Νεομάρτυρας Ευγένιος Ροντιόνωφ
Τον έσφαξαν με μαχαίρι κόβοντας εντελώς το κεφάλι του, αλλά δεν τόλμησαν να βγάλουν το Σταυρό από το λαιμό του
Ο Ευγένιος είχε ευκαιρία να σώσει τη ζωή του αλλά αρνήθηκε να βγάλει τον σταυρό του και να γίνει μουσουλμάνος
O νεομάρτυς Ευγένιος Ροντιόνωφ ήταν στρατιώτης στον πρώτο πόλεμο της Τσετσενίας επί προεδρίας Μπορίς Γιέλτσιν
Αποκεφαλίστηκε από τους Ισλαμιστές αρνούμενος να βγάλει το Σταυρό του
Στις 23 Μαΐου του 1996 Τσετσένοι ισλαμιστές αντάρτες συνέλαβαν τον Ευγένιο Ροντιόνωφ, που υπηρετούσε την θητεία του στον Ρωσικό στρατό. Τον βασάνισαν και τελικά τον αποκεφάλισαν, όταν αρνήθηκε να αφαιρέσει τον σταυρό του και να γίνει μουσουλμάνος.
Η 23η Μαΐου που τον αποκεφάλισαν ήταν η μέρα των γενεθλίων του. Γινόταν 19 ετών.Η κομμένη κεφαλή του είχε ταφεί από τους ισλαμιστές αντάρτες σε άλλο σημείο.
Ιστορικό
Ο νεομάρτυρας Ευγένιος Ροντιόνωφ (Евгений Родионов) γεννήθηκε στις 23 Μαΐου 1977 κοντά στη Μόσχα-και συγκεκριμένα στο χωριό Κουρίλοβο, στην περιοχή της πόλεως Παντόλσκ-. Ήταν το μοναδικό παιδί της οικογένειας και βαπτίστηκε Ορθόδοξος Χριστιανός κατά την παιδική του ηλικία. Η μητέρα του ονομάζεται Λιουμπόβ (=αγάπη) Βασίλιεβνα.
Το 1989 η γιαγιά του πήρε τον μικρό Ευγένιο και τον πήγε στην Εκκλησία, για να εξομολογηθεί για πρώτη φορά και να μεταλάβει των αχράντων μυστηρίων. Ο ιερέας πρόσεξε ότι το παιδί δε φορούσε Σταυρό και κατά τη διάρκεια της εξομολόγησης του φόρεσε ένα Σταυρό, τον οποίο ο μικρός Ευγένιος δεν τον έβγαλε ποτέ από πάνω του• μάλιστα, έφτιαξε ένα χονδρό κορδόνι και τον πέρασε εκεί. Η μητέρα του, όταν είδε ότι φορούσε Σταυρό, τον προέτρεψε να τον βγάλει, διότι, όπως είπε, θα τον περιγελάσουν οι συμμαθητές του. Ο Ευγένιος δεν απάντησε, αλλά και δεν την υπάκουσε.
Όταν τελείωσε τις σπουδές του το 1994, εργάστηκε ως επιπλοποιός, επάγγελμα που του απέφερε πολλά έσοδα. Στις 25 Ιουνίου του 1995 παρουσιάστηκε στο Ρώσικο στρατό και μετά τη βασική του εκπαίδευση, στις 13 Ιανουαρίου του 1996, τοποθετήθηκε στα συνοριακά φυλάκια Τσετσενίας-Ηγκουερίνας. Ακριβώς ένα μήνα μετά, στις 13 Φεβρουαρίου του 1996, αιχμαλωτίστηκε.
Η νύχτα της επιδρομής των Τσετσένων
Η αιχμαλωσία έγινε ως εξής: η στρατιωτική υπηρεσία έστειλε τέσσερις στρατιώτες-μεταξύ των οποίων και τον Ευγένιο-να κάνουν ελέγχους στα αυτοκίνητα που διέρχονταν από ένα συγκεκριμένο δρόμο. Δυστυχώς, οι αρμόδιοι έστειλαν τους στρατιώτες χωρίς να υπάρχει καμιά προηγούμενη οργάνωση (δεν υπήρχε καν φωτισμός) και καμιά ασφάλεια. Από αυτόν το δρόμο περνούσαν πολύ συχνά Τσετσένοι μεταφέροντας όπλα, αιχμαλώτους και ναρκωτικά. Τη νύχτα εκείνη πέρασε από εκείνο το δρόμο ένα ασθενοφόρο. Όταν οι στρατιώτες το σταμάτησαν για έλεγχο, ξαφνικά μέσα από αυτό πετάχτηκαν πάνω από δέκα Τσετσένοι, πολύ καλά οπλισμένοι. Ακολούθησε συμπλοκή και οι Τσετσένοι συνέλαβαν και τους τέσσερις στρατιώτες. Αυτό έγινε στις 3 τη νύχτα. Στις 4 η ώρα ήρθαν άλλοι στρατιώτες για αλλαγή φρουράς• φυσικά δεν τους βρήκαν και κατάλαβαν αμέσως τι είχε συμβεί. Μετά από λίγες μέρες η υπηρεσία του στρατού ενημέρωσε τους γονείς των στρατιωτών για την εξαφάνισή τους.
Η μητέρα του Ευγένιου κατάλαβε ότι δεν πρόκειται για εξαφάνιση, αλλά για αιχμαλωσία, και πήγε με κίνδυνο της ζωής της στην Τσετσενία, για να βρει το παιδί της. Έφτασε στην πόλη Χαγκαλά και μετά από πολλές προσπάθειες ήρθε σε επαφή με τους αρχηγούς διαφόρων αντάρτικων ομάδων της Τσετσενίας προσπαθώντας να μάθει για την τύχη του Ευγένιου, διότι γνώριζε ότι οι Τσετσένοι δε σκοτώνουν αμέσως τους αιχμαλώτους, αλλά περιμένουν μήπως πάρουν λίτρα και τους ελευθερώσουν.
Οι ίδιοι οι Τσετσένοι της είπαν ότι ο γιος της ζούσε, αλλά ήταν αιχμάλωτος και σιώπησαν με νόημα προσπαθώντας να υπολογίσουν πόσα χρήματα μπορούσαν να αποσπάσουν από αυτήν. Εκείνον τον καιρό ένας ζωντανός στρατιώτης αιχμάλωτος στοίχιζε 10.000 δολάρια, ενώ ένας αξιωματικός 50.000. Όταν κατάλαβαν ότι δεν πρόκειται να κερδίσουν αρκετά χρήματα, αποφάσισαν να τον σκοτώσουν. Η μητέρα του πήγε παντού για να τον ψάξει, πέρασε από χωριά, από δρόμους με νάρκες, από μέτωπα συγκρούσεων, γνώρισε πολλούς αξιωματικούς Τσετσένους και, όπως η ίδια λέει, «πέρασα από όλους τους κύκλους του Άδη».
Του ζήτησαν να αλλαξοπιστήσει
Από την πρώτη μέρα της αιχμαλωσίας του Ευγένιου, που διήρκησε 100 ημέρες, οι αντάρτες, επειδή είδαν ότι φοράει Σταυρό, προσπάθησαν να τον κάμψουν ψυχικά, ώστε να καταφέρουν-αν ήταν δυνατό-να τον αναγκάσουν να αρνηθεί την πίστη του, να βγάλει το Σταυρό, να γίνει μουσουλμάνος και να τον κάνουν δήμιο και φονιά των άλλων Ρώσων αιχμαλώτων. Ο Ευγένιος, βέβαια, αρνήθηκε όλες τις προτάσεις και, παρά τους συνεχείς ξυλοδαρμούς, τα πάμπολλα βασανιστήρια και τις υποσχέσεις ότι θα ζήσει αν βγάλει το σταυρό του, δεν μπόρεσαν να τον κάμψουν.
Αργότερα, οι ίδιοι οι αρχηγοί των ανταρτών είπαν στη μητέρα του: «εάν ο γιος σου γινόταν σαν ένας από εμάς, δε θα τον αδικούσαμε».
Στις 23 Μαΐου του 1996, δηλαδή την ημέρα των γενεθλίων του, πήραν τους τέσσερις αιχμαλώτους στρατιώτες, μεταξύ των οποίων και τον Ευγένιο, για να τους σκοτώσουν. Πρώτα σκότωσαν τους τρεις συναιχμαλώτους του. Έπειτα, πρότειναν για τελευταία φορά στον Ευγένιο να βγάλει το Σταυρό λέγοντας ότι «ορκιζόμαστε στον Αλλάχ ότι θα ζήσεις». Ο Ευγένιος και πάλι αρνήθηκε και τότε υπέστη το φρικτό του μαρτύριο. Τον έσφαξαν με μαχαίρι κόβοντας εντελώς το κεφάλι του, αλλά δεν τόλμησαν να βγάλουν το Σταυρό από το λαιμό του. Τον έθαψαν μεν με το σταυρό, αλλά χωρίς το κεφάλι.
Συνάντησε τον δήμιο του γιου της
Τελικά, η μητέρα του βρήκε τον Ευγένιο μετά από εννέα μήνες. Και πάλι ζήτησαν οι Τσετσένοι 4000 δολάρια για να της δώσουν το λείψανο. Της έδωσαν και βιντεοκασέτα με το μαρτύριο του γιου της και της διηγήθηκαν οι ίδιοι την πορεία της αιχμαλωσίας του και τα βασανιστήρια.
Η μητέρα του Ευγένιου πούλησε το διαμέρισμά της και ό,τι άλλο μπορούσε-μέχρι και ρούχα-για να μπορέσει, αφενός μεν να δώσει τα λίτρα, αφετέρου δε να ανταπεξέλθει στα έξοδα εκταφής, ειδικού φέρετρου, μεταφοράς κλπ., τα οποία δεν ήταν και λίγα.
Από την αρχή της αναζήτησης της ήλθε σε επαφή με τους ισλαμιστές αυτονομιστές, ταλαιπωρήθηκε πολύ και απειλήθηκε η ζωή της από μύριους κινδύνους αλλά τελικά κατάφερε να μιλήσει με τον ίδιο τον φονιά του γιου της, τον Ruslan Khaikhoroyev.
Αυτός της είπε ότι ο Ευγένιος είχε ευκαιρία να σώσει τη ζωή του αλλά αρνήθηκε να βγάλει τον σταυρό του και να γίνει μουσουλμάνος και ότι προσπάθησε μάλιστα να δραπετεύσει μια φορά.
Όπως ομολογεί η ίδια, τον έψαχνε εννέα μήνες. Ήταν, πιστεύει, όπως τότε που τον έφερε στην κοιλιά εννέα μήνες, σαν μια δεύτερη γέννηση. Για τον θάνατό του έμαθε τον Σεπτέμβριο.(τέσσερις μήνες μετά).
”Περπάτησα σε δρόμους γεμάτους νάρκες αλλά ποτέ δεν πάτησα καμία. Ο Θεός με βοήθησε επειδή καθήκον μου ήταν να βρω τον γιο μου, να φέρω το σώμα του σπίτι, να θαφτεί σύμφωνα με την ορθόδοξη παράδοση, να γυρίσει στη γη απ’ όπου τον πήραν”.
Το τέλος του αδίστακτου φονιά
Τον Ευγένιο τον σκότωσε ο Ρουσλάν Χάικχόρογιεφ, ένας άνθρωπος με μαύρη ψυχή. Η Λιούμποβ Βασίλιεβνα Ροντιόνοβα στάθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με τον δολοφόνο του γιού της ο οποίος χωρίς ντροπή της είπε ότι αν έβγαζε τον σταυρό δεν θα τον σκότωνε. Τελικά αυτός σκοτώθηκε στις 23 Αυγούστου 1999 μετά από μια σύρραξη αντιπάλων τσετσενικών συμμοριών.
Η μητέρα στην αρχή αρνιόταν να πιστέψει ότι ο γιος της δεν ζει, ακόμα και όταν αναγνώρισε τις μπότες του κατά την εκταφή. Όταν είδε όμως τον μικρό σταυρό του στο ακέφαλο σώμα του δεν άντεξε και λιποθύμησε.
Τελικά κατάφερε καταβάλλοντας «λύτρα» να της επιτρέψουν να πάρει και να μεταφέρει τα νεκρά του Ευγένιου και των συντρόφων του στη Μόσχα όπου και έγινε η κηδεία.
Στις 20 Νοεμβρίου του 1996 μετέφερε το λείψανο στο χωριό τους και το έθαψε στο κοιμητήριο. Μετά από λίγες μέρες ο πατέρας του Ευγένιου πέθανε δίπλα στο μνήμα από τη λύπη του.
Η κ. Λιούμποβα διηγείται ότι όλα έγιναν τόσο γρήγορα που έμεινε χωρίς μιλιά. ”Ο σύζυγος μου αγόρασε δέκα σοκολάτες Snicker’s, οι οποίες άρεσαν πολύ στον Ζένια (Ευγένιο) και πήγε στον τάφο του. Τον βρήκαν πεθαμένο εκεί κοντά στο σταυρό του γιού μας” διηγείται με δάκρυα στα μάτια.
Η «μητέρα» των Ρώσων στρατιωτών
Από όταν μαρτύρησε ο γιος της η Λιούμποβ Βασίλιεβνα Ροντιόνοβα είναι γνωστή σ’ όλη την Ρωσία και όχι μόνο. Τρέχει από τη μια μεριά της Ρωσίας στην άλλη για να βοηθήσει όπου υπάρχει ανάγκη, για να δώσει θάρρος στις οικογένειες όσων έπεσαν στο καθήκον και να παρηγορήσει όσους στρατιώτες έμειναν με κάποια αναπηρία από τον πόλεμο της Τσετσενίας.
Δεκατέσσερα χρόνια μετά το θάνατο του μονάκριβου γιού της, οι Ρώσοι στρατιώτες τον υιοθέτησαν ως πνευματικό τους προστάτη και φέρουν εικόνες του, ενώ η μητέρα του έχει ονομασθεί ”μητέρα των Ρώσων στρατιωτών”…
Πρόσφατα ήρθε ένας βετεράνος πολέμου και άφησε, ως ένδειξη σεβασμού, στον τάφο του Ευγένιου τα παράσημά του. Η απόδοση τιμής στο πρόσωπο του αυξάνεται χρόνο με τον χρόνο στην Ρωσία. Ήδη έχουν δημοσιευθεί βιβλία για την ζωή και το μαρτύριο του με την ευλογία τού μακαριστού πατριάρχου Αλεξίου του Β, υπάρχει μια εκκλησία επ’ ονόματι του, έχει γραφεί ακολουθία και έχουν ιστορηθεί πολλές εικόνες του, κάποιες από τις οποίες μυροβλύζουν ενώ υπάρχουν μαρτυρίες για εμφανίσεις και θαύματα του Άγιου μάρτυρα Ευγένιου.
Το τελευταίο ποίημα του Ευγένιου στη μητέρα του
Λίγο πριν πεθάνει ο Ευγένιος έστειλε σ΄εκείνην που τον γέννησε και την οποία αγαπούσε σαν το φως των ματιών του, με την ευκαιρία των γενεθλίων της ένα γράμμα και ένα ποίημα με τους ακόλουθους στίχους:
Χρόνια πολλά, αγαπημένη μου μανουλίτσα,
σήμερα γιορτάζεις,
αλλά δυστυχώς, δε μπορώ να σ’αγκαλιάσω,
επειδή να,
η μοίρα με πήρε τόσο μακριά.
Σου εύχομαι χρόνια πολλά και υγεία,
να μείνεις πάντα νέα και όμορφη,
όπου κι αν είμαι τίποτα δε μας χωρίζει
σύντομα θα έρθω σπίτι
Από τα βάθη της ψυχής μου
θα ήθελα ότι πιο πολύτιμο
και ότι επιθυμείς να έχεις
και εκατόν χρόνων να είσαι
για μένα ποτέ δε θα γεράσεις
misha.pblogs.gr, ziarullumina.ro
No comments:
Post a Comment