Το “πολιτικό” κατασκεύασμα (ή σκεύασμα) που προωθήθηκε με κάθε μέσο και τρόπο και που αποτέλεσε την “έκπληξη” των ευρωεκλογών, το Ποτάμι, εγνωσμένης αοριστολογίας και πολιτικής ιδεολογίας, άρχισε να δείχνει τις πεποιθήσεις του και στα εθνικά θέματα και δη εκείνα που σχετίζονται με την Ελληνική Θράκη.
Γράφει ο Γεωργίου Μιχαήλ
Έτσι, στο συνέδριο που οργάνωσε το Συμβούλιο Διαλόγου του κόματος Ποτάμι στην Αθήνα στις 21 Σεπτεμβρίου, σε ομιλία που έκανε το μέλος του Συμβουλίου Διαλόγου Δρ. Μπουρχάν Μπαράν, μάθαμε πως οι μουσουλμάνοι της Ελληνικής Θράκης είναι Τούρκοι και είναι χρέος της Ελλάδας να τους αναγνωρίσει και να τους συμπεριφέρεται ως εθνική μειονότητα. Το ότι το “Ποτάμι” γράφει στα παλαιότερα των υποδημάτων του (στηρίζοντας – ενισχύοντας τις επιθετικές θέσεις της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής) τη διεθνή Συνθήκη της Λοζάνης, είναι ένα δείγμα της πολιτικής του (απο)κόμματος επί των εθνικών θεμάτων.
Τι είπε στην ομιλία του ο Δρ. Μπουρχάν Μπαράν, την οποία, φυσικά, δημοσίευσε η τουρκόφωνη εφημερίδα “Τρακιανίν Σεσί”
Η καταπάτηση του δικαιώματος σεβασμού της ξεχωριστής εθνικής ταυτότητας αποτελεί για την Ελλάδα ένα λάθος στρατηγικής σημασίας, διότι η αίσθηση του ανήκειν συνιστά μια σημαντική πτυχή της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας πολλών ανθρώπων. Γι αυτό, άλλωστε ο τρόπος εφαρμογής των μειονοτικών δικαιωμάτων από μια έννομη τάξη είναι στην πραγματικότητα η λυδία λίθος της αποτελεσματικής εφαρμογής των αξιών ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους και υπό αυτή την έννοια, πρέπει να αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του προγράμματος κάθε ανοιχτόμυαλης δημοκρατικής πολιτικής δύναμης, αφού ορίζουν το αξιακό πλαίσιο μιας κοινωνίας αλληλεγγύης, σε αντιπαράθεση με τη σημερινή κοινωνία της βαρβαρότητας που αποκλείει πεισματικά από τους κόλπους της κάθε διαφορετικότητα.
Αποτελεί υποκρισία να αρνείται η Ελλάδα την εθνική ταυτότητα της μειονότητας της Θράκης με το επιχείρημα ότι είναι μόνο θρησκευτική, διότι απλούστατα οι αναφορές σε χριστιανούς και μουσουλμάνους οφείλονται στο γεγονός ότι όταν υπογράφτηκε η Συνθήκη της Λωζάνης, την εποχή της κατάρρευσης της πολυπολιτισμικής οθωμανικής αυτοκρατορίας που ήταν ένα χωνευτήρι λαών και εθνοτήτων, κυριαρχούσαν προσδιορισμοί που ανάγονταν στο θρησκευτικό παράγοντα.
Είναι γεγονός ότι τις προηγούμενες δεκαετίες το ελληνικό κράτος εφάρμοζε διαχρονικά μια κατασταλτική πολιτική σε βάρος της μειονότητας, η οποία υφίστατο αναρίθμητες ρατσιστικές διακρίσεις και πολλαπλές παραβιάσεις των δικαιωμάτων της σε πολλούς τομείς. Για παράδειγμα, το περίφημο άρθρο 19 του Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας αποτελούσε μια διάταξη που εφαρμοζόταν από το 1955 έως το 1998. Προέβλεπε την απώλεια της ιθαγένειας σε πρόσωπα διαφορετικής (μη-Ελληνικής) καταγωγής («αλλογενείς» έναντι του «ομογενείς»), δηλαδή ίδιας [Ελληνικής] καταγωγής) που έφυγαν από την Ελλάδα «άνευ προθέσεως παλιννοστήσεως. Στο πλαίσιο του Άρθρου 19, ένας Έλληνας πολίτης μη Ελληνικής καταγωγής («αλλογενής») ήταν ένα άτομο με Ελληνική ιθαγένεια που δεν καταγόταν από Έλληνες, δεν είχε Ελληνική συνείδηση και δεν συμπεριφερόταν ως Έλληνας [και συνακόλουθα] μπορούσε να κριθεί ότι ο δεσμός του με το Ελληνικό έθνος είναι εντελώς ελλιπής και εύθραυστος! Πρέπει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα δεν έχει λάβει ακόμη τα μέτρα που απαιτούνται για την αποκατάσταση των σοβαρών επιπτώσεων που επήλθαν από την στέρηση ιθαγένειας με βάση το Άρθρο 19. Ιδίως, η απάλειψη του Άρθρου 19, δεν είχε αναδρομικά αποτελέσματα. Επίσης η άρνηση των Ελληνικών αρχών να αναγνωρίσουν την ύπαρξη κάθε άλλου είδους μειονότητας, πέραν της «Μουσουλμανικής» οδήγησε σε έναν αριθμό προσφυγών στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ιδίως όσον αφορά δικαιώματα ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι στα μέλη μειονοτήτων, όπως προβλέπεται από το Άρθρο 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης. Τέτοιες ήταν οι περιπτώσεις της ίδρυσης της «Ένωσης μειονοτικής νεολαίας του Έβρου, της «Πολιτιστικής Ένωσης Γυναικών Τούρκων Νομαρχίας Ροδόπης», της «Τουρκικής Ένωσης Ξάνθης» και άλλων.
Επίσης, κατά τη γνώμη μου, το να ενδιαφέρεται το προξενείο μιας γειτονικής χώρας για πληθυσμιακές ομάδες της διπλανής χώρας με τις οποίες διατηρεί δεσμούς που προκύπτουν από μια κοινή πολιτισμική ή εθνική ταυτότητα δεν αποτελεί καταρχήν κάτι το αρνητικό.
Σε ό,τι αφορά τις ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ που πρέπει να υιοθετήσει μια σύγχρονη δημοκρατική πολιτική δύναμη, είναι αναγκαίο να τονιστεί ότι χρειάζεται η οικοδόμηση μιας νέας σχέσης με τις μειονότητες τόσο για τους Έλληνες πολίτες που είναι μέλη της μειονότητας της Θράκης, όσο και για τα μέλη άλλων μειονοτικών ομάδων πρέπει να ισχύουν τα δικαιώματα που απορρέουν από την αρχή του συλλογικού αυτοπροσδιορισμού.
Η έμπρακτη εφαρμογή του συλλογικού αυτοπροσδιορισμού συνεπάγεται τα ακόλουθα:
1) Αποδοχή (εκ μέρους της ελληνικής Διοίκησης) του περιεχομένου και του σκεπτικού των καταδικαστικών για την Ελλάδα αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για τα σωματεία που χρησιμοποιούν αυτοπροσδιοριστικό επίθετο της δικής τους επιλογής και απρόσκοπτη λειτουργία των σωματείων αυτών.
2) Άμεση επικύρωση της (ήδη υπογραφείσας από την Ελλάδα) Σύμβασης Πλαίσιο για τα Δικαιώματα των Μειονοτήτων (του Συμβουλίου της Ευρώπης).
3) Άμεση υπογραφή και κύρωση του Ευρωπαϊκού Χάρτη για τις Περιφερειακές ή Μειονοτικές Γλώσσες, που αναγνωρίζει τις περιφερειακές ή μειονοτικές γλώσσες ως έκφραση πολιτισμικού πλούτου και επιτάσσει τη διευκόλυνση και την ενθάρρυνση της χρήσης των περιφερειακών ή μειονοτικών γλωσσών, προφορικά και γραπτά, στη δημόσια και την ιδιωτική ζωή.
Τέλος, θα πρέπει να τονιστεί με έμφαση προς όλες τις κατευθύνσεις ότι σε όλη τη χρονική διάρκεια της ιστορικής της παρουσίας στον ελλαδικό χώρο η μειονότητα της Θράκης, ούτε έμπρακτα αλλά ούτε καν σε λεκτικό επίπεδο, δεν λειτούργησε υπονομευτικά είτε για την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας είτε για την ευρύτερη κοινωνική συνοχή στην περιοχή, και σχεδόν το σύνολο των μειονοτικών πολιτών υπήρξαν και συνεχίζουνε να είναι νομοταγείς και φιλήσυχοι άνθρωποι, συνήθως οικογενειάρχες και αγρότες, που δεν έχουν δείξει την παραμικρή δυσφορία για το γεγονός ότι αποτελούν πολίτες του ελληνικού κράτους. Αντιθέτως, η μειονότητα θεωρούσε τον εαυτό της, εντελώς συνειδητά, ως διακριτό μεν αλλά οπωσδήποτε αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας με την οποία, παρά τη διαφορά ως προς το θρήσκευμα ή την εθνική ταυτότητα σε σχέση με τους πλειονοτικούς, την συνδέουν αρκετά κοινά ήθη και έθιμα. Ένας Θρακιώτης μουσουλμάνος έχει πιο πολλά κοινά στοιχεία με έναν Θρακιώτη χριστιανό παρά με έναν Έλληνα της Αθήνας ή έναν Τούρκο της Άγκυρας.
Ίσως δεν είναι ευρύτερα γνωστό ότι μειονοτικοί πολίτες πολέμησαν στα βουνά της Πίνδου και έχυσαν το αίμα τους για την πατρίδα, και φυσικά συνεχίζουν να υπηρετούν τη στρατιωτική τους θητεία στον ελληνικό στρατό και να πληρώνουν κανονικά τους φόρους τους προς την ελληνική Πολιτεία.
Σε όλες τις προηγούμενες δεκαετίες δεν υπήρξε καμία απολύτως φωνή που να εγείρει ζήτημα αυτονόμησης ή να καλεί τη μειονότητα σε σύγκρουση με το πλειονοτικό στοιχείο. Μάλιστα, τα τελευταία χρόνια οι μειονοτικοί πολίτες καταβάλλουν σημαντικές προσπάθειες να ενταχθούν στον κορμό της ελληνικής κοινωνίας σε ισότιμη βάση με τους συμπολίτες τους.
Άλλωστε, από το 1981 έως το 2012 η μειονότητα ψήφιζε στη συντριπτική της πλειοψηφία τα κόμματα του δικομματισμού, δηλαδή το ΠΑΣΟΚ και τη Ν.Δ., χωρίς όμως να βρει από αυτά την κατάλληλη ανταπόκριση για την επίλυση των προβλημάτων της καθημερινής ζωής της. Το 2012, ακολουθώντας και πάλι το συνολικό ρεύμα της ελληνικής κοινωνίας, πράγμα που αποδεικνύει ότι ΔΕΝ είναι αποκομμένη από τους προβληματισμούς της τελευταίας, ψήφισε μαζικά το ΣΥΡΙΖΑ ως ανερχόμενη πολιτική δύναμη της εποχής εκείνης, αλλά μετά τις παλινωδίες της προεκλογικής περιόδου των ευρωεκλογών του 2014 υπήρξε μεγάλη απογοήτευση από τη συμπεριφορά της αξιωματικής αντιπολίτευσης, και έτσι η μειονότητα εισήλθε σε φάση νέων αναζητήσεων και πολιτικών προσανατολισμών σε σχέση με την εκπροσώπηση της στη Βουλή. Είναι φανερό ότι η μειονότητα βρίσκεται σε μια χρονική καμπή όπου ψάχνει ειλικρίνεια, διάλογο και εμπιστοσύνη.
Το ζητούμενο είναι αν θα μπορέσουμε να μεταδώσουμε τη δική μας ειλικρίνεια στους κόλπους της μειονότητας και με τον τρόπο αυτόν να ανταποκριθούμε στη δημοκρατική πρόκληση του σεβασμού των ανθρωπίνων και μειονοτικών δικαιωμάτων όπως επιτάσσει ένα σύγχρονο κράτος δικαίου.
Σχόλιο ιστολογίου: Δεν υπήρξε καμία άλλη τοποθέτηση ή ανακοίνωση από το “Ποτάμι”, που να αντιτίθεται στις θέσεις του δρ. Μπουρχάν Μπαράν… Εμείς από την πλευρά μας, προτείνουμε σε όλους τους ψηφοφόρους να μην ξεχάσουν τις θέσεις του “Ποταμιού” στις επόμενες εκλογές (όποτε και αν γίνουν). Τέτοιες “φωτεινές” πολιτικές θέσεις πρέπει να “επιβραβεύονται”…
kostasxan.blogspot.gr
Πηγή GrCitizen
Πληροφορίες από “Τουρκικά Νέα”
No comments:
Post a Comment