἐπιχειρήση/ σωτηρίας, συμμετασχῶν εἰδικῶς περὶ τοῦ ἀριθμοῦ τῶν ἐν τῷ Ῥυθμιστικῷ νεκρῶν ἐκ τῶν γεγονότων τοῦ Πολυτεχνείου ἐρωτηθείς, καταθέτει ὅτι πρέπει νὰ ἀνέρχωνται εἰς εἴκοσι (20) ἢ εἴκοσι πέντε (25) καὶ αἰτιολογεῖ διατὶ (Ὁρᾶτε κατάθεσιν ὁμοίως καὶ τάς 47 καὶ 98). Ἐκ τῶν ἐκτεθέντων δῆλον καθίσταται ὅτι εἰς τοὺς καταλόγους τῶν ἐπισήμως ἀνακοινωθέντων δέκα πέντε (15) νεκρῶν καὶ ὑπὸ τῆς ἐρεύνης βεβαιωθέντων τριῶν (3) τοιούτων δέον νὰ  προστεθοῦν καὶ ἕτεροι δέκα ἕξι (16) τουλάχιστον βασίμως προκύπτοντες, οἵτινες, τονιστέον καὶ πάλι, οὐδεμίαν ἔχουν, ὡς πρὸς τὴν ταυτότητα, σχέσιν μὲ τοὺς ἐπισήμως ἀνακοινωθέντος. 
    Παραμένει βεβαίως πάντοτε τὸ ἐρώτημα: 
    Τί ἐγένοντο τά πτώματα τῶν νεκρῶν τούτων καί διατί οἱ οἰκεῖοι των ἐξακολουθητικῶς σιωποῦν; Δεν εἶναι εὔκολος ἡ ἀπάντησις εἰς τὸν χαράσσοντα τάς γραμμὰς ταύτας. Εἶναι ὑποχρέωσις, ὅμως, ἡ ἔναντι τοῦ προβλήματος θέσις καὶ ἡ κατανόησις τῶν ἀνερμηνεύτων ἢ ἀδυνάτων. (Ὁρᾶτε σχετικῶς κατάθεσιν Δημ. Πίμπα, ὑπ. ἀριθμ. 71).
δ) Νεκροὶ ἐκ διαδόσεων πιθανολογούμενοι:
Πολλὰ τῷ ὄντι περὶ μεγάλου ἀριθμοῦ νεκρὼν διαδίδονται καὶ θρυλοῦνται. Διάφοροι κατάλογοι περὶ τούτων κυκλοφοροῦν, δύο τῶν ὁποίων ἀναφέροντες ὀνόματα νεκρῶν 46 καὶ 59, ἀντιστοίχως, περιῆλθαν εἰς χεῖρας μου καὶ ἀπετέλεσαν ἀντικείμενον εἰδικῆς, ἐπισταμένης καὶ ἀγωνιώδους ἐρεύνης. Ἀμφότεροι ἐκυκλοφόρησαν τὸ πρῶτον εἰς τὴν ἀλλοδαπὴν καὶ ὁ εἰς ἐξ αὐτῶν ἐπιμελείᾳ πολλῶν γνωστῶν Ἑλλήνων, εἰς τὸ ἐξωτερικὸν κατὰ τὴν ἐποχὴν τῆς Δικτατορίας εὑρισκομένων. 
Εἶναι ἀμφότεροι ἐλλιπεῖς κατὰ τὰ στοιχεῖα τῶν καὶ ἡ ἐπ’ αὐτῶν ἔρευνα εἰς οὐδὲν τὸ συγκεκριμένον ἀπέληξε. Βεβαίως ὁ πρῶτος αὐτῶν κατετέθη παρὰ προσώπου λίαν ἀξιοπίστου, βεβαιώσαντος περὶ τῆς σοβαρότητος τῆς ἐρεύνης καὶ τῆς ἐγκυρότητος τῶν πορισμάτων αὐτῆς ἐν τῇ ἀναγραφῇ τῶν ὀνομάτων τοῦ καταλόγου. Ἐξ οὐδενός, ὅμως, ἑτέρου στοιχείου ἐνισχύθη ἡ ἄποψις αὐτὴ καὶ τῶν ἀναγραφομένων ὀνομάτων ἡ συμπλήρωσις δὲν ἐπετεύχθη, ἵνα διευκλυνθῇ ἀκολούθως ἡ ἔρευνα ἐν τῇ ἀναζητήσει τῆς ἀληθείας.
Ὁ ἕτερος τῶν καταλόγων κατὰ πολὺ ἐλλιπέστερος ἐμφανίζεται κατὰ τὸ περιεχόμενόν του καὶ οὐδὲν οὐδαμόθεν προσφέρεται πρὸς ἐπιβεβαίωσίν του. Ὁ υἱοθετήσας τοῦτον μάρτυς ἐπὶ τῆς ὑποθέσεως καὶ μηνυτὴς Γρηγόριος Παπαδᾶτος, εἰδικῶς ἐφ’ ἠμῶν κληθεὶς ὅπως προσκομίσῃ ἢ κατονομάσῃ ἔστω στοιχεῖα ἐνισχυτικὰ τῶν ἀπόψεων τοῦ, οὐδὲν περὶ τοῦ ἀντικειμένου τούτου κατέθεσεν.
Σοβαρῶς ἐξ ἑτέρου ἐκ τῆς ἐρεύνης ἠμῶν ἐπιθανολογήθη ὅτι ἐξ (6) ἐκ τῶν αὐτῷ ἀναφερομένων ὀνομάτων ἀφοροῦν τοὺς τραυματίας τῶν γεγονότων, ἐνῶ πλήρως ἐβεβαιώθη ὅτι ὄνομα ἀναμφισβητήτως νεκροῦ, τοῦ Ἀλεξ. Σπαρτίδη, δεν ἀναφέρεται ἐν αὐτῶν (ὁρᾶτε τὸ ἀπὸ 20.7.74 ἐνημερωτικὸν σημείωμα Γεν. Ἀσφαλείας καὶ τῆς ὑπ’ ἀριθμ. 51075 Φ. 680 /15 /14.10.74 ἀναφορὰν τῆς πρὸς ὑμᾶς). 
Οὐδεὶς βεβαίως δύναται νὰ ἀποκλείσῃ τὸ ἐνδεχόμενον μήνυμα ἀληθείας ἐκ τῶν καταλόγων τούτων νὰ ἐκπορεύεται καὶ πολλοὶ ἢ καὶ ἅπαντες οἱ προαναφερθέντες, ἀριθμητικῶς μόνον ὡς βασίμως προκύπτοντες, νεκροὶ νὰ ἀποτελοῦν μέλη τῶν ἐν αὐτοῖς ἀναγραφομένων ὁμάδων ἢ καὶ νὰ ἀναφέρονται εἰς αὐτοὺς αἱ ὑπὸ ἑτέρων μαρτύρων κατατιθέμενοι, ἀνεπιβεβαίωτοι ὅμως παραμένουσαι περιπτώσεις πιθανῶν νεκρὼν (ὁρᾶτε καταθέσεις ὑπ’ ἀριθμ. 183, 209, 218, 255, 50 καὶ 55). 
Τὰ ἐνδεχόμενα ὅμως ταῦτα πόρρῳ ἀφίστανται τοῦ ἀσφαλοῦς καὶ βεβαιοῦ, ὅπερ καὶ μόνον δύναται νὰ ἀποτελέσῃ στοιχεῖον ἀποδεικτικόν. Οἴκοθεν νοεῖται ὅτι ἡ αὐτὴ προσήκει ἀπάντησις καὶ ὑπεύθυνος θέσις καὶ ἔναντι τῶν περὶ ὑπάρξεως ὁμαδικῶν τάφων διαθρυλουμένων, μολονότι σκληρὰ διὰ τὸν γράφοντα ὑπῆρξε δοκιμασία ἡ λῆψις τῆς καταθέσεως ἀτόμου, στρατιώτου ὄντος κατὰ τὴν ἐρευνωμένην περίοδον, ὅστις, διὰ τῶν κατατεθέντων του καὶ τῆς ὅλης του  τραγικῆς – ἀληθῶς – ἐμφανίσεως, πολλὰς καὶ συγκλονιστικὰς μοι προεκάλεσεν ἀνησυχίας καὶ ἀπορίας (κατάθεσις ὑπ’ ἀριθμ. 190).
Β. ΤΡΑΥΜΑΤΙΑΙ:
Εἶναι ἀληθῶς μέγας ὁ ἀριθμὸς τῶν τραυματιῶν. Κατὰ τὰ ὑπὸ τῆς ἐρεύνης ἠμῶν συλλεγέντα στοιχεῖα καὶ δὴ τάς ὑπὸ τῶν Νοσοκομείων, Κλινικῶν καὶ Ἰατρῶν ὑποβληθείσας καταστάσεις, οἱ ἐπισήμως γνωσθέντες τραυματίαι τοῦ ἀπὸ 16ης μέχρι καὶ 19ης Νοεμβρίου 1973 αἱματηροῦ τριημέρου ἀνέρχονται εἰς χιλίους ἑκατὸν τρεῖς (1.103) πολίτας καὶ 61 ἀστυνομικούς.
Εἰς τούτους δέον νὰ προστεθοῦν καὶ ἀνεξακρίβωτον πλῆθος ἑτέρων πολιτῶν οἵτινες ἢ ἐφυγαδεύοντο ὑπὸ τῶν ἰατρῶν ἢ ἐνοσηλεύοντο οἶκοι, ἢ καὶ οὐδαμοῦ πρὸς νοσηλείαν κατέφευγον, φοβούμενοι προφανῶς δυσαρέστους δι’ αὐτοὺς ἢ τάς οἰκογενείας των ἐξελίξεις. Τὰ πλήρη στοιχεῖα ταυτότητος τῶν τραυματιῶν τούτων ἀπολύτως βεβαιοῦνται ἐκ τῶν ὑποβληθεισῶν τῇ ἐρεύνῃ καὶ συνημμένων τῇ παρούσῃ σχετικῶν καταστάσεων. Ἐλαχίστων ἐκ τῶν τραυματιῶν τούτων ἐλήφθησαν καταθέσεις, καθ’ ὅσον ἡ ἐξέτασις ἁπάντων θὰ ἀπῄτει χρόνον μακρόν, ἡ διάθεσις τοῦ ὁποίου κεῖται ἐκτὸς τῶν πλαισίων τῆς ὑπ’ ἐμοῦ ἐνεργηθείσης προκαταρκτικῆς ἐρεύνης.
Γ. ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΑΙ ΚΑΙ ΦΘΟΡΑΙ:
Θλιβερὸς καὶ πρὸς τὴν κατεύθυνσιν ταύτην ὑπῆρξεν τῶν ἐρευνωμένων γεγονότων ὁ ἀπολογισμὸς ἐντὸς καὶ ἐκτὸς τοῦ Πολυτεχνείου. Καὶ διὰ τάς μὲν ἐντὸς τοῦ Πολυτεχνείου καταστροφὰς καὶ φθορὰς συνετάγη ἡ ἀπὸ 18.11.73 ἔκθεσις τῶν συναδέλφων Εἰσαγγελέων Πρωτοδικὼν Ἰωάννου Κυριαζὴ καὶ Βασιλείου Παπᾶ, ἥτις καὶ ἐμπεριέχει συγκεκριμένος, κατὰ περιγραφήν, ὅμως μόνον καὶ οὐχὶ κατ’ ἐκτίμησιν, διαπιστώσεις, ὡς πρὸς δὲ τάς ἐκτὸς τοῦ Πολυτεχνείου τοιαύτας προέβησαν εἰς ἀπολογισμὸν τὰ κατὰ περιφερείας ἁρμόδια Ἀστυνομικὰ Τμήματα, αἱ διαπιστώσεις τῶν ὁποίων ἐμπεριέχονται εἰς τὸ παράρτημα Ἀ’ τῆς ὑπ’ ἀριθμ. 18148 Φ. 650.10/21.11.73 ἀναφορᾶς τῆς Ἀστυνομικῆς Διευθύνσεως Ἀθηνῶν πρὸς τὸ ὑπουργεῖον Δημοσίας Τάξεως (ὁρᾶτε τὰ στοιχεῖα ταῦτα). 
Ἀναγκαῖον ἤδη καθίσταται ὅπως εἰς τὰ πλαίσια τῆς παρούσης ἐρεύνης καὶ ἐπὶ τῷ τέλει τῆς καὶ ἐπὶ τοῦ παρόντος ἀντικειμένου διακριβώσεως ἀξιοποίνων πράξεων, μὴ ἐμπιπτουσῶν εἰς τὴν διὰ τοῦ Π.Δ. 519/74 ἀμνηστίαν, ὡς καὶ τῆς ἐπισημάνσεως δραστῶν, ὑπάρξῃ συγκεκριμένη καὶ ὑπεύθυνος θέσις, ἵνα ἀκολούθως ἐνεργηθοὺν τὰ περαιτέρῳ νόμιμα. Ἐτονίσθη ἀνωτέρω καὶ εἶναι πεποίθησις τοῦ γράφοντος ἐκ τῆς ἐκτιμήσεως τῶν ἀνὰ χεῖρας στοιχείων ἀπορρέουσα ὅτι πλῆθος ἐξωφοιτητικῶν στοιχείων καὶ πράκτορες μυστικῶν καὶ ἄλλων ὑπηρεσιῶν εὑρίσκοντο μεταξὺ τῶν σπουδαστῶν ἐντὸς καὶ ἐκτὸς τοῦ Πολυτεχνείου κατὰ τὸ περὶ οὗ πρόκειται αἱματηρὸν προσιδιάζουσα, ἀλλ’ ἡρωικὴ ἀληθῶς ἡ προσπάθεια τῶν σπουδαστῶν να διαφυλάξουν, προστατεύσουν να περιφρουρήσουν τὸ ἵδρυμα καὶ τὰ περιουσιακά του στοιχεῖα. 
Εἶναι ὁμόθυμος, συγκινητικὴ καὶ λίαν ἀποκαλυπτικὴ ἡ ἐπὶ τοῦ θέματος τούτου θέσις ἁπάντων τῶν ἐξετασθέντων καθηγητῶν τοῦ Πολυτεχνείου. Προσωπικῶς πολλοὶ ἐξ αὐτῶν διεπίστωσαν τὴν ἀνησυχίαν καὶ ἀληθῆ ἀγωνίαν τῶν σπουδαστῶν να προστατεύσουν τὸ ἵδρυμα, αἵτινες καὶ ὑλοποιήθησαν εἰς λῆψιν συγκεκριμένων ὑπ’ αὐτῶν μέτρων. Εἰδικαὶ πινακίδαι ἐφιλοτεχνήθησαν καὶ ἀνηρτήθησαν εἰς τάς θύρας ἐργαστηρίων διά τῶν φράσεων: «Συνάδελφοι προσοχή» καὶ «ἀπαγορεύεται ἡ εἴσοδος» καὶ σκοποὶ εἰδικῶς πρὸ αὐτῶν ἐτοποθετήθησαν. «Προσωπικῶς – γνωρίζω – καταθέτει ὁ καθηγητὴς Θεόδωρος Σκουλικίδης – ὅτι οἱ σπουδαοταὶ ἐφρούρουν οἱ ἴδιοι τὰ ἐργαστήρια, ἔναντι ξένων στοιχείων που ἐπεχείρησαν νὰ εἰσδύσουν ἐντὸς αὐτῶν καὶ μέχρι τῆς 4ης ἀπογευματινῆς τῆς 16.11.73 οὐδεμία ἀπολύτως ζημία ἢ φθορὰ εἶχε προκληθῆ εἰς αὐτά. Πεποίθησίς μου εἶναι ὅτι αἱ ἐμφανισθείσαι εἰς τὸ ἵδρυμα ζημίαι καὶ διατυμπανισθεῖσαι, ἀφ’ ἑνὸς δὲν ἦσαν ὅσαι ἀνεκοινώθησαν, ὡς ἐπισήμως ἐβεβαιώθη ὑπὸ εἰδικῆς ἐπιτροπῆς ἐκ καθηγητῶν, ἀφ’ ἑτέρου δὲ προεκλήθησαν ὑπὸ στοιχείων ξένων πρὸς τοὺς σπουδαστάς. Ἐπὶ τοῦ σημείου τούτου εἶμαι κατηγορηματικός, διότι γνωρίζω τὴν ἀνωτερότητα, τὴν ὡριμότητα καὶ τὸν σεβασμὸν τῶν σπουδαστῶν πρὸς τὸ ἵδρυμα» (κατάθεσις ὑπ’ ἀριθμ. 10).
Ὑπὸ τὸ αὐτὸ πνεῦμα καὶ μετὰ κατηγορηματικότητος καταθέτουν ὁ πρύτανις Κων. Κονοφᾶγος καὶ οἱ καθηγηταί: Πέρ. Θεοχάρης, Πάν. Λαδόπουλος, Γεώργιος Βέης, Νικόλαος Κουμοῦτσος, Παῦλος Σακελλαρίδης, Θεοχ. Πολυχρονόπουλος καὶ ὁ Ἐπιμελητὴς Βασίλειος Ἰατρίδης. Ὁ τελευταῖος μάλιστα οὗτος, προσωπικῶς μοχθήσας καὶ μετὰ τῶν σπουδαστῶν συνεργασθεὶς διὰ τὴν προστασίαν τοῦ ἱδρύματος καὶ τὴν περιφρούρησιν τῶν περιουσιακῶν τοῦ στοιχείων, ἀναλυτικῶς εἰς εἰδικὸν ὑπόμνημα ἐξιστορεῖ τὴν ἡρωικὴν ταύτην προσπάθειαν καὶ ἐπιλέγει ὅτι «ἐγκατέλειψα τὸ Πολυτεχνεῖον περὶ ὤραν 22.15′ ἀφήνοντας τὰ πάντα εἰς τὴν αὐτὴν κατάστασιν εἰς ᾖν τὰ εὗρον τὴν Πέμπτην τὸ πρωί» (ὁρᾶτε καταθέσεις, ὑπ’ ἀριθμ. 10, 11, 12, 16, 22, 37, 39, 132 καὶ 175). 
Καὶ περὶ πάντων τούτων καταθέτουν διακεκριμένοι ἀκαδημαϊκοὶ διδάσκαλοι καὶ ἡ μαρτυρία των πρὸς τὴν ἀληθείαν ἀναμφισβητήτως στοιχεῖται. Δι’ ὁ καὶ εἶναι εὔλογον, στοιχειώδους, καλῆς πίστεως ἐπακόλουθον, νὰ σκεφθῇ τὶς περαιτέρῳ ὅτι ἐὰν τοιοῦτον πνεῦμα ἀνωτερότητος καὶ πολιτισμοῦ ἐχαρακτήριζε τάς ἐκδηλώσεις τῶν σπουδαστὼν μέχρι τῆς ὡς εἴρηται ὤρας, θὰ ἧτο ψυχολογικῶς ἀδιανόητον καὶ πραγματικῶς ἀδύνατον τὸ οὕτῳ πῶς ἐκδηλῶθεν ὑψηλὸν ἀγωνιστικὸν ἦθος νὰ μεταβληθῇ τὴν ὑστάτην στιγμήν, ὅτε ὁ φόβος πλέον συνεῖχε τὰ πάντα, εἰς βάρβαρον ἠροστράτειον μένος. 
Ἀλλὰ καὶ διὰ τὸν παραμένοντα τυχὸν δύσπιστον καὶ μεμψίμοιρον ὑφίσταται καὶ ἑτέρα, καταλυτικὴ πάσης ἀμφιβολίας ἀπάντησις. Προέρχεται ἐκ τῆς καταθέσεως τοῦ καθηγητοῦ Θεοχ. Πολυχρονοπούλου ἡ ἑξῆς: 
Τὴν πρωίαν τοῦ Σαββάτου 17.11.73, ὅτε οἱ «βάνδαλοι» εἶχον ἐκδιωχθῆ τοῦ Πολυτεχνείου, ἐπεσκέφθη τὸ γραφεῖον του καὶ μὲ πολλὴν ἰκανοποίησιν καὶ ἀνακούφισιν διεπίστωσεν ὅτι «δὲν εἶχεν ὑποστῆ ζημίας ἐκ τῶν γεγονότων καὶ τὰ προσωπικά του ἀντικείμενα εὑρίσκοντο εἰς τάς θέσεις των». Ὅτε ὅμως μετὰ μίαν ἑβδομάδα μετὰ τὴν ὑπὸ τῶν Ἀρχῶν Παράδοσιν τοῦ Πολυτεχνείου εἰς τὴν Σύγκλητον, ἐπεσκέφθη καὶ πάλιν τὸ γραφεῖον τοῦ εὑρέθη πρὸ καταστάσεως ἐντελῶς διαφόρου καὶ ἀντιθέτου τῆς προηγουμένης. Πολλὰ προσωπικὰ τοῦ ἀντικείμενα καὶ ὑπηρεσιακὰ τοιαῦτα, ὅπως εἰς προβολεὺς διαφανειῶν, εἶχον ἐξαφανισθη καὶ «ἐνώπιον τοῦ παρουσιάσθη εἰκὼν γραφείου λεηλατημένου»!
Ποῖοι ἄραγε εἶναι οἱ δρᾶσται τοῦ βανδαλισμοὺ τούτου; Ὄχι βεβαίως οἱ σπουδασταί, οἵτινες εἰς τὴν γενικότητα, τῶν τότε λεκτικῶν διανθισμάτων καὶ διὰ τὸ ἀντικείμενο τούτου, ἀτυχῶς, ἐδέχθησαν ῥύπους καὶ ἔσυρον τῆς ἀποδοκιμασίας τὴν κατακραυγήν! 
Καὶ τὸ συμπέρασμα εἶναι ὅτι κλοπαὶ διεπράχθησαν καὶ φθοραὶ διακεκριμένοι εἰς βάρος τῆς περιουσίας τοῦ Πολυτεχνείου προεκλήθησαν, ὑπὸ προσώπων μὴ συνδεομένων πρὸς τὸν σπουδαστικὸν κόσμον. Ὡς πρὸς τὸ ὕψος ἤδη τῆς οὕτῳ προξενηθείσης εἰς βάρος τοῦ Πολυτεχνείου ζημίας βεβαιοῦται ὅτι ἀνέρχεται εἰς τὸ ποσὸν τοῦ 1.268.153 (ὁρατὲ τὰ ὑπ’ ἀρθ. Ε.Π. 804 / 74 ἔγγραφον τοῦ Πρυτάνεως μετὰ τῆς συνημμένης αὐτῷ ἐπισήμου ἐκθέσεως ἐκτιμήσεως).
III. ΝΟΜΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΘΕΝΤΩΝ
Α’ ΑΞΙΟΠΟΙΝΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ:
Τὰ ἐκτεθέντα πραγματικὰ περιστατικά, ἀναγόμενα ἥδῃ εἰς τὴν τοῦ προσήκοντος κανόνος δικαίου ἐφαρμογήν, στοιχειοθετοῦν, κατὰ τὴν γνώμην ἠμῶν, τὰς ἀκολούθως ἀξιοποίνους πράξεις:
  1. Ἀνθρωποκτονίας ἐκ προθέσεως ἐν συρροῇ (ἀρ. 94 παρ. 1 καὶ 299 παρ. 1 Π.Κ.).
  2. Ἀποπείρας ἀνθρωποκτονιῶν κατὰ συρροὴν (ἀρ. 42.94 παρ. 1 καὶ 299 παρ. 1 Π.Κ.).
  3. Ἐπικινδύνους σωματικὰς βλάβας κατὰ συρροὴν (ἀρ. 94 παρ. 1, 308 καὶ 309 Π.Κ.).
  4. Παρανόμους κατακρατήσεις (ἀρ. 325 Π.Κ.).
  5. Φθορὰς πραγμάτων χρησιμευόντων εἰς κοινὸν ὄφελος (ἀρ. 381 παρ. 1 καὶ 382 ἐδ. ἀ’ Π.Κ.).
  6. Πρόκλησιν εἰς τέλεσιν κακουργήματος ἢ πλημμελήματος (ἀρ. 186 Π.Κ.).
  7. Συμμετοχὴ εἰς τάς πράξεις ταύτας (ὡς ἠθικῆς αὐτουργίας ἢ συνεργείας – ἀρ. 46 καὶ 47 Π.Κ.).
  8. Παράνομον ὁπλοφορίαν (ἀρ. 1 καὶ 6 παρ. παρ. 1 καὶ 3 Ν.Δ. 542 / 80).
  9. Ἀπειλὰς (ἀρ. 333 Π.Κ.) καὶ
  10. Βλασφημίας (ἀρ. 198 παρ. 1 Π.Κ.).
Β. ΑΜΝΗΣΤΙΑ ἐκ τοῦ Π.Δ. 519 / 74 καὶ αἱ ἀνωτέρω πράξεις:
Κατὰ τὴν ἐν ἀρχῇ τῆς παρούσης μνημονευομένην παραγγελίαν ἡ ἔρευνά μου θὰ ἔδη νὰ περιορισθῇ εἰς μονὰς τὰς πράξεις, τὰς μὴ ἐμπιπτούσας εἰς τὴν διὰ τοῦ ὡς εἴρηται Π.Δ/τος χορηγηθείσαν ἀμνηστίαν. Ὁ προσδιορισμὸς ὅμως τῶν ὑπὸ τῆς ἀμνηστίας καλυπτομένων πράξεων καὶ ἡ χάραξις τῆς ὀρθῆς περαιτέρῳ πορείας ἐρεύνης, θέτει πρὸ ἡμῶν σοβαρὸν ἐρμηνευτικὸν πρόβλημα, ἡ ἀντιμετώπισις τοῦ ὁποίου παρίσταται ἀναγκαία, ἐπὶ τῷ τέλει διαμορφώσεως ὑπευθύνου γνώμης. Εἶναι ἀληθὲς ὅτι τὸ γράμμα τοῦ ὡς εἴρηται νόμου παρέχει ἀπόψεις εὐχερεῖς ὑπὲρ τῆς παραδοχῆς τῆς ἀμνηστεύσεως καὶ διὰ τάς ὡς εἴρηται πράξεις. 
Καὶ ἰδίου αὖται:
  1. Ἡ διατύπωσις τῆς διατάξεως εἶναι σαφὴς καὶ εὐρύτατον τὸ χαραχθὲν περίγραμμα τῶν εἰς τὴν ἀμνήστευσιν ὑπαγομένων ἀδικημάτων. Ἀμνηστεύονται οὕτω «τὰ καθ’ οἰονδήποτε τρόπον τελεσθέντα μέχρι καὶ τῆς δημοσιεύσεως τοῦ παρόντος ἐγκλήματα, τὰ προβλεπόμενα καὶ τιμωρούμενα ὑπὸ τῶν διατάξεων τοῦ Π. Κώδικος ὡς καὶ τὰ πρὸς αὐτὰ συναπτόμενα ἢ συναφῆ, ἐφ’ ὅσον πάντα ταῦτα ἔχουν σχέσιν πρὸς τὴν κατάστασιν τὴν δημιουργηθεῖσαν ἀπὸ τῆς 21ης Ἀπριλίου 1967». Εἶναι ἐμφανὲς ὅτι τὸ προκύπτον ἐντεῦθεν ἐννοιολογικὸν πλαίσιον καλύπτει καὶ τάς περὶ ᾦν πρόκειται, ἀνωτέρῳ δὲ προσδιορισθείσας, ἀξιοποίνους πράξεις (ἐγκλήματα… τὰ πρὸς αὐτὰ συναπτόμενα ἡ συναφῆ… σχέσιν ἔχοντα πρὸς τὴν δημιουργηθεῖσαν ἀπὸ τῆς 21ης Ἀπριλίου 1967 κατάστασιν).
  2. Ἡ ἀντιπαραβολὴ καὶ ἡ σύγκρισις τοῦ παρόντος νομοθετήματος πρὸς τὸ ἀποτελέσαν πρότυπον αὐτοῦ Ν.Δ. 168/73 πρόσθεταν ὑπὲρ τῆς γνώμης ταύτης παρέχει ἐπιχείρημα. Διότι ἐνῶ τὸ Ν.Δ. 168 / 73 χαρακτηρίζει ὡς ἀμνηστευόμενα τὰ προεκτεθέντα ἀδικήματα μόνον ἂν «ἔτειναν ἢ ὁπωσδήποτε ἀπρόλβεπον εἰς τὴν ἀνατροπὴν τῆς καθεστηκυΐας τάξεως» κατὰ τὴν διατύπωσιν τοῦ περὶ οὐ πρόκειται Π .Δ. 519 / 74 ἀπηλειώθη ἡ τελευταία αὐτὴ περικοπή. Καὶ ἡ ἁπάλειψις δὲν δύναται νὰ θεωρηθῂ συμπτωματικὴ καὶ τυχαία, διαφυγοῦσα κατὰ τὴν τεχνικὴν διατύπωσιν τοῦ νομοθετήματος, καθ’ ὅσον εὐθὺς ἀμέσως ὁλόκληρος χρησιμοποιείται κατὰ τὸν προσδιορισμὸν τῶν εἰς ἀμνήστευσιν ὑπαγομένων καὶ πρὸ τῆς 21 Ἀπριλίου 1967 τελεσθεισῶν ἀξιοποίνων πράξεων, ὡς ἀκολούθως: «Ὁμοίως, ἀμνηστεύονται τὰ αὐτὰ ὡς ἄνω ἐγκλήματα τελεσθέντα πρὸς τῆς 21ης Ἀπριλίου 1967 καὶ τὰ πρὸς αὐτὰ συναπτόμενα ἢ συναφῆ ἐφ’ ὅσον ὁπωσδήποτε ἀπέβλεπαν πρὸς τὴν ἀνατροπὴν τῆς καθεστηκυΐας τάξεως».Καὶ ἡ ταύτῃ ἁπάλειψις ὁλοκλήρου περικοπῆς, προσδιοριστικῆς τῆς ἐννοίας καὶ τοῦ εἴδους τοῦ ἀμνηστευομένου ἐγκλήματος δὲν καθιστᾶ τόσον πρόδηλον τὸ ὑποστηριχθὲν ὅτι «τὸ περὶ οὐ πρόκειται Π.Δ. ἀφορᾷ περιοριστικῶς καὶ μόνον τάς ἐναντίον τοῦ κρατοῦντος μέχρι τοῦ Ἰουλίου 1974 καθεστῶτος πράξεις». Ἀλλὰ περὶ τῶν ἐγκλημάτων τούτων οὐδὲν τίθεται θέμα δι’ ὁ καὶ δεν ἀπετέλεσαν ἀντικείμενον τῆς παρούσης ἐρεύνης.
  3. Τὸ περιεχόμενον τοῦ ὑπ’ ἀριθ. 106/73 Ν.Δ/τος πλήρως πρὸς τὸ ὑπ’ ἀριθ. 168 / 73 ἐναρμονιζόμενον, καλύπτει διὰ τῆς ὑπ’ αὐτοῦ καθιερουμένης παραγραφῆς τάς πράξεις τῶν ὀργάνων τῆς πολιτείας, ἐφ’ ὅσον αὗται ἐξῃροῦντο τῆς διὰ τοῦ Ν.Δ. 168 / 73 χορηγουμένης ἀμνηστίας. Παρόμοιον ὅμως μέτρον δὲν ἠκολούθησε τὸ Π.Δ. 519 / 74.
    Καὶ εὐλόγως ἐρωτᾶται: 
    Διατί; Διότι ἡ ἁπάλειψις τῆς ἐκτεθείσης περικοπῆς κατέστησε περιττὴν τὴν τοιαύτην πρόβλεψιν, ἢ διότι παρόμοιον μέτρον ἔκειτο ἐκτὸς τῆς βουλήσεως τοῦ νομοθέτου. Κατὰ τὸ ἀρ. 52 παρ. 3 τοῦ διὰ τῆς ὑπ’ ἀριθ. 1 / 74 συντακτικῆς πράξεως ἐπαναφερθέντες ἐν ἰσχύι Συντάγματος τοῦ 1952 ἀμνηστία χορηγεῖται μόνον ἐπὶ πολιτικῶν ἐγκλημάτων.
Καὶ ὡς τοιαῦτα νοοῦνται μόνον αἱ κατὰ τῆς πολιτείας ἀπευθυνόμεναι καὶ προσβάλλουσαι δικαιώματα αὐτῆς, εἰς ἀνατροπὴν δὲ ἢ ἀλλοίωσιν τῆς ἐν αὐτῇ καθεστώσης κατὰ τὸ ἰσχῦον πολίτευμα πολιτικῆς τάξεως τείνουσαι πράξεις (Α.Π. 238 / 30, 648 /_46, 457 / 47, 237 καὶ 311 / 50, ἐν Θεμ. ΜΑ’ σελ. 607, ΝΣΤ σελ. 360, ΝΗ’ σελ. 342, ΞΑ’ σελ. 738 καὶ 904 καὶ 228 54 Π. Χρ. ΙΔ’ σελ. 410). 
Δὲν συγκαταλέγονται συνεπῶς μεταξὺ τῶν ἐγκλημάτων τούτων καὶ τὰ περὶ ᾦν πρόκειται τῶν κοινῶν ἀνθρωποκτονιῶν, τετελεσμένων καὶ ἐν ἀποπείρᾳ, τῶν σωματικῶν βλαβῶν, τῶν διακεκριμένων φθορῶν κ.λπ.
Παραδοχὴν τῆς ἀντιθέτου ἀπόψεως ὁδηγεῖ ἀναποτρέπτως εἰς ἀνεπίτρεπτον διεύρυνσιν τῆς παραδεδεγμένης ἐννοίας τοῦ πολιτικοῦ ἐγκλήματος διὰ τοῦ χαρακτηρισμοῦ ὡς τοιούτων καὶ τῶν κοινῶν δολοφονιῶν! Ἐν προκειμένῳ ὅμως τίθεται πρόσθετον ἐρμηνευτικὸν πρόβλημα: τὸ ἑξῆς: Πολιτικὰ μόνον ἐγκλήματα ἀμνηστεύονται. 
Καὶ ἐδηλώθη ὅτι τὸ Π.Δ. 519 / 74 ἄφορα μόνον καὶ περιοριστικῶς τάς ἐναντίον τοῦ δικτατορικοῦ καθεστῶτος πράξεις. Τούτων δοθέντων ἐρωτᾶται: τὶ προσδιορίζουν ἐννοιολογικῶς, ὡς πρὸς τὸ πολιτικὸν πάντοτε ἔγκλημα, αἱ φράσεις τοῦ Π.Δ. «καὶ τὰ πρὸς αὐτὰ συναπτόμενα ἢ συναφῆ»; 
Αἱ πράξεις τῶν ὀργάνων τῆς πολιτείας κατὰ τὴν ἐποχὴν ταύτην, αἱ στρεφόμεναι κατὰ τῶν πολιτικῶν δρώντων – ἐν τῇ ἐκτεθείσῃ ἐννοίᾳ – ἀτόμων δεν εἶναι συναφεῖς πρὸς τὰ τοιαύτας τῶν καθ’ ὧν τὰ ὄργανα στρέφονται, ἐφ’ ὅσον Ἐγκλήματα συναφῆ θεωροῦνται, κατ’ ἄρθρον 129 ΚΠΔ πλὴν ἄλλων καὶ «ὅσα πράττονται ὑπὸ πολλῶν κατ’ ἀλλήλων, εἴτε συγχρόνως, εἴτε εἰς διαφόρους τόπους καὶ χρόνους»; Καὶ ἐξ ἑτέρου ποία ἡ ἔννοια τῶν ἐν προκειμένῳ μὲ τὰ βασικὰ πολιτικὰ ἐγκλήματα «συναπτομένων» τοιούτων; Ἡ ἐπὶ τῶν ἀνωτέρῳ ἐρωτημάτων γνώμη ἠμῶν εἶναι ἡ ἀκόλουθος: Δέον να γίνῃ ἀπαραιτήτως διάκρισις μεταξὺ πολιτικῶν καὶ κοινῶν ἐγκλημάτων. Καὶ ἡ διάκρισις αὕτη συνάγεται ἐκ τῆς φύσεως τοῦ προσβαλλομένου δικαίου κατὰ τὴν πραγμάτωσιν ἑκατέρου τούτων, ἐκ τῶν ὠθούντων τὸν δράστην καὶ κατευθυνόντων τὴν ἐγκληματικὴν βούλησίν του ἐλατηρίων καὶ ἐκ τοῦ ἐπιδιωκομένου σκοποῦ. 
Ὑφίσταται βεβαίως ἔννοια συναφὴς εἰς τὸν χῶρον τοῦ πολιτικοῦ ἀδικήματος, ἀλλὰ αὔτη ἀναφέρεται εἰς τὸ ἀδίκημα τὸ καθ’ ἑαυτὸ μὲν εἰς τὸ κοινὸν δίκαιον ὑπαγόμενον μετὰ τίνος ὅμως πολιτικοῦ ἀδικήματος συνδεόμενον. Καὶ ὡς τοιαύτη σύνδεσις νοεῖται μόνον ἡ χρησιμοποίησις τῶν κοινῶν ἐγκλημάτων ὡς μέσου πραγματώσεως καθαρῶς πολιτικοῦ ἀδικήματος.
Ἐκ τῶν ἐκτεθέντων ἀβιάστως προκύπτει ὅτι, παρὰ τὴν ἐκ πρώτης ὄψεως εὐμενῆ γραμματικὴν ἑρμηνείαν τοῦ νόμου, τὰ περὶ ὢν πρόκειται ἐγκλήματα τῶν ὀργάνων τῆς τότε κρατούσης πολιτειακῆς τάξεως δὲν ὑπάγονται εἰς τὴν διὰ τοῦ Π.Δ. 519 / 74 χορηγηθείσαν ἀμνηστίαν. Προσθετέον τέλος ὅτι τὰ ἐγκλήματα ταῦτα οὔτε ὡς σύνθετα ἢ μικτὰ πολιτικὰ ἐγκλήματα δύνανται να θεωρηθοῦν. Σύνθετον πολιτικὸν ἔγκλημα ὑφίσταται ὅταν διὰ τῆς ἐγκληματικῆς δράσεως προσβάλλεται ἡ τε Πολιτεία καὶ ἰδιωτικὰ δικαιώματα καὶ ὑφίσταται τοιαύτη πρὸς ἄλληλα σχέσις, ὥστε ἡ ἐπερχομένη κατ’ ἰδιώτου προσβολὴ νὰ ἔχῃ ὡς ἄμεσον ἀποτέλεσμα τὴν προπαρασκευήν, τὴν διευκόλυνσιν καὶ τὴν ἐπιτυχίαν ἐγκλήματος πολιτικοῦ. Ἀλλὰ τὸ τοιοῦτον ὑφίσταται μόνον εἰς τὰ πλαίσια τῆς αὐτῆς καὶ ἑνιαίας ἐγκληματικῆς δράσεως, οὐχὶ δὲ καὶ εἰς τὴν ἀντίρροπον τοιαύτην. 
Οὕτῳ τὰ κατὰ τοῦ τότε δικτατορικοῦ καθεστῶτος στρεφόμενα ἐγκλήματα τῶν πολιτικῶς δρώντων ἀτόμων προσέβαλλαν οὐ μόνον τὴν τότε κρατοῦσαν πολιτειακὴν τάξιν ἀλλὰ καὶ ἰδιωτικὰ δικαιώματα (καταστροφαὶ περιουσιακῶν στοιχείων, κ.λπ.). 
Ἐν προκειμένῳ ὅμως πρόκειται περὶ πράξεων τῶν ὀργάνων τῆς πολιτείας. Καὶ εἶναι λογικῶς ἀπαράδεκτον καὶ νομικῶς ἀστήρικτον νὰ θεωρήσωμεν ὅτι εἴτε τὰ ἐλατήρια (ὑποκειμενικὴ θεωρία), εἴτε ἡ κατεύθυνσις τῆς ἐγκληματικῆς βουλήσεως (ἀντικειμενικὴ θεωρία) τῶν ὀργάνων τούτων – ἐνεργούντων, σημειωθήτῳ, πρὸς προάσπισιν καὶ οὐχὶ πρὸς κατάλυσιν τῆς καθεστηκυΐας τάξεως – ἦσαν πολιτικά! 
Ἦσαν τουναντίον καθαρῶς ἐγκληματικά! 
Ὑφ’ οἱανδήποτε ὅθεν ἐκδοχὴν τὰ περὶ ᾦν πρόκειται καὶ ἐρευνώμενα ὧδε ἐγκλήματα, δὲν ἀμνηστεύονται. Θὰ ἧτο καὶ ἀδιανόητον ἄλλωστε τὸ τοιοῦτον, ἐν ὅψει τοῦ εἴδους καὶ τῆς βαρύτητος τῶν ἐγκλημάτων τούτων, τῶν συνθηκῶν τῆς θεσμοθετήσεως τῆς ἀμνηστεύσεως, τοῦ αἰτίου καὶ τοῦ σκοποῦ τοῦ νομοθετήματος.
Γ. ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΠΡΟΣ ΚΟΛΑΣΜΟΝ
Ἅ) Γενικὴ ἀνάλυσις
Ἡ ἐκ τῶν ἐκτεθέντων πραγματικῶν περιστατικῶν ἐπισήμανσις τῶν πρὸς τὰ γεγονότα καὶ τὰ τραγικὰ ἐπακόλουθα τούτων συνδεομένων ὑπευθύνων προσώπων δὲν παρίσταται εὔκολος. Διότι, ὡς καὶ ἐν ἀρχῇ τῆς παρούσης ἐτονίσθη, πάντες πλὴν τῶν φοιτητῶν ἐξεμεταλλεύθησαν τὸ λεγόμενον σπουδαστικὸν κίνημα καὶ ὁ χῶρος τοῦ Πολυτεχνείου μετεβλήθη εἰς αἱματοβαφὴ στῖβον ἑνὸς ἀπηνοῦς καὶ ἐξοντωτικοῦ ἀγῶνος φανατικῶν πολιτικῶν ἀντιθέσεων. Καὶ ἀκόμη διότι οὐδεμίαν πρὸς τὰ τραγικὰ ἐπακόλουθα τῶν γεγονότων τούτων εἶχε σχέσιν τὸ καθ’ ὕλην ὑπεύθυνον καὶ ἁρμόδιον Ὑπουργεῖον Παιδείας καὶ κατ’ ἐπέκτασιν ἡ Κυβέρνησις Σ. Μαρκεζίνη. 
Ἐπιβάλλεται ὅθεν ἡ διὰ μέσου τοῦ περιβάλλοντος τὴν ὅλην ὑπόθεσιν ἰδιομόρφου, περιέργου καὶ ἐν πολλοῖς σκοτεινοῦ κλίματος ἀναζήτησις τῶν πράγματι ὑπευθύνων καὶ ἡ ἐν συνεχείᾳ κατονομασία τούτων. Τονιστέον κατ’ ἀρχὴν ὅτι οὐδεμία, καθ’ ἡμᾶς, βαρύνει ποινικὴ εὐθύνη μέλος τῆς τότε πολιτικῆς Κυβερνήσεως, διὰ τοὺς κάτωθι λόγους:
Κατὰ τὸ τότε ἰσχῦον Σύνταγμα ἅπασαι αἱ εἰς τὰ Ὑπουργεῖα Ἐθνικῆς Ἀμύνης καὶ Ἀσφαλείας ἀφορώσαι ἀρμοδιότητες ἀνῆκον εἰς τὸν Πρόεδρον τῆς Δημοκρατίας. Εἰς τοῦτον ὁμοίως ὑπήγοντο καὶ αἱ ὑπηρεσίαι πληροφοριῶν.
Μὲ τὸν φοιτητικὸν κόσμον καὶ τὰ ζητήματα τῶν ἠσχολοῦντο πέντε (5) εἰδικώτεραι ὑπηρεσίαι πληροφοριῶν, αἱ ἑξῆς:
ἅ) Ἡ Διεύθυνσις Νεότητος τοῦ Ὑπουργείου Προεδρίας, 
β) Τὸ «Σπουδαστικὸν Τμῆμα» τῆς Γενικῆς Ἀσφαλείας, 
γ) Η ΓΔΕΑ (YEA), δ) Η ΚΥΠ καί
ἑ) Η ΕΣΑ διὰ τοῦ εἰδικοῦ Ἀνακριτικοῦ Τμήματός της. 
Ἅπασαι αἱ ἀνωτέρῳ Ὑπηρεσίαι, τελείως ἀσυντόνιστοι μεταξύ των, εἶχον σωρείαν πρακτόρων μεταξὺ τοῦ φοιτητικοῦ κόσμου. Καὶ τὸ μόνον Ὑπουργεῖον, ὅπερ ἐστερεῖτο οἰασδήποτε τυπικῆς ἀρμοδιότητος ἧτο τὸ Ὑπουργεῖον Παιδείας (Ὁρᾶτε κατάθεσιν Πάν. Σιφναίου). 
Ἀπληροφόρητον ἑπομένως παρέμενε τὸ μόνον ἁρμόδιον Ὑπουργεῖον καὶ οὐδὲν ὁ τότε Ὑπουργὸς ἐγνώριζεν ἐπὶ τῶν τεκταινομένων εἰς τὸν ὑπ’ αὐτοῦ ἐλεγχόμενον χῶρον κυβερνητικῆς δραστηριότητος. Δι’ ὁ καὶ εἰς τὴν ἐνώπιον ἡμῶν κατάθεσίν του τονίζει τὰ ἑξῆς: «Ἔντιμος ὑπάλληλος τῆς ΚΥΠ μὲ ἐβεβαίωσεν ὅτι κατὰ τὴν Πέμπτην καὶ Παρασκευὴν 15 καὶ 16 Νοεμβρίου 1973, εὑρίσκοντο ἐντὸς τοῦ Πολυτεχνείου στελέχη τῆς ΚΥΠ καὶ ἕτερον λίαν ἀξιόπιστον πρόσωπον μοῦ εἶπεν ὅτι εἶδεν ἐντὸς τοῦ Πολυτεχνείου δεκάδας ἀνθρώπων… τῆς ΕΣΑ (ἐξ ἐπισήμων οὕτῳ χειλέων ἐπιβεβαιοῦνται τὰ ὑπὸ τοῦ πράκτορος τῆς ΚΥΠ Δ Πίμπα κατατιθέμενα). 
Πιστεύω ὅτι οἱ κινηθέντες τὸν Νοέμβριον ἐλάχιστοι φοιτηταὶ δὲν εἶχον τὴν παραμικρὰν συνείδησιν τοῦ τὶ ἐτεκταίνετο. Οὐδὲ καὶ ἑγὼ τὸ ἐγνώριζον, ἀλλ’ ἐνόμιζον μόνον ὅτι θὰ ἐματαιοῦντο αἱ ἐκλογαὶ καὶ ἡ ἀποκατάστασις τῆς ἐλευθερίας ὑπὲρ ᾖς ἐκόπτοντο… 
Τὸ συμπέρασμά μου εἶναι ὅτι ἡ ὀργάνωσις μικροεπαναστάσεως τῆς 16-11-1973 ἧτο ἐξωφοιτητική, ἔφερε μάλιστα καὶ κάποιον ἐπιτελικὴν σφραγῖδα. Οἱ ὀργανωταὶ Ἕλληνες ἢ ξένοι ἢ καὶ ἀμφότεροι ἐγνώριζον βεβαίως τάς ἀντικαθεστωτικὰς διαθέσεις τῶν νέων, πιθανὸν δὲ καὶ ἐντέχνως νὰ ὑπεκίνησαν ἢ να ἐπέσπευσαν τὴν ἐκδήλωσιν, διὰ νὰ τὴν χρησιμοποιήσουν ὡς κάλυμμα τῆς ἰδικῆς των προμελετημένης ἐκδηλώσεως.
Στόχος των ἄμεσος ἧτο «ἡ πρόληψις τῶν δηλώσεων Μαρκεζίνη καὶ ἡ ματαίωσις τῶν ἐκλογῶν» (ὁρᾶτε κατάθεσιν). Πρὸς τὴν ἄποψιν ταύτην πλήρως στοιχεῖται καὶ ὁ τότε Πρωθυπουργός, ὅστις καὶ εἰδικώτερον τὴν πηγὴν τῆς ἀνωμαλίας ταύτης προσδιορίζων μετὰ σαφηνείας τονίζει ὅτι αἱ τοιαῦται ἀπόψεις καὶ σκέψεις του «δὲν ἀναφέρονται βεβαίως εἰς τοὺς ἰδεολόγους ἢ θερμοαίμους νέους ἢ τὰς παρασυρομένας μάζας». Χαρακτηριστικὸν τῆς ἀγνοίας τοῦ τότε Πρωθυπουργοῦ περὶ τῆς κινήσεως τῶν ἁρμάτων καὶ τοῦ στρατοῦ καὶ τῆς ἀναπτύξεως τῆς ὅλης ἐπιχειρήσεως εἶναι τὸ ὅ,τι οὖτος ἐπληροφορήθη περὶ πάντων τούτων κατὰ τὴν 1ην πρωινὴν ὤραν τῆς 17-1-1973 παρὰ τοῦ παρ’ αὐτῷ ὑφυπουργοῦ, ὅστις τυχαίως ὁμοίως ἀντελήφθη τὴν κίνησιν τῶν ἁρμάτων, κατερχομένων ἥδη πρὸς τὸ Πολυτεχνεῖον. 
Εὐλόγως δέ, διότι ὀλίγας μόνον ὥρας προηγουμένως, ἀλλά, ὡς καὶ ἀνωτέρῳ ἐτονίσθη, εἶχον συμφωνηθῆ. Ἡ κατὰ τὴν 13.30 ὤραν τῆς 16.11.1973 τερματισθεῖσα ἐπίσημος σύσκεψις τῶν ὑπευθύνων κυβερνητικῶν παραγόντων, εἶχε χαράξει σαφῶς τὸν τρόπον τῆς ἀντιδράσεως ἔναντι τῶν φοιτητικῶν ταραχῶν καὶ τῶν περὶ τὸ Πολυτεχνεῖον ἐκδηλώσεων: ἤπιος τρόπος, ἀποφυγὴ βίας, ἀπαγόρευσις δακρυγόνων καὶ μόνον ἐν ἐσχάτῃ ἀνάγκῃ ῥῖψις αὐτῶν καὶ αὐστηρὰ ἀπαγόρευσις πυροβολισμῶν.
Παραλλήλως, ὅμως, πρὸς ταῦτα ἢ καὶ προηγουμένως ἄλλαι εἰς ἄλλους χώρους ἐλαμβάνοντο ἀποφάσεις: Αἱ πάσης φύσεως πολιτικοὶ τάσεις καὶ ἀποχρώσεις ἀπὸ τῆς δεξιᾶς μέχρι τῆς ἀριστερᾶς τῶν ποικίλων ἤδη καὶ πολλῶν ἀποχρώσεων διεισδύουν εἰς τὸ κίνημα τῶν φοιτητῶν καὶ τὸ πολιτικοποιοῦν ἑνούμενοι εἰς τὴν κατὰ τῆς δικτατορίας ἀντίθεσιν καὶ τὴν διὰ τὴν πτῶσιν της κοινὴν ἐπιδίωξιν. «Τὸ Κόμμα μας – γράφει ὁ παρανόμως τότε ἐκδιδόμενος «Ῥιζοσπάστης» εἰς τὸ φύλ. ὑπ’ ἀρ. 65 – πάλευε νὰ μετατρέψῃ τὴν ὀργή τους σὲ κινητοποίηση, ἔτσι ποὺ νὰ ὀξυνθοῦν οἱ ἀντιθέσεις… νὰ δημιουργηθοῦν καλλίτεροι ὅροι πάλης γιὰ τὶς ἐπικείμενες συγκρούσεις μὲ τὴν δικτατορία… στάθηκαν σοβαρὸς παράγοντας τοῦ φοιτητικοῦ κινήματος…». 
Δι’ ὁ καὶ ἡ βιαία ἀντίδρασις τῆς ΕΣΑ μετὰ τὴν ἐπικράτησιν τοῦ Ἀρχηγοῦ της, διὰ τῆς ἀπὸ 12-12-1973 γνωστῆς ἀνακοινώσεως τῆς, δι’ ἧς κατηγορεῖ τοὺς Καθηγητὰς τοῦ Πολυτεχνείου, στηλιτεύει τὴν συμπεριφορὰν τῆς Συγκλήτου, ἡ ὁποία «ἐπιμένει νὰ ὁμιλῇ περὶ ἀσύλου τοῦ Πολυτεχνείου κατὰ μίαν ἀδιανόητον ἀντίληψιν», ὁμιλεῖ περὶ ἀναρχικῶν στοιχείων καὶ λαϊκῶν κινητοποιήσεων καὶ τὸ σπουδαιότερον ἀποκαλύπτει τὰς κατὰ τὴν ἐποχὴν τῶν γεγονότων προθέσεις καὶ διαθέσεις της διὰ τῶν φράσεων: «Οἱ ἀναρχικοὶ ἐκμεταλλευόμενοι… καὶ τὴν χλιαρὰν ἀντιμετώπισιν τῆς ὅλης καταστάσεως ὑπὸ τῶν ἁρμοδίων ὀργάνων τῆς πολιτείας καὶ ἐνθαρρυνόμενοι καὶ ὑποκινούμενοι ὑπὸ παραγόντων τοῦ ἐξωτερικοῦ (αἰδημόνως ἀποσιωπᾶται ὁ ῥόλος τῆς ἰδίας καὶ τῶν ἄλλων!) ἐξῆλθον τοῦ Πολυτεχνείου καὶ προέβησαν εἰς ἐμπρησμοὺς καὶ καταστροφάς, δημιουργήσαντες εἰκόνα Δεκεμβριανῶν εἰς τὸ Κέντρον τῶν Ἀθηνῶν» (ὁρᾶτε ταύτην μεταξὺ τῶν ἐγγράφων τοῦ Ε.Μ. Πολυτεχνείου).
Η ΚΥΠ ἐξαπολύει τοὺς πράκτοράς της, οἱ ὁποῖοι παρατηροῦν, παρακολουθοῦν καὶ εἰς παντοίας πράξεις βιαιότητος ἐξωθοῦν τοὺς ἀνυπόπτους σπουδαστάς. (Ὁρᾶτε καταθέσεις Σιφναίου καὶ Πίμπα). Ὁ τελευταῖος οὖτος ἀποκαλύπτει χαρακτηριστικῶς ὅτι μέγα ἧτο τὸ πλῆθος τῶν εἰς τὸ Πολυτεχνεῖον πρακτόρων τῆς ΚΥΠ, οἱ ὁποῖοι ἐφωτογράφιζον τοὺς πρωτεργάτας τῆς κινήσεως καὶ κατέγραφαν εἰς μαγνητοταινίας τάς συνομιλίας των, διένειμαν προκηρύξεις μεταξὺ τῶν σπουδαστῶν πρὸς ἐπηρεασμόν των, ἐναντίον τῆς τότε καταστάσεως, παρημπόδιζον τὴν ἐντὸς τοῦ Πολυτεχνείου εἰσαγωγὴν τραυματιῶν προκειμένου νὰ διακομίζωνται οὖτοι εἰς τὸ Ῥυθμιστικὸν ἢ ἀλλαχοῦ, ἔνθα ἡ ἀστυνομία ἧτο παροῦσα διὰ τὰ περαιτέρῳ, κατέστρεφαν διάφορα ἀντικείμενα τοῦ Πολυτεχνείου καὶ ἐξωθοῦν ἀκολούθως τοὺς φοιτητὰς νὰ ὀπλισθοῦν διὰ ξύλων καὶ σιδήρων «γιὰ νὰ κτυπήσουν τοὺς μπάτσους τῆς χούντας», ἐπεζήτησαν νὰ προμηθευθοῦν χημικὰ προϊόντα ἐκ τῶν ἐργαστηρίων τοῦ Χημείου τοῦ Πολυτεχνείου διὰ νὰ κατασκευάσουν ἐκρηκτικὰς ὕλας, ἔρριψαν τὴν ἰδέαν προμηθείας ὅπλων εἰς τοὺς φοιτητάς, κ.λπ., προσκρούσαντες ὅμως εἰς τὴν ἀποφασιστικὴν καὶ σθεναρὰν ἄρνησιν τῶν νέων τῆς Συντονιστικῆς Ἐπιτροπῆς Σπουδαστῶν. 
Η ΕΣΑ διαθέτει ἄνδρας ἐν πολιτικῇ περιβολῇ ἐντὸς καὶ ἐκτὸς τοῦ Πολυτεχνείου, οἵτινες ὁμοίως παρακολουθοῦν ἀλλὰ καὶ βαναύσως κακοποιοῦν τοὺς πολίτας. Στρατιωτικαὶ ὑπηρεσίαι πληροφοριῶν εἰδικούς των πράκτορας ἀποστέλλουν ἐντὸς τοῦ Πολυτεχνείου.
Αἱ στρατιωτικοὶ δυνάμεις εὑρίσκονται ἀπὸ νωρὶς ἐν ἐπιφυλακῇ ἐνῶ παρὰ τοῦ τότε Προέδρου τῆς Δημοκρατίας, δίδεται ἡ ἐντολὴ νὰ κινηθοῦν δυνάμεις στρατιωτικαὶ πρὸς ἐνίσχυσιν τῆς ἐνταλθείσης πρὸς ὑποβολὴν τῆς αἰτήσεως καὶ ἐν συνεχείᾳ καταλυθείσης οὐσιαστικῶς ἀστυνομίας. Καὶ ἡ ἐπιχείρησις σμικρύνεται μὲν περιγραφικῶς ὡς πρὸς τάς διαστάσεις της καὶ τὴν ἰσχὺν τῶν δυνάμεων (ὀλίγαι δυνάμεις καὶ τρία ἢ τέσσερα ἅρματα μάχης), ὡς ἐνέργεια δὲ ψυχολογικοῦ ἐπηρεασμοῦ καὶ ἐκφοβισμοῦ ἐξακολουθεῖ νὰ χαρακτηρίζεται! 
Παραδόξως ὅμως καὶ μελαγχολικῶς ἤδη πάντα ταῦτα ἠχοὺν εἰς τὰ ὦτα ὅλων, ὅσων ἔζησαν τὴν τραγικότητα τῶν στιγμῶν ἢ ἠτένισαν τὸ μέγεθος τῆς καταστροφῆς! Διότι, ἀνεξαρτήτως τῶν περὶ τοῦ περιεχομένου τῆς ἀποφάσεως Παπαδοπούλου ὑποστηριζομένων, τὸ μὲν σαφῶς ὑπὸ τῶν τότε στρατιωτικῶν ἡγητόρων κατατίθεται ὅτι «ἀπεφασίσθη ἀπὸ κοινοῦ μετὰ τῶν ἀρχηγῶν ὅπως τὸ διατεθησόμενον εἰς τὸ Πολυτεχνεῖον συγκρότημα τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων εἶναι ἰσχυρὸν εἰς μέσα» (κατάθ. ὑπ’ ἀριθ. 133), τὸ δὲ ἐκ τῶν διαδραματισθέντων καὶ τῶν αἱματηρῶν ἀποτελεσμάτων ἐλεγχομένη ἡ προϋπάρξασα διάφορος δῆθεν ἀπόφασις κρίνεται ἀνακριβής. Ἐὰν ὑπῆρξεν παρέκκλισις ἡ ἀνυπακοὴ θὰ ἔδει ἐγκαίρως νὰ ἐπισημανθῇ, νὰ στηλιτευθῇ καὶ νὰ κολασθῇ. 
Δὲν εἶναι δὲ δυνατὸν νὰ ὑποστηριχθῇ ὅτι εἰς τὸ κῦμα αὐτὸ τῆς βιαιότητας καὶ τὸ πανδαιμόνιον τῶν πυροβολισμῶν δὲν κατέστη δήλη οἱαδήποτε παρέκκλισις ἐκ τῆς ἀποφάσεως τοῦ Προέδρου, οὔτε ἀνεφάνησαν ἐκδηλώσεις ἀνυπακοῆς, διὰ νὰ ἐπέλθῃ ἄμεσος, αὐστηρὰ καὶ ὀργίλη ἡ ἀντίδρασις τοῦ πανισχύρου τότε ἐκφραστοῦ  τῆς πολιτειακῆς βουλήσεως. Τὸ αὐτὸ ὁμοίως λεκτέον καὶ διὰ τοὺς τότε ὑπευθύνους στρατιωτικοὺς ἡγήτορες, οἵτινες ὠσαύτως ὑποστηρίζουν τὰ περὶ προθέσεως ψυχολογικοῦ ἐπηρεασμοῦ καὶ ἐκφοβισμοῦ καὶ ὑπάρξεως αὐστηρῶν διαταγῶν διὰ τὴν μὴ ῥῖψιν πυροβολισμῶν, ἐκφράζουν δὲ τὴν ὀδυνηρὰν ἔκπληξίν των διότι ἐφονεύθησαν ἄνθρωποι ἐκ τῶν ῥιπτομένων βολῶν. 
Πιστεύομεν βεβαίως ὅτι οἱ περὶ ᾦν πρόκειται στρατιωτικοὶ ἡγήτορες δὲν ὑπῆρξαν ὁμόψυχοι, τῶν ἐπιδιωξάντων τότε τὴν βίαν καὶ τὴν χρῆσιν τῶν ὅπλων, εἶχον ὅμως ὑποχρέωσιν νὰ πράξουν τὰ καθ’ ἑαυτοὺς διὰ νὰ τὴν ἀποτρέψουν, δι’ ὅκαὶ ἄλλως ἐκτιμᾶται ἡ εὐθύνη αὐτῶν. 
Ὤφειλον, ἐφ’ ὅσον αὕτη ἧτο ἡ ἐπὶ τοῦ προβλήματος θέσις των καὶ τοιαύτη ἡ ἀληθὴς πρόθεσις των, νὰ κινήσουν τὴν κατὰ τῶν παραβατῶν τῶν διαταγῶν των πειθαρχικὴν ἀλλὰ καὶ ποινικὴν δίωξιν ἐπὶ τῇ κατηγορίᾳ τῆς στάσεως (ἀρθρ. 63 παρ. 1 ἐδ. γ’ ΣΠΚ – βιαιοπραγίαι κατὰ προσώπων ἢ πραγμάτων), τῆς ἀπειθείας (ἄρθρον 64 παρ. 1 ἐδ. ἀ’ ΣΠΚ – ἄρνησις ὑπακοῆς εἰς τὰς διαταγὰς ἀνωτέρων), τῆς παραβάσεως στρατιωτικῆς ἐντολῆς (ἀρ. 72 παρ. 1 γ’ ΣΠΚ) καὶ τῶν ἀσκόπων πυροβολισμένων (ἀρ. 103 ἐδ. β’ ΣΠΚ) ἐφόσον διεπιστώθη ὅτι στρατιωτικοὶ ἐπυροβόλουν αὐτοβούλως καὶ ἄνευ εὐλόγου αἰτίας, πλῆθος ἀνθρώπων φονεύσαντες καὶ περισσοτέρους σοβαρῶς τραυματίσαντες. 
Οὐδὲν ὅμως τούτων, τῶν πολὺ φυσικῶν καὶ ἀναμενομένων ἐγένετο, ἀλλ’ ἄντικρυς ἀντίθετος συμπεριφορὰ ἐπεδείχθη. Οὕτω ὁ μὲν τότε πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας ἀπηύθυνε διάγγελμα πρὸς τὸν ἑλληνικὸν λαόν, εἰς ὁ ἀναγγέλλων τὴν ἐπαναφορὰν τοῦ στρατιωτικοῦ νόμου, ὡμίλει περὶ ἀναρχικῶν ἐκδηλώσεων καὶ περὶ συνωμοσίας τῶν ἐχθρῶν τῆς Δημοκρατίας καὶ τῆς ὁμαλότητας καὶ διεβεβαίου περὶ τῆς ἀποφάσεώς του νὰ προάσπισῃ τὴν γαλήνην, τάς κατακτήσεις καὶ τὴν ἀσφαλείαν τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ (ἐφημερίδες τῆς 18.11.1973), ὁ δὲ τότε Ἀρχηγὸς τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων, ὑποδεχόμενος τὸν Πρωθυπουργὸν εἰς τὸ Μέγαρον τοῦ Ἀρχηγείου, ὡμίλησεν ὁμοίως περὶ ἀναρχικῶν ἐκδηλώσεων εἰς τὸν φοιτητικὸν χῶρον καὶ ἀπεκάλυψεν ὅτι διαβλέπουσαι αἱ ἔνοπλοι δυνάμεις τὰς πιθανὰς ἐξελίξεις, ηὔξησαν τὴν ἑτοιμότητά των καὶ διετάχθησαν νὰ παρέξουν τὴν ὑποστήριξίν των πρὸς ἀποκατάστασιν τῆς τάξεως, ἀναλαβοῦσαι τὴν ἐκκαθάρισιν τοῦ Πολυτεχνείου καὶ τοῦ πέριξ χώρου (ἐφημερίδες τῆς 21-11-1973). 
Ἀμφότεροι δὲ περὶ ἀναιμάκτου ὠμαλοῦν ἐπιχειρήσεις καὶ ὡς ἀσύστολα ψεύδη ἐχαρακτήριζαν τὰ περὶ πυροβολισμῶν «διαδιδόμενα»!
Αἱ τοιαῦται θέσεις ὑπεστηρίχθησαν καὶ ἐκαλύφθησαν ἀκολούθως καὶ ὑπὸ τοῦ τότε Πρωθυπουργοῦ διὰ δηλώσεών του εἰς τὸ Ἀρχηγεῖον Ἐνόπλων Δυνάμεων. 
Φρονοῦμεν ὅμως, ἐν ὅψει, πάντων, τῶν ἐκτεθέντων, ὅτι ἡ τοιαύτη ἐκδήλωσις συνιστᾶ καθαρὰν πολιτικὴν πρᾶξιν καὶ δεν θεμέλιοῖ, οὔτε βεβαίως ἀποδεικνύει, οἰανδήποτε ποινικὴν εὐθύνην, αὐτοῦ τε καὶ τῶν Ὑπουργῶν του: Ἐθνικῆς Ἀμύνῃς, Δημοσίας Τάξεως καὶ Ἐθνικῆς Παιδείας, οἵτινες ὁμοίως δὲν ἔσχον ἀνάμιξιν ἐνεργὸν εἰς τὰ γεγονότα καὶ τὴν ἀντιμετώπισιν τούτων, οὔτε παράλειψις τις ἀξιόποινος τοὺς βαρύνει. 
Ἡ οὐσιαστικὴ θέσις τοῦ τότε Πρωθυπουργοῦ ἧτο ἀντίθετος πρὸς πᾶσαν ἐννοίαν βίας, δι’ ὅ καὶ εὐλόγως, ἀλλὰ καὶ εὐστόχως, παρατηρεῖ ὅτι «ἐὰν εἴχα προλάβῃ νὰ κάμῳ τὴν συνέντευξιν τῆς 17-11-1973 ἴσως ἄλλη θὰ ἧτο ἡ ἐξέλιξις τῶν πραγμάτων καὶ ἰδίως δὲν θὰ εἴχομεν θρηνήσει τὰ θύματα διὰ τὰ ὁποῖα κάθε ἑλληνικὴ ψυχὴ βαθυτάτην αἰσθάνεται ὀδύνη» (ὁρᾶτε κατάθεσιν). 
Καὶ τὸ συμπέρασμα εἶναι ὅτι ὑπεράνω τῶν ἀφηρημένων καὶ ἀορίστων πλατωνικῶν ἐξορκισμῶν κεῖται ἡ ἐκ τῆς πραγματικότητας ἀναφαινομένη ἀλήθεια. 
Ὁ Γεώργιος Παπαδόπουλος, ζηλῶσας ἴσως δόξαν Ντε Γκωλ, διὰ τὴν ἐκμετάλλευσιν τοῦ φοιτητικοῦ κινήματος, ἀπηγόρευσεν εἰς τὴν Ἀστυνομίαν τὴν ἔγκαιρον πρὸς πρόληψιν τῶν γεγονότων ἐπέμβασιν καὶ διεκήρυσσεν: «Ἂς τὰ σπάσουν. Ἂς κάψουν καὶ τὸ Πολυτεχνεῖον. Ἂς κατεβοῦν καὶ στοὺς δρόμους. Ἂς σπάσουν καὶ βιτρίνες» (κατάθεσις Σιφναίου). 
Αἰφνιδίως ὅμως καὶ ἄγνωστον διατὶ καὶ πῶς ἡ γνώμη του καταστρέφεται καὶ διατάσσει τὴν κινητοποίησιν τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων, βοηθούμενος ἐν τούτῳ ὑπὸ τῶν τότε ὑπευθύνων ἡγητόρων τοῦ Στρατεύματος καὶ δὴ τῶν: Ἀρχηγοῦ Ἐνόπλων Δυνάμεων καὶ Διοικητῶν ΑΣΔΕΝ καὶ ΣΔΑ. Καὶ ἡ ἐπὶ μίαν 7ετίαν ζηλοτύπως κλειστὴ παραμείνασα πυξὶς τῆς Πανδῶρας ἀνοίγεται! Ἀντελήφθη προφανῶς τὴν εἰς βάρος του ἀπὸ τοῦ Αὐγούστου ἤδη 1973 ὑποβόσκουσαν κίνησιν τῶν Ῥουφογάλη, Ἰωαννίδη, Μπονάνου (κατάθεσις Σιφναίου) καὶ προσπαθεῖ νὰ ἀντίδρασῃ διὰ τῆς ἐγκαίρου καταστολῆς τῆς ὑπὸ τῶν ἄλλων ἤδη ἐκμεταλλευομένης προφανῶς ἐξεγέρσεως, ἔχων ἀποφασίσει ἐνδεχομένως, καὶ ἀναβολὴν τῶν ὑπὸ τῆς Κυβερνήσεως Μαρκεζίνη ὑπεσχημένων ἐκλογῶν. Καὶ εἰς τὴν κίνησιν ὅμως ταύτην ὑπερφαλαγγίζεται. Διότι τὸ σχέδιον ἧτο ἕτοιμον καὶ οἱ ἐκτελεσταί του πλήρως προετοιμασμένοι καὶ ἀποφασιστικοί.
Δὲν ἧτο βεβαίως συμπτωματικὴ καὶ τυχαία ἡ εἰς τὸ κέντρον τῆς Ἀμέσου Δράσεως τῆς Ἀστυνομίας παρουσίᾳ τῶν Ἀξιωματικῶν Λουπάση, Λούκουτου καὶ Ντερτιλή, πιστῶν εἰς τὸν Δημήτριον Ἰωαννίδην, ὡς ἐδείχθη μετὰ τὴν κατὰ τὴν 25-11-1973 ἐπικράτησιν τούτου, οὔτε ἄνευ σημασίας ἡ ἔκδηλος ἀνησυχία τοῦ τελευταίου, συνεχῶς ἐρωτῶντας ἂν ἔφθασαν τὰ ἅρματα εἰς τὸ Πολυτεχνεῖον καὶ ἐπενέβησαν καὶ ἡ ἐσπευσμένη ἐκ τοῦ Κέντρου ἀναχώρησίς του ἵνα μεταβῇ ὁ ἴδιος προσωπικῶς εἰς τὸ Πολυτεχνεῖον, διότι – καθ’ ἃ ἐδήλωσεν εἰς ἐπήκοον πάντων «ἀργοῦν πολὺ καὶ θὰ πάω μόνος μου». Καὶ μετέβη τῷ ὄντι σημαντικὸν διαδραματίσας εἰς τὴν ὅλην ἐπιχείρησιν ῥόλον (ὁρᾶτε καταθέσεις ὑπ’ ἀριθμ. 99, 159, 221 καὶ 268).
Παρὰ ταῦτα ὁ τότε Διοικητὴς ΑΣΔΕΝ καταθέτει ὅτι οὖτος ἧτο ἁπλῶς σύνδεσμος μεταξὺ τῆς Ἀστυνομίας καὶ τῆς ΑΣΔΕΝ καὶ οὐδεμίαν εἶχεν ἀρμοδιότητα νὰ ἐπέμβῃ καθ’ οἰονδήποτε τρόπον! Ὁ Στρατηγὸς ἀμετανοήτως ἐπίστευεν ὅτι ὁ περὶ οὗ πρόκειται Συνταγματάρχης θὰ ἐσέβετο τὴν ἔννοιαν τῆς στρατιωτικῆς πειθαρχίας. 
Μετ’ ὀλίγον ὅμως τραγικῶς διεψεύσθη διότι ὁ ἴδιος, ὑπὸ κατωτέρων του συνελήφθη! Οἱ Ἰωαννίδης καὶ Ῥουφογάλης, διὰ τῶν εἰς αὐτοὺς πιστὼν Ἀξιωματικῶν καὶ πρακτόρων, ἐπηρεάζουν σοβαρῶς καὶ σαφῶς τὴν ὅλην ἐπιχείρησιν, ἐξαπολύοντες κῦμα βιαιοτήτων καὶ πυροβολισμῶν, ἐπὶ τῷ τέλει τῆς δημιουργίας εὐνοϊκῶν διὰ τὴν προαποφασισθείσαν κίνησιν συνθηκῶν ἀσφαλείας, ἀναταραχῆς καὶ συγκρούσεων. 
Καὶ εἰς τὸ καταλλήλως ἤδη προετοιμασθὲν καὶ κρατῆσαν ἰδιόμορφον κλίμα συγχύσεως, πανικοῦ καὶ συγκρούσεων, ὀργιάζουν οἱ κοινοὶ δολοφόνοι ἐνσπείροντες ἀδιστάκτως τὸν θάνατον εἰς βάρος ἀθῴων καὶ ἀόπλων νέων ἀνθρώπων, τὸ μέγα ἁμάρτημα τῶν ὁποίων ἧτο ὅτι ἐζήτουν «Ἐλευθερίαν καὶ Δημοκρατίαν». 
Καὶ περιέργως ὁ μηδεμίαν ἔχων ἀναλάβει ἀποστολὴν εἰς τὴν ἐπιχείρησιν τότε Διευθυντὴς τῆς ΕΣΑ Δημήτριος Ἰωαννίδης, μεταβαίνει περὶ ὤραν 04.00 τῆς 17-11-1973 εἰς τὸν χῶρον τοῦ Πολυτεχνείου. 
Καὶ οὐδείς, οὔτε καὶ ὁ ἴδιος ἀποκαλύπτει διατί! Διότι εἶναι ἀστεῖον τὸ λεχθὲν ὅτι μετέβη ἁπλῶς ἐκ… περιεργείας! Εἰδικῶς δέον ἐνταύθα νὰ σημειωθῇ ὅτι δεν εἶναι ἄμοιρον σημασίας τινὸς τὸ πλήρως ἐκ τῆς ἐρεύνης βεβαιωθὲν ὅτι οἱ νέοι οὖτοι τοῦ Πολυτεχνείου, ὡς ἀναρχικοί, εὐκόλως καὶ ἀνενδοιάστως χαρακτηριζόμενοι, δεν ἐφόνευσαν, δὲν ἐκακοποίησαν καὶ οὐδένα σοβαρῶς ἐτραυμάτισαν, ἀλλ’ οἱ ἴδιοι καὶ τὸ ἀνώνυμον πλῆθος ὑπῆρξαν τὰ ἐξιλαστήρια θύματα τῶν περὶ «Δημοκρατίας» περιέργων ἀντιλήψεων τῶν «ἡρώων» τῆς ἐποχῆς καὶ τῶν ἀδιστάκτων ὀργάνων των!
Καὶ ἡ Ἀστυνομία ποῖον ῥόλον διεδραμάτισεν εἰς τὴν ὅλην αὐτὴν ἐπιχείρησιν; Συνήργησε διὰ τῆς συμπεριφορᾶς τῶν ὑπευθύνων τότε ἡγητόρων τῆς εἰς τὴν ἐπιβολὴν τῆς θελήσεως τρίτων. Οὕτω μολονότι εἰς αὐτὴν ἀνῆκεν ἡ εὐθύνη, ἀλλὰ καὶ ἡ κατὰ νόμον δικαιωματικότης, διὰ τὴν ἀντιμετώπιση/ τῶν συγκεντρώσεων καὶ τῶν ἐξ αὐτῶν ταραχῶν, κατ’ ἀρχὴν μὲν ἀπρακτεὶ καὶ τηρεῖ στάσιν ἐφεκτικότητος, εὐνοούσαν τὴν ὀργάνωσιν καὶ διόγκωσιν τοῦ κινήματος, ἐξ ἑτέρου διατηρεῖ εἰς συνεχῆ καὶ ἐξαντλητικὴν ἐπιφυλακὴν καὶ ἐγρήγορσιν τοὺς ἀστυνομικοὺς ὑπαλλήλους, μὲ συνέπειαν τὴν ἐπικίνδυνον ὡς ἐκ καμάτου καὶ τῆς συσσωρευμένης ἀγανακτήσεως – ὡς ἐκ τῶν ἐπιθέσεων καὶ τῶν προπηλακισμῶν – φόρτισιν τοῦ ψυχισμοῦ των καὶ τέλος δέχεται νὰ ὑποβάλῃ τὴν αἴτησιν διὰ τὴν ἐπέμβασιν τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων καὶ συμμετέχει εἰς σειρὰν ἐνεργειῶν καὶ ἐκδηλώσεων, παρανόμων, τῶν ἀκολούθων: τὴν κατὰ παράβασιν τῶν κειμένων διατάξεων βιαίαν διάλυσιν τῶν συναθροίσεων, τὴν δυναμικὴν παραβίασιν τοῦ Πανεπιστημιακοῦ ἀσύλου, παρὰ τὴν ῥητῶς ἐκφρασθείσαν ἀντίθετον ἄποψιν τοῦ Προϊσταμένου τῆς Εἰσαγγελίας καὶ τὴν ἄνευ γνώμης τῶν ἐκπροσώπων τῆς Διοικήσεως καὶ τῆς Δικαιοσύνης χρῆσιν τῶν ὅπλων.
Τέλος διὰ τοῦ τότε Ἀρχηγοῦ της διέταξεν τὴν σύλληψιν πλήθους ἀτόμων, οἱ περισσότεροι τῶν ὁποίων ἀναμφισβητήτως δὲν ἦσαν οὔτε «πρωταίτιοι» οὔτε «ὑπεύθυνοι» τῆς συναθροίσεως καὶ τῶν ἐκδηλώσεων καὶ αἵτινες παρανόμως κατεκρατήθησαν. Ὑπῆρξαν ὁμοίως καὶ μεμονωμένα ἀστυνομικὰ ὄργανα, ὑπὸ τῆς ἐρεύνης – εἰς τὸ πλῆθος τῶν ἀγνώστων – ἐντοπισθέντα, τὰ ὁποῖα ὑπῆρξαν δρᾶσται συγκεκριμένων ἀξιοποίνων πράξεων.
Δία τὴν κατὰ νόμον θεμελίωσιν τῆς ὑπαιτιότητος τῶν καθ’ ἠμᾶς ὑπευθύνων τονιστέα καὶ τὰ ἀκόλουθα:
1) Ἡ κατὰ νόμον ἀποστολὴ τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων καὶ τῶν Σωμάτων Ἀσφαλείας, πλὴν ἄλλων, περιλαμβάνει καὶ τὸ καθῆκον προστασίας τῆς ζωῆς, τῆς σωματικῆς ἀκεραιότητος, τῆς τιμῆς, τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς περιουσίας τῶν πολιτῶν. Συνεπὼς οἱ τότε ἡγέται τοῦ Στρατοῦ καὶ τῆς Ἀστυνομίας εἴχαν ὡς ἐκ τοῦ νόμου καὶ τῆς ἀποστολῆς των, τὸ ἱερὸν καθῆκον νὰ προασπίσουν τὴν ζωὴν καὶ σωματικὴν ἀκεραιότητά των εἰς τὴν συνάθροισιν πολιτῶν ἔναντι τῶν πάσης φύσεως κακοποιῶν ἢ τῶν ἐγκληματικῶς δρώντων ὀργάνων των κατὰ τὸ περὶ οὗ πρόκειται αἱματηρὸν τριήμερον. Καὶ τοῦτο μὴ πράξαντες, ἤτοι τοὺς γνωστοὺς καὶ ἀγνώστους δράστας μὴ παρεμποδίσαντες εἰς τὸ φονικὸν ἔργον των, ἐγένοντο ὑπαίτιοι ἁπλῆς συνεργείας εἰς τάς κυρίας πράξεις αὐτῶν ἀρνητικῶς ἐκδηλωθείσης, ἤτοι διὰ παραλείψεως ἐκτελέσεως τοῦ ἐκ τοῦ νόμου καὶ τῆς ἀποστολῆς τῶν τεκτομένου καθήκοντος (ἀρ. 15 καὶ 47 ΠΚΝ Χωραφά: Γεν. Ἀρχαὶ Π.Δ. παρ. 98 III Ἃ σελ. 328, Ἀγγ. Μπουροπούλου: Ἐρμ. Π.Κ. ὑπ’ ἀρ. 47 σελ. 148 ὁμοίως σχετικῶς Α.Π. 248 / 68 Π. Χρ. ΙΣΤ σελ. 511 ἐπ.). 
2) Οὐδὲν οὐδαμόθεν τίθεται πρόβλημα «προσταγῆς», συνεπαγομένης ἄρσιν τοῦ ἀδίκου χαρακτῆρος των ἐξ αἰτίας τῶν πυροβολισμῶν ἰδίᾳ τελεσθεισῶν ἀξιοποίνων πράξεων. Καὶ τοῦτο διότι δεν συνέτρεξαν αἱ κατ’ ἀρ. 21 Π.Κ. προϋποθέσεις ἐν τῇ ἐκτελέσει τῶν περὶ ὢν πρόκειται ἐγκληματικῶν πράξεων. 
Οἱ πάντες οὕτω ἀρνοῦνται τὴν ὕπαρξιν διαταγῆς πρὸς ῥῖψιν καὶ ἐκφοβιστικῶν, ἔστω, βολῶν. 
Καὶ ὑπάρχουσα ὅμως τοιαύτη, ὅπερ ἀπολύτως ἀληθές, καθ’ ἠμᾶς καὶ πλήρως ἐξακριβωμένον ὡς πρὸς τὰ ἔμπροσθεν τοῦ Ὑπουργείου Δημοσίας Τάξεως διαδραματισθέντα, «δὲν ἐδόθη κατὰ τοὺς νομίμους τύπους καὶ παρὰ τῆς ἁρμοδίας Ἀρχῆς» ὡς ἀνωτέρῳ ἀναλυτικῶς ἐτονίσθη. Δὲν συνεπάγεται ὅθεν τὰ κατὰ νόμον καταλυτικὰ τοῦ ἀξιοποίνου, ἀποτελέσματα.
β) Εἰδικωτέρα ἐπισήμανσις
Δύνανται ἤδη νὰ κατονομασθοῦν πρὸς διευκόλυνσιν τοῦ ἀνακριτικοὺ ἔργου, οἱ ἐκ τῆς ἐρεύνης προκύπτοντες καὶ κατὰ τὴν γνώμην ἠμῶν ὑπεύθυνοι τῆς περὶ ᾖς πρόκειται τραγῳδίας, κατὰ νομικὴν ἀξιολόγησιν τοῦ ῥόλου ἑκάστου εἰς ταύτην.
1) Γεώργιος Χρ. Παπαδόπουλος, τότε Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας.
2) Δημήτριος Ἀριστοτ. Ἰωαννίδης, Ὑποστράτηγος, ἔ.ἅ. τότε διοικητὴς τῆς ΕΣΑ καὶ
3) Μιχαὴλ Ῥουφογάλης, Ὑποστράτηγός ἐ.ἅ., τότε Ἀρχηγὸς τῆς ΚΥΠ. Φέρονται ὡς ἠθικοὶ αὐτουργοὶ ἀνθρωποκτονιῶν ἐκ προθέσεως (τετελεσμένων καὶ ἐν ἀποπείρᾳ) ἐπικινδύνων σωματικῶν βλαβῶν, διακεκριμένων φθορῶν καὶ προκλήσεων εἰς τέλεσιν κακουργημάτων ἢ πλημμελημάτων, πράξεων ὑπὸ γνωστῶν καὶ ἀγνώστων – τῇ ἐρεύνῃ – δραστῶν, τελεσθεισῶν (ὡς κατωτέρῳ). 
Παρατηρητέον ἐνταύθα ὅτι ὁ ἠθικὸς αὐτουργὸς δὲν δρᾶ κατὰ τοῦ ἀντικειμένου τοῦ ἐγκλήματος, ἀλλὰ ἐπιδρᾶ ἐπὶ τῆς βουλήσεως τοῦ ὑποκειμένου, ἵνα προκαλέσῃ ἀπόφασιν αὐτοῦ πρὸς ἐκτέλεσιν τῆς ἀδίκου πράξεως. Καὶ ὡς γνωστὸν δεν εἶναι ἀπαραίτητον να προκαθορισθὴ ἐν ταῖς λεπτομερείαις της ἡ ὑπὸ ἐκτέλεσιν πρᾶξις, οὐδὲ τὸ πρόσωπον εἰς βάρος τοῦ ὁποίου θὰ τελεσθῆ (ΑΠ 334 / 58 Π. Χρ. Ἀ’ 151). Ὁμοίως δεν εἶναι ἀπαραίτητον ὅπως ἀποκαλυφθῇ καὶ γνωσθῇ ὁ αὐτουργὸς τοῦ ἐγκλήματος (ΑΠ 37 / 1969 Γ. Χρ. Ἰθ’ 208).
4) Νικόλαος Ντερτιλής, Ταξίαρχος, τότε ἐπιτελάρχης ΑΣΔΕΝ, αὐτουργὸς ἀνθρωποκτονίας ἐκ προθέσεως εἰς βάρος νεαροῦ σπουδαστοῦ καὶ ἠθικὸς αὐτουργὸς ἑτέρων ἀνθρωποκτονιῶν (τετελεσμένων καὶ ἐν ἀποπείρᾳ) ὡς καὶ σωματικῶν βλαβῶν.
5) Δημήτριος Ἰωάννου, Ζαγοριαννάκος, Ἀντιστράτηγός ἐ.ἅ. τότε Ἀρχηγὸς Ἐνόπλων Δυνάμεων, διατάξας τὴν κίνησιν τῶν τμημάτων στρατοῦ.
6) Κωνσταντῖνος Ἰωάννου Μαυροειδής, Ἀντιστράτηγός ἐ.ἅ. τότε Δ / ντὴς ΑΣΔΕΝ, ἔχων τὸν συντονισμὸν καὶ τὸ γενικὸν πρόσταγμα τῆς ἐπιχειρήσεως.
7) Νικόλαος Κων. Ῥαφαηλάκης, Ἀντιστράτηγός ἐ.ἅ., τότε Δ / ντὴς τῆς ΣΔΑ, παριστάμενος κατὰ τὴν ἐκτέλεσιν τῆς ἐπιχειρήσεως καὶ ἐποπτεύων ταύτης.
8) Νικόλαος Ἀριστ. Δασκαλόπουλος, τότε Ἀρχηγὸς Ἀστυνομίας, ἐποπτεύων τῶν Ἀστυνομικῶν Δυνάμεων.
9) Λουκᾶς Γεωργίου Χριστολουκᾶς, τότε Διευθυντὴς τῆς Ἀστυνομίας Ἀθηνῶν, ὑπεύθυνος τῶν ἐνεργειῶν τῶν ἀστυνομικῶν δυνάμεων ὡς πρὸς τὴν ἀντιμετώπισιν τῶν ἐκδηλώσεων.
10) Θρασύβουλος Γιοβάνης, Ταξίαρχος, τότε Συνταγματάρχης, ἐπικεφαλῆς τῶν στρατιωτικῶν τμημάτων εἰς τὴν κατὰ τοῦ Πολυτεχνείου ἐπιχείρησιν.
Ἅπαντες ἐμφανίζονται ὡς ἁπλοῖ συνεργοί του ὡς εἴρηται, τοῦ ἠθικοῦ αὐτουργοῦ, διὰ τῆς παροχῆς θετικῆς συνδρομῆς εἰς αὐτὸν ἐν τῷ πλαισίῳ τῆς ἀρμοδιότητος ἑκάστου, ἁπλοῖ ὁμοίως συνεργοὶ τῶν γνωστῶν καὶ ἀγνώστων ἐγκληματιῶν ἐν τῇ διαπράξει τῶν ἀνθρωποκτονιῶν καὶ σωματικῶν βλαβῶν, τῆς τοιαύτης συνδρομῆς τῶν ἐκδηλωθείσης, ὡς ἐτονίσθη ἤδη ἀρνητικῶς, ἤδη διὰ παραλείψεως ἐκτελέσεως τοῦ ἐκ τοῦ νόμου καὶ τῆς ἀποστολῆς τῶν τικτομένου ἱεροῦ καθήκοντος προασπίσεως τῆς ζωῆς καὶ σωματικῆς ἀκεραιότητος τῶν πολιτῶν ἔναντι τῶν πάσης φύσεως κακοποιῶν καὶ τῶν ἐγκληματικῶς δρώντων ὀργάνων των. Ὁ ἐξ αὐτῶν Νικόλαος Δασκαλόπουλος, τυγχάνει ὁμοίως καὶ ἔμμεσος αὐτουργὸς παρανόμου συλλήψεως καὶ κατακρατήσεως τῶν συλληφθέντων.
11) Σπυρίδων Σταθάκης, Ἴλαρχος τεθωρακισμένων, διατάξας τὴν εἴσοδον τοῦ ἅρματος ἐντὸς τοῦ Πολυτεχνείου, αὐτουργὸς ἀποπειρῶν ἀνθρωποκτονίας τῶν ἐπὶ τῶν κιγκλιδωμάτων τῆς πύλης τοῦ Πολυτεχνείου εὑρισκομένων σπουδαστών, ἰδία δὲ τῆς διαφυγούσης τὸν θάνατον καὶ βαρύτατα μόνον τραυματισθείσης Π. Ῥηγόπουλου.
12) Σταῦρος Βαρνάβας, Ἀντιστράτηγός ἐ.ἅ., Δ / ντὴς τοῦ ἐν τῷ Ὑπουργείῳ Δημοσίας Τάξεως Μικτοῦ Ἐπιτελείου. Ἠθικὸς αὐτουργὸς ἀνθρωποκτονιῶν (μιᾶς τετελεσμένης καὶ πολλῶν ἐν ἀποπείρᾳ) ὡς διατάξας τὴν χρῆσιν τῶν ὅπλων κατὰ τοῦ πλήθους.
13) Ἠλίας Τσιαούρας ἢ Τσαπούρης, αὐτουργὸς ἀνθρωποκτονιῶν (μιᾶς τετελεσμένης καὶ πολλῶν ἐν ἀποπείρᾳ) καὶ παρανόμου ὁπλοφορίας διὰ πολεμικοῦ ὅπλου.
14) Εὐάγγελος Κων. Μαντζῶρος, Ἀνθυπίλαρχος τότε τεθωρακισμένων, αὐτουργὸς ἀποπειρῶν ἀνθρωποκτονίας καὶ ἐπικινδύνων σωματικῶν βλαβῶν (κατάθ. ὑπ’ ἀριθμ. 241 καὶ 242).
15) Ὑπίλαρχος Μιχαὴλ Γουνελᾶς, Ἀνθυπασπιστὴς Λᾶμπρος Κωνσταντέλλος, Ἀξιωματικοὶ τοῦ ΚΕΤΘ, λαβόντες μέρος εἰς τὴν κατὰ τοῦ Πολυτεχνείου ἐπιχείρησιν. Φέρονται ὡς αὐτουργοὶ ἢ ἠθικοὶ αὐτουργοὶ ἀποπειρῶν αὐτοκτονίας καὶ ἐπικινδύνων σωματικῶν βλαβῶν (καταθέσεις ὑπ’ ἀριθμ. 72, 76 καὶ 116).
16) Ἀστυφύλαξ ὑπὸ στοιχεῖα Λ 21 Ἠλίας Καραδῆμας καὶ δεύτερος τοιοῦτος ὑπὸ τὸ μικρὸν ὄνομα Νικόλαος, ἐκτελοῦντες ὑπηρεσίαν ἐν τῷ Ῥυθμιστικῷ) Κέντρῳ Ἀθηνῶν τὴν νύκτα τῆς 16ης πρὸς 17ην Νοεμβρίου 1973, τυγχάνουν συναυτουργοὶ μετ’ ἄλλων ἀγνώστων, ἀνθρωποκτονίας ἐκ προθέσεως καὶ ἐπικινδύνων σωματικῶν βλαβῶν εἰς βάρος τραυματιῶν καὶ τῶν συνοδῶν τους (καταθ. ὑπ’ ἀριθμ. 72, 76 καὶ 116).
17) Βασίλειος Γεωργίου Μπουκλᾶκος, τότε Διοικητικὸς Δ / ντὴς τοῦ Ῥυθμιστικοῦ, ἁπλοῦς συνεργός, διὰ τῆς παροχῆς ὑλικῆς καὶ ψυχικῆς συνδρομῆς, εἰς τοὺς ὑπὸ στοιχ. 15 κατηγορουμένους καὶ αὐτουργὸς παρανόμου ὁπλοφορίας, ἀπειλῶν καὶ βλασφημίας εἰς βάρος τῶν τραυματιῶν καὶ τῶν συνόδων του.
18) Δημήτριος Κων. Κατσούλης, Ταγματάρχης Χωροφυλακῆς, τότε στέλεχος τῆς ΚΥΠ, ἁπλοῦς μὲν συνεργὸς τοῦ ὑπὸ στοιχ. 3 ἠθικοῦ αὐτουργοῦ, διὰ τῆς παροχῆς θετικῆς εἰς αὐτὸν συνδρομῆς ἐν τῶν πλαισίῳ τῆς ἀρμοδιότητός τους καὶ ἁπλοὺς ὁμοίως συνεργὸς τῶν γνωστῶν καὶ ἀγνώστων ἐγκληματιῶν ἐν τῇ διαπράξει ἀνθρωποκτονιῶν καὶ σωματικῶν βλαβῶν, διὰ παραλείψεως ὡς ἀνωτέρῳ τῆς τοιαύτης συνδρομῆς τοῦ ἐκδηλωθείσης.
19) Δημήτριος Παναγ. Πίμπας, αὐτουργὸς προκλήσεων εἰς διάπραξιν κακουργήματος ἢ πλημμελήματος.
20) Ὁ ὑπ’ ἀριθμ. 472 ἀστυφύλαξ (κατάθ. ὑπ’ ἀρ. 229), αὐτουργὸς ἀποπείρας ἀνθρωποκτονίας νεαροῦ μαθητοῦ ἔμπροσθεν τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ τὴν 17-11-1973.
21) Ἀγνώστων στοιχείων ἀστυφύλαξ τοῦ Γ’ Ἀστυνομικοῦ Τμήματος, εὑρισκόμενος ἐν ὑπηρεσίῳ περὶ ὤραν 14.30 τῆς 17-11-1973 αὐτουργὸς ἐπικινδύνου σωματικῆς βλάβης εἰς βάρος τοῦ Δημοσθένους Σαμούρη, ἰατροῦ (καταθ. ὑπ’ ἀριθμ. 145), μεταβάντος αὐτόθι κατὰ τὴν διαδικασίαν παραλαβῆς τοῦ νεκροῦ ἀδελφοῦ του.
22) Ἰωάννης Νικ. Καλύβας, Ὑπαστυνόμος, αὐτουργὸς ἐπικινδύνων σωματικῶν βλαβῶν εἰς βάρος τῶν ἐξερχομένων τοῦ Πολυτεχνείου σπουδαστῶν (κατάθ. Θεοδ. Καλούδη, ὑπ’ ἀριθμ. ἀρ. 104).
23) Σάκης Ταμπούρης, Ἰωάννης Κουρῆς καὶ Σωτήριος Νᾶνος, ἀρχιφύλακες τοῦ ΛΖ’ Ἀστυνομικοῦ Τμήματος, συναυτουργοὶ ἐπικινδύνου σωματικῆς βλάβης, εἰς βάρος τοῦ Ἰωάννου Χρᾶ (κατάθ. ὑπ’ ἀριθ. 142).
24) Πλῆθος ἀγνώστων δραστῶν ὅλων τῶν ἀναφερθεισῶν πράξεων, μεταξὺ τῶν στρατιωτῶν, ἀστυνομικῶν καὶ ἁπλῶν πολιτῶν.
  1. ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Ἐκ τῶν ἐκτεθέντων δῆλον καθίσταται ὅτι ἡ δίωξις τῶν ὡς εἴρηται πράξεων καὶ ὁ κολασμὸς τῶν ἀποδειχθησομένων ἐνόχων εἶναι ὑποχρέωσις τῆς δικαιοσύνης. Ἐπιτρέψατε ὅθεν ὅπως εἰσηγηθῷ πρὸς Ὑμᾶς τὴν ἄμεσον ἄσκησιν ποινικῆς διώξεως καὶ τὴν εἰς τακτικὴν ἀνάκρισιν παραπομπὴν τῆς ὑποθέσεως ὡς πρὸς ἁπάντας τοὺς ἐκτεθέντας στρατιωτικοὺς καὶ ἀστυνομικούς, εἰς τὴν ἀρμοδιότητα τῶν κοινῶν ποινικῶν δικαστηρίων ὑπαγομένους ἕνεκεν τῆς ἀναπτυχθείσης ἀνωτέρῳ συμμετοχῆς ἐγκληματικῆς δράσεώς των (ἀρ. 248 παρ. 1 ΣΠΚ). Οἴκοθεν νοεῖται ὅτι τὰ ἀνακύπτοντα περὶ τὴν ὀρθότητα τοῦ τε χαρακτηρισμοῦ τῶν πράξεων καὶ τὸν προσδιορισμὸν τῶν ὑπευθύνων, προβλήματα ἀληθοῦς ἑρμηνείας καὶ ὀρθῆς ἀξιολογήσεως πρεθέστερον θὰ ἀντιμετωπισθοῦν κατὰ τὴν διαδρομὴν τῆς δικαστικῆς ἐρεύνης.
Ἡ ὑπ’ ἐμοῦ ἐνεργηθεῖσα ταχεῖα καὶ ἀναλυτικὴ – ὅση μοι δύναμις – ἔρευνα καὶ τὰ ἐκ ταύτης προκύψαντα, κατὰ τὰ ἐκτεθέντα, στοιχεῖα ἐντάσσονται εἰς τὸ προπαρασκευαστικὸν καὶ διερευνητικὸν πάντοτε πλαίσιον τῆς ἁπλῆς προκαταρκτικῆς ἐξετάσεως, σκοπὸς τῆς ὁποίας ὡς γνωστὸν εἶναι νὰ κριθῇ ἂν συντρέχῃ περίπτωσις ποινικῆς διώξεως (ἀρ. 31 παρ. 1 ἐδ. ἃ ΚΓΔ) καὶ οὐχὶ να ἐρευνηθῇ ἐν πληρότητι καὶ ἐμπεριστατωμένους ἡ ὑπόθεσις.
Ἀναφέρω τέλος ὅτι εἰς τὴν παροῦσαν δικογραφίαν ἔχουν ἐνσωματωθῆ καὶ αἱ μηνύσεις τῶν: Γρηγορίου Τρυφ. Παπαδάτου, Κυριακοῦ Νικ. Σπηριούνη καὶ Δημητρίου Παπαδοπούλου.
Ἐν Ἀθήναις τῇ 14 Ὀκτωβρίου 1974 Ὁ ἐνεργήσας τὴν προκαταρκτικῶν ἐξέτασιν Εἰσαγγελεὺς
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΒΑΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

No comments:

Post a Comment